Paris 2008 (13.01.2009) - πράξη τρίτη PDF Print E-mail
Article Index
Paris 2008 (13.01.2009)
πράξη δεύτερη
πράξη τρίτη
All Pages

Πράξη τρίτη

Σκηνή ένατη

Μέρα τρίτη και τελευταία.

Μισή ώρα πριν την έβδομη πρωινή, τοπική. Ανοίγουν τα μάτια. Νύχτα. Ο τεχνητός φωτισμός δεν περνά μέσα από το παράθυρο, οι θόρυβοι όμως από την ανέλκυση του κοντέινερ κάτω από το δωμάτιο του ξενοδοχείου, ανάμικτος με κουβέντες γεμάτες ένταση από τους εργάτες, περνούν.

Το μυαλό γυρεύει ποδαρόδρομο. Μαζί του ενεργοποιείται και η ψυχή, μετά το σύντομο βραδινό ύπνο. Μουσκεμένα όλα, με τη χαρακτηριστική πρωινή διαπεραστική υγρασία. Οι τελευταίοι έσονται πρώτοι, καθώς τα «δεύτερα» επαγγέλματα ανοίγουν την παραγωγή της μέρας αν υποτεθεί ότι οι δραστηριότητες σταματούν ποτέ σε μια πόλη σαν και τούτη.

Το σκληρό πρόσωπο της επιβίωσης, της ανάγκης, της σύγκρουσης.

«Το κράτος δεν θα καταλυθεί. Θα μαραθεί από μόνο του.» είχε ξεκαθαρίσει τον 19ο αιώνα ο Friedrich Engels. Ατυχώς, ή ίσως και ευτυχώς, η πρόβλεψη δεν επαληθεύτηκε.

Σημαντική και όχι έσχατη παρηγοριά, το ξεκαθάρισμα του ουράνιου θόλου με το γαλανό να αγωνίζεται να κυριαρχήσει στο γκρι. Άλλη μια προσωρινή κατάσταση.

 

Σκηνή δέκατη.

Δεύτερη και τελευταία μέρα του τύπου. Κάμερες μικρόφωνα, συνεντεύξεις, η γνωστή κινητικότητα για το κυνήγι της είδησης, που καμιά φορά μετατρέπεται σε κυνικότητα. Δεν υπάρχει κάποιο τάχα πονηρό υπονοούμενο στην προηγούμενη πρόταση. Το πλήθος, το βάθος και το εύρος των ειδήσεων είναι δεδομένο. Από αυτή την άποψη είναι μάταιο να περιμένει κάποιος αποκαλύψεις, όσο σημαντικό κι’ αν είναι το πρόσωπο με το οποίο έχει κλείσει συνέντευξη.

Αυτή την αναπόφευκτα άχρωμη συνθήκη, ήρθε να αναιρέσει, εν μέρει, η αναφορά του Luca di Madezemolo, στο πρόσωπο του Andrea Pinifarina κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της California,. Ήταν ένας ζεστός, λιτός, λατινικός λόγος.

Την επόμενη χρονική στιγμή, το σαλόνι αποκάλυπτε στα μάτια μου την πολυπολιτισμικότητά του.

Νεαρός μουσουλμάνος, έχει αποτραβηχτεί σε μια γωνιά, έχει αφαιρέσει τα υποδήματά του, έχει απλώσει κάποιο χαρτί συσκευασίας πάνω στην κόκκινη μοκέτα και προσκυνά με ευλάβεια το θεό του.

Λίγα μέτρα πιο εκεί βημάτιζε ο καθηγητής Αθανασόπουλος, ενίοτε ανταλλάσσοντας χαμόγελα και φιλοφρονήσεις και με έλληνες δημοσιογράφους. Το ερώτημα ήρθε μόνο του. Με δεδομένα τα προβλήματα, τις εντάσεις, την πορεία και ασφαλώς την εικόνα της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρικού μήπως δεν ήταν η κατάλληλη εποχή για αυτή την εμφάνιση;

 

Σκηνή ενδέκατη.

Οφείλω να αποκαταστήσω τη φήμη του εστιατορίου της Ford. Αργά το απόγευμα πια, κι ενώ έχουν αποσύρει τα του γεύματος, με σερβίρισαν ένα μοναχικό γεύμα, όπου το beef ήταν εξαίρετης ποιότητας, ωσαύτως και το επιδόρπιο.

Αυτή τη γλυκεία ανάμνηση, ήρθε να ανατρέψει το απογευματινό μποτιλιάρισμα στους παρισινούς δρόμους με κατεύθυνση το αεροδρόμιο, το λάθος του Γάλλου οδηγού που μας άφησε σε άλλο terminal και τη υπηρεσιακή σχολαστικότητα των υπαλλήλων του ελέγχου που σε κάνουν να πιστεύεις ότι το ταξιδεύειν δεν είναι πια και τόσο αξιοπρεπές. Εκτός κι αν υπάρχει κάποιου είδους αξιοπρέπεια στο να κρατάς τα παντελόνια, τα παπούτσια σου και να σε ξαχουλεύουν.

Στο τέλος του χρόνου ο George W. Bush θα πάει σπίτι του, τα έργα του όμως θα ταλαιπωρούν επί μακρώ την ανθρωπότητα.

 

Σκηνή δωδέκατη.

Μεσάνυκτα και κάτι. Επιστροφή από εκεί που ξεκινήσαμε. Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος με τα φτερά της Ολυμπιακής. Οι αποστολές επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη. Αποχαιρετιστήρια, σχεδόν συναφή με τα προ τριημέρου χαιρετιστήρια δηλαδή ένα μείγμα από χειραψίες, χαμόγελα, «κανωότιδεσείδα», ολίγους εναγκαλισμούς και αξιόλογες ανέκφραστες σκέψεις.

Μεσάνυκτα περασμένα. Πως το είπε ο Hegel;

«Η γλαύκα της Αθηνάς απλώνει τα φτερά της όταν πέφτει το σκοτάδι.»

Μάλιστα. Απομακρύνομαι.

Δεν έχω ξεχάσει τα λόγια μου…

 

Αυλαία.

 

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό car & driver τ. 227, 11ος 2008