Smokin' guns - (Tρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016) PDF Print E-mail

Από την μια, χάζευα τον δρόμο του Κωλοσούρτη που ανεβάζει τα τροχοφόρα από το γλυκό Αργολικό κάμπο, στο υψίπεδο της σκληρής Αρκαδικής γης. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90 ήταν ο μοναδικός «αμαξητός». Μισητός και αγαπημένος μαζί για όσους έπρεπε να τον διασχίσουν είτε για δουλειά, είτε για να κατέβουν ακόμα πιο κάτω, είτε για να παρουσιαστούν στο στρατόπεδο «Θεόδωρος Κολοκοτρώνης».

Αγαπημένος διότι, τους έφερνε κοντά στους αγαπημένους τους, διότι γύριζαν σπίτια τους. Μισητός, για τους ακριβώς αντίθετους λόγους, διότι τους απομάκρυνε και διότι έτσι στενός, γλιστερός με κλίσεις μεγάλες, είτε τον φοβόσουν, είτε δεν μπορούσες να τον χαρείς σαν είχε κίνηση. Τώρα διαπλατυμένος, με λίγη κίνηση, εξαιρετική θέα προς τον Αργολικό κόλπο, φαντάζει ως παιχνιδότοπος.


Από την άλλη χάζευα τα αυτοκίνητα. Τα τρία αυτά Ford. Όμορφες κατασκευές, έτοιμες να σου προσφέρουν κάτι που, στις μέρες μας, είναι υπό διωγμό. Συγκίνηση. Κι όσο υψώνονται οι ιπποδυνάμεις, τόσο μεγαλώνει και το μέτρο της συγκίνησης. Μπλε φόντα, σε σχήματα οβάλ, με χρυσά γράμματα κυμάτιζαν στη φαντασία μου, πνέοντας αέρα αυτοκινητικής ελευθερίας. Σκεφτόμουν ότι η ιδεολογία της αυτοκίνησης όσο πιο πολύ θεσμοθετείται, όσο πιο πολύ περιχαρακώνεται από κανόνες, πλαίσια και νόρμες, τόσο πολύ εξασθενεί.

Σε ένα απαισιόδοξο μεν σενάριο,

πλην όμως αρκετά ρεαλιστικό, σε 30 χρόνια τα ενδιαφέροντα αυτο-κίνητα θα τα κατέχουν και θα τα οδηγούν με τρόπο αληθινό, μια ισχυρή οικονομικά ελίτ. Όλοι οι ρέστοι θα είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν ηλεκτρικά οχήματα αυτόνομης οδήγησης γιατί αυτό θα αντέχουν και έτσι, σιγά – σιγά το στοιχείο του χειριστή αυτοκινήτου θα εκφυλιστεί στην ανθρωπότητα. Η ελίτ με τα αληθινά αυτοκίνητα με θερμικούς κινητήρες θα περιορισθεί σε μικρούς θύλακες, μέχρι που μαντρωθούν σε ελεγχόμενους χώρους όπου θα φυλάσσουν, θα οδηγούν, θα συντηρούν τα τετράτροχά τους.  Κάποια στιγμή η έννοια του βάζω καύσιμα και πάω μια Τρίπολη από τον παλιό, έτσι να ανέβω, να στρίψω  ένα Κωλοσούρτη, θα έχει πεθάνει. Μαζί της η ιδεολογία και η ελευθερία της αληθινής αυτοκίνησης.

Αντιμετωπίζω, αυτά τα τρία δείγματα από το βαθύ μπλέ οβάλ, σαν μερικά από τα τελευταία διαβατήρια που μοιράζονται ακόμα, για όσους μπορούν και κυρίως για όσους θέλουν όχι να τα αποκτήσουν, αλλά να τα χαρούν.

Τώρα,
για να μην χαϊδεύουμε αλόγιστα το παρελθόν, ας θυμηθούμε ότι το '31, ο Aldous Huxley στα 37 του χρόνια έγραψε, τον «Θαυμαστό καινούργιο κόσμο». Aς προσπαθήσουμε να γυρίσουμε πίσω στο ’31, να το νιώσουμε  σαν μεσοπολεμική εποχή, τότε όπου ο Βρετανός συγγραφέας, περιγράφει τον κόσμο στο 2540 και ράβει το αποτρόπαιο κοστούμι της μεταβιομηχανικής εποχής.

Αναφέρεται σε μια κοινωνία που είναι οργανωμένη πάνω σε γραμμές Fordist, οι ημερομηνίες χρονολογούνται ως  A.F. δηλαδή Anno Ford και η έκφραση My Lord έχει αντικατασταθεί από την My Ford. Τέλος ο Χριστιανικός Σταυρός έχει αντικατασταθεί από το γράμμα Τ (Μodel Τ).

Είναι εμφανές πόσο έχει επηρεαστεί από τις γραμμές παραγωγής, που πρωτοποριακά επινόησε ο Henry Ford, ως μια λύση για μεγαλύτερη, ταχύτερη, φτηνότερη παραγωγή. Μα και πόσο πολύ φαίνονται, τότε, ξένα και συχνά αποτρόπαια όλα αυτά τα καινούργια που έρχονται και ισοπεδώνουν τα παλιά.  Το βιβλίο εκδόθηκε το 1932, έχει διαβαστεί από εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη τη γη.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το ’36, ενώ τα σύννεφα του Πολέμου πυκνώνουν πάνω από την Ευρώπη, έρχεται ο Charly Chaplin να μας σοκάρει με τους «Μοντέρνους καιρούς», όπου πραγματεύεται τα τραύματα του «κραχ» του '29 και την αλματώδη εκβιομηχάνιση.

Σαν να βρισκόμαστε στο τέλος μια εποχής, επιζητώντας, έστω, να ζήσουμε έντονα τις τελευταίες στιγμές της με μερικά αντιπροσωπευτικά δείγματα μιας ευρύτερης τάσης που εξαλείφεται.


Τι είδους δείγματα είναι αυτά;
Να τα ορίσουμε με λίγες λέξεις. Fiesta ST με 200 ίππους στον εμπρόσθιο άξονα, Focus RS με 350 γύρω – γύρω και Mustang με 421 όλους πίσω. Δείγματα έτοιμα για χαρά αλλά και για δήγματα, αν επιδείξεις υπεροψία ή δήθεν άνεση.


Ακόμα και για το ασθενέστερο της παρέας. Το Fiesta. Με δεκαεφτάρες ζάντες που περιέργως μέσα στους θόλους του φαίνονται μικρότερες ειδικά οι πίσω, με ένα χρώμα όχι και τόσο γοητευτικό, αλλά με ένα τόσο ελκυστικό τρόπο, που μπορεί να οδηγηθεί γρήγορα. Δεν είναι παιχνιδιάρικο αλλά έχει μια δύναμη που δεν θα προβληματίσει, που βγαίνει εύκολα στους τροχούς και που μπορείς να χαράξεις μια πορεία και να μείνεις τέρμα γκάζι χωρίς να ανοίξει απρόβλεπτα πορεία ακόμα και στην κατηφόρα.

Σωστή η πληροφόρηση από το τιμόνι, ικανοποιητικότατα φρένα, και μια γενικότερη ευχάριστη αίσθηση παρούσα. Μεταφραζόμενα σε € όλα τούτα, το μέτρημα σταματά στα 27.700. Δεν είναι λίγα. Από την άλλη δεν είναι λίγα και αυτά που σου προσφέρει. Η εξίσωση γίνεται δυσκολότερη, αν συνυπολογιστεί ότι απευθύνεται σε νέους ανθρώπους, που στις μέρες μας στην Ελλάδα θα δυσκολευτούν να τα συγκεντρώσουν. Αυτό σε τίποτα δεν αναιρεί, τον γοητευτικά αναιδή τρόπο που μπορεί το ST να συμπεριφερθεί.


Το τετρακίνητο Focus, συντηρεί τη αγωνιστική βάση της Ford, την πλούσια πυκνογραμμένη ιστορία της στο μότοσπορ. Ότι δηλαδή, βασισμένη στις εμπειρίες της μπορεί να φτιάξει ένα, καθημερινό αυτοκίνητο, που να είναι γρήγορο, ευχάριστο και που μπορεί να προσφέρει ασφάλεια και χαρά ακόμα και σε έναν χειριστή με λίγες παραστάσεις, αλλά ταυτόχρονα να γίνει το αντικείμενο υψηλής τεχνικής ενός πεπειραμένου. Παράλληλα να μην είναι, ούτε να δείχνει εξωτικό, να έχει πέντε πόρτες, αλλά σε κάποιες επιφάνειες να δείχνει το δρόμο σε πολύ ακριβότερα.


Ο συνδυασμός αυτών των πραγμάτων γίνεται με τεχνολογία αιχμής, τετρακίνηση από την GKN τύπου twinster, όνομα γεννημένο από τις λέξεις twin clutches που ορίζουν το πέρασμα της κίνησης στον πίσω άξονα, 350 ίππους από 2.261 κυβικά εκατοστά σε ένα σφικτό πλαίσιο, με τέσσερα διαθέσιμα προγράμματα οδήγησης που θα καλύψουν όλους, όσοι επιθυμούσαν να το οδηγήσουν. Στο πιο ακραίο του πρόγραμμα (Drift), θα συγκινήσει και τον πλέον απαιτητικό, αν και σε καλό οδόστρωμα, δυσκολεύει η υπερστροφή ισχύος, που προφανώς αποτελεί το ζητούμενο. Χωρίς αμφιβολία όμως, αποτελεί μια χρυσή τομή ανάμεσα στην ευχαρίστηση και την ακρίβεια, ανάμεσα στην ευθυβολία και την χαρά.

Η πιο πανηγυρική, η πιο λυρική, η πιο ενθουσιώδης αίσθηση ανήκει στην Mustang των πέντε λίτρων. Αυτό που ακούγεται είναι ο ήχος του βασικού Αμερικάνικου  μηχανικού  πολιτισμού. Για μας, που δεν αποτελεί βασικό μηχανολογικό συστατικό, μπορεί να ακουστεί και σαν μια καλή, μεγάλη λάντζα που εκτελεί το αγώι από αρόδου. Δεν είναι έτσι. Ο V8 που ζει εργάζεται και αναπνέει κάτω από το κεκλιμένο καπώ είναι μια πανδαισία, μεγέθους, ισχύος και ήχων που σε παραπέμπει σε κάτι διαφορετικό, κάτι μεγαλειώδες.


Η εντύπωση αυτή, ενισχύεται δραματικά, όταν αρχίζεις να την πιέζεις, όταν γίνεσαι κάπως απαιτητικός, λιγάκι αυθάδης. Δεν είναι μόνον οι 421 ίπποι, δεν είναι το υψηλό επίπεδο των 530Νm ροπής, αλλά και το επιβλητικό εξωτερικό μέγεθος που επιζητεί ανοιχτά πεδία για να απλωθεί. Όλα τούτα τα δεδομένα περασμένα στον πίσω άξονα, απαιτούν καλή αντίληψη, γρήγορα χέρια και όχι υπέρμετρο ενθουσιασμό. Αν τηρηθούν οι ισορροπίες το αποτέλεσμα συγγενεύει με τέχνη, που μερικές φορές εκφράζεται με ιδιαίτερη λεπτότητα, κι' ακρίβεια, ενώ άλλες βαριά, βαρβαρικά. Βι έιτ είναι αυτός!



...στο πέρασμα:
Έξι ώρες, πέντε άνθρωποι, με τέσσερα αυτοκίνητα, οδήγησαν, φωτογράφισαν, δούλεψαν το θέμα πάνω στο πέρασμα του μοναδικού, κάποτε, δρόμου που ένωνε την Αργολίδα με την Αρκαδία. Με Φθινοπωρινή καλοκαιρία, τη θάλασσα, κάτω χαμηλά, λεία και ατάραχη και δροσιά στα ανήλια.
Με ανάσες από V8, σκασίματα από τις εξαγωγές του 2,3, συνοδευόμενα από λυγμούς των ελαστικών, καθώς κυλούσαν οι τροχοί πάνω στην καινούργια άσφαλτο, η οποία σε αρκετά σημεία έγινε ακόμα πιο μαύρη. Αντλούσαμε, έτσι, κάποια αισιόδοξα μηνύματα για την αυτοκίνηση.


Καθώς περνούσε η ώρα, λιγόστευαν τα καύσιμα, ξεθύμαινε ο ενθουσιασμός και ερχόταν ένα αίσθημα πλήρωσης. Μαζί με το φως που έφευγε, σκεπτόμουν πόσο χρόνο μπορούμε να δώσουμε ακόμα, στην συγκεκριμένη μορφή αυτοκίνησης. Αν έπρεπε να κρατήσω μια μοναχά στιγμή, από εκείνες τις έξι ώρες, θα επέλεγα εκείνη, που όλως τυχαίως, την ώρα που κάπνιζε η GT, ακούστηκε από κάποια συχνότητα των fm το Born on the bayou των CCR. Πιο Αμερικάνικο δεν μπορούσε να γίνει. 

...και στο συμπέρασμα
Αν δεν ζούσαμε στην Ελλάδα, ή ακόμα καλύτερα αν η Ελλάδα που ζούμε δεν θα βρισκόταν σε αυτή τη κατάσταση, τα χρήματα που θα απαιτούνταν για μια GT (στην Αμερική κάποια 31.000 € και όχι σχεδόν τα διπλάσια που στοιχίζει εδώ),  δεν θα ήταν κάποιο σοβαρό εμπόδιο. Μα σε κάποια δίκαιη κοινωνία, δεν θα διάλεγε ο πελάτης αυτοκίνητο, αλλά ο διανομέας τον υποψήφιο πελάτη, με κάποια ασυνήθιστα, για το σήμερα, κριτήρια.

Κριτήρια ωριμότητας και ικανότητας, διότι η κίτρινη GT είναι ένα αντικείμενο που δεν μπορεί αν περάσει απαρατήρητο. Ακόμα και σε πιο χορτασμένες και περισσότερο ώριμες κοινωνίες. Το σωστό λοιπόν είναι να μην προσδίδει χαρακτηριστικά στον οδηγό που δεν τα έχει, αλλά το αντίθετο. Ο χρήστης να έχει τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται ώστε να την χρησιμοποιεί. Και τα χρήματα δεν είναι ένα από αυτά. Σε κάποιο μικρότερο βαθμό, κάτι τέτοιο ισχύει και για το RS, ενώ τα πράγματα απλοποιούνται πολύ με το ST.

Προσωπικά, αν η επιλογή ήταν μια, θα διάλεγα ανυπερθέτως το RS, διότι έχει όλο το πακέτο. Είναι δυνατό, γρήγορο, παιχνιδιάρικο, κατά βούληση και οικογενειακό, δεν πολυπροκαλεί. Αν η επιλογή ήταν δύο από τα τρία, η επιλογή θα ήταν η GT και το ST. Η πεντάλιτρη δια Κυριακάς και εορτάς, εορτάς που εσύ ορίζεις και το ST για τις καθ' ημέραν υποχρεώσεις, εργασία, ώνια και τα υπόλοιπα.

To μπλε οβάλ έχει προτάσεις. Εμείς δεν έχουμε τα εχέγγυα.