Αφιέρωμα Δ.Ρ.Α. (8/12): Η δεκαετία του '70 (μέρος β') - (Τετάρτη 29 Μαίου 2019) Print

Το ΄74 ο αγώνας δεν γίνεται, υποκύπτοντας  στις πιέσεις της ενεργειακής ύφεσης. Σε αυτό το χρονικό διάστημα ο τόπος ζει μια τεράστια αλλαγή και ο ελληνισμός δέχεται ένα αντίστοιχο τραύμα. Έτσι το πρώτο μεταπολιτευτικό Δ.Ρ.Α. διεξάγεται το ’75.

Με 46 αλλοδαπές συμμετοχές και 42 Ελληνικές. Με έξι ελληνικές μέσα στις δέκα πρώτες, αλλά και δέκα συνολικά μέσα στους 14 που τερμάτισαν. Καλή χρονιά για τα ελληνικά χρώματα που ευτύχησαν μετά από 20 χρόνια να δουν ελληνικό πλήρωμα στην δεύτερη θέση.


Στην πρώτη και καλύτερη βρέθηκε ο Γερμανός Walter Rohrl, στην παρθενική του νίκη στο θεσμό. Στην εικόνα από μια σύντομη στάση, έναν αστραπιαίο τεχνικό έλεγχο της Ascona, σε εκείνες τις μέρες των σφικτών απλών και των ελεύθερων service, αντικρίζουμε και την μορφή των αγώνων της εποχής. Τους ανθρώπους του  συνεργείου ημίγυμνους, τον οδηγό με καμπάνες, το μηχανικό με το σταυρό στο χέρι.

Οδηγώντας πέρα από γρήγορα και έξυπνα, ο Γερμανός οδηγός, υπόδειγμα συγκροτημένου, μετρημένου και ατρόμητου χειριστή βάζει τις βάσεις μιας μεγαλειώδους καριέρας.

 

 

Με ένα ακατάλληλο αυτοκίνητο για ράλυ και πολύ περισσότερο για ράλυ Ακρόπολις, ο Γιώργος Μοσχούς τερμάτισε στην 7η θέση το ’75. Η εικόνα βέβαια παραπέμπει και αλλού. Στο γνήσιο Ελληνικό φόντο με πρωταγωνιστή, το συμπαθές τετράποδο, το οποίο στην ελληνική ύπαιθρο, ήταν κάτι πολύ παραπάνω από ότι ένα καλό αυτοκίνητο σε ένα Δ.Ρ.Α. Αδίκως, μάλιστα, αναφέρονται στο όνομά του όταν θέλουν να κακοχαρακτηρίσουν κάποιον άνθρωπο.

 

Το Δ.Ρ.Α. της δεκαετίας του ΄70 δεν άφησε πριμαντόνες να επικρατήσουν. Eιδικά το, σε μεγάλη έκταση λασπωμένο, 22ο. Ήρθαν τότε οι, περιφανείς και εξώκοσμες από την γείτονα χώρα, Stratos. Μακριά από την εικόνα του αυτοκινήτου ράλυ. Ένα πρωτότυπο, εντυπωσιακό στην όψη και στον ήχο. Τρείς ήρθαν εκείνη την πρώτη χρονιά. Με δυο Ιταλούς οδηγούς και ένα Σουηδό. Καμιά δεν έφτασε πολύ μακριά. Στην εικόνα ο Lele Pinto, κατεβαίνει το χωμάτινο, τότε, κομμάτι της κατατακτήριας Δεκέλειας. (φωτό Τ.Α.)

Ίδια τύχη είχε και η μοναδική γαλάζια Α 310. Ένα ογκώδες σε σύγκριση με την προκάτοχο κουπέ από την Διέπη, που δεν κατάφερε ούτε στο ελάχιστο να ακουμπήσει στις επιδόσεις της Α110. Προηγήθηκε κάποια στιγμή, ο εικονιζόμενος εδώ στο Μακεδονικό λασπωμένο κομμάτι J. Ragnioti, αλλά η αξιοπιστία του στέρησε τον τερματισμό. Έτσι η νίκη πήγε σε ένα ταπεινό, πλην όμως άθραυστο Datsun. (φωτό: Φ.Φ/Γ.Κ.)

 

Για δεύτερη συνεχή χρονιά το ίδιο ελληνικό πλήρωμα, οι «Σιρόκο» - Μ. Ανδριόπουλος, με το ίδιο αυτοκίνητο τερματίζουν δεύτεροι. Η Α110 δεν είναι γαλάζια πια, αλλά κίτρινη, όπως φαίνεται στην ένθετη εικόνα (φωτό Ν.Σ.Ζ.) από τη λασπωμένα Φουρνά.  Ο οδηγός στην ράμπα του τερματισμού βρεγμένος από τον καμπανίτη απαντά σε ερωτήσεις των εκπροσώπων του Τύπου, μετρημένος και σοβαρός όπως πάντα. (φωτό: Φ.Φ/Γ.Κ.)

 

Ο Μιχάλης Κούμας από την Κύπρο, μας είχε έλθει το ’75 και η τρίτη θέση που κατέλαβε ήταν ευχάριστη έκπληξη. Οδηγούσε ένα λαδί Colt Galant. Στα φτερά του είχε μια παράσταση από την αιμάσσουσα πατρίδα του, εικόνα πολύ διαδεδομένη εκείνη την εποχή, μετά την τουρκική εισβολή. Την επόμενη χρονιά μας ξανάρχεται, με το ίδιο αυτοκίνητο και με το ίδιο μήνυμα, όπως διακρίνεται στην ένθετη εικόνα. Ξεκινά δυναμικά κατά πως μαρτυρά και η εναερία φάση στην ειδική Λουκίσια, αλλά δεν θα καταφέρει να τερματίσει. (φωτό: Φ.Φ/Γ.Κ.)

 

Μιλώντας όμως για εναέριες περιπέτειες, στον αγώνα του ’77, στην κατατακτήρια ειδική της Δεκέλειας, υπήρχε δίπλα στη λίμνη ένα ανάχωμα και όσα πληρώματα περνούσαν πιο σβέλτα, απογειώνονταν. Συγκέντρωσε πολλά βλέμματα αυτό το σημείο καθώς και την προσοχή των φωτογράφων. Το πιο εντυπωσιακό κι ψηλό άλμα το έκανε ο πρεσβύτερος συμμετέχων.

Στα 63 του χρόνια ο Τζώνυς, ένα τέταρτο του αιώνα μετά το Α’ Δ.Ρ.Α. στέλνει στα ουράνια την Ascona του. Τρείς μέρες αργότερα στο στοπ της ειδικής Βούρβουρα, κατάκοπος (ένθετη εικόνα - φωτό Ν.Σ.Ζ.), επιστρέφει μετά από 2759 χιλιόμετρα στον τερματισμό, 9ος γενικής, δεύτερος ανάμεσα στους Έλληνες.

 

Η πρώτη πελοποννησιακή ετάπ, στο 24ο Δ.Ρ.Α. το ’77, ήταν το ασφάλτινο Αλεποχώρι. Το κομμάτι από την Αθήνα μέχρι εκεί, ήταν άνετο χρονικά και παρά τις προγραμματισμένες επισκευές, οι περισσότεροι έφθασαν πολύ νωρίτερα. Στο χρόνο μέχρι την είσοδό τους στο κοντρόλ, την ώρα που έδυε ο ήλιος, τον σπατάλησαν συζητώντας, χαριτολογώντας.

Αριστερά, ο νικητής του 23ου, Harry Kallstrom, μια ιδιαίτερη φιγούρα των αγώνων, στο δεξιοτίμονο 160 J. Δίπλα του ο Claes Billstam. Γνήσιο Σκανδιναβικό ταλέντο ο αποκαλούμενος και Sputnik λόγω της ταχύτητας του, Σουηδός οδηγός, πρωταθλητής Ευρώπης τα προηγούμενα χρόνια, άνθρωπος μαζεμένος, σχεδόν ντροπαλός.

Δεξιά οι οδηγοί των Escort που μονοπώλησαν τις δυο πρώτες θέσεις. Μετά  από 12 χρόνια από την πρώτη εμφάνισή του στα Ελληνικά χώματα με VW, ύστερα από απόπειρες με 911, με δύο – δυο, με Stratos, ήρθε η στιγμή να πανηγυρίσει πολύ δικαιωματικά ο  Bjorn Waldegaard. O Roger Clark μετά την νίκη του το ’68, εννιά χρόνια αργότερα θα βρεθεί για μία ακόμα χρονιά, μετά το ’66 και το ’69 στην δεύτερη θέση. (φωτό: Τ.Α.)

 

Mε την πανσέληνο στο βάθος να αναδύεται πάνω από την Αττική, ένα Σοβιετικό Lada με Λιθουανό οδηγό στρίβει στις πρώτες καμπές της Ειδικής του Αλεποχωρίου, στο 24ο Δ.Ρ.Α., που είναι γεμάτες θεατές.  Οι Stasys Brundza - Anatoliy Brum δεν θα καταφέρουν να τερματίσουν το ’77, εγκαταλείποντας στην 48η ε.δ. επί συνόλου 52. (φωτό: Φ.Φ/Γ.Κ.)

 

Τεχνικός έλεγχος του ’78, του αργυρού ιωβηλαίου του αγώνα. Ιδού, ο ψιλόλιγνος Γερμανός, που πολλοί ήδη ήξεραν ότι μόλις αποκτούσε το σωστό υλικό θα ήταν το επόμενο πρώτο όνομα, καθότι δεν είχε θεσμοθετηθεί ακόμα ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή, πράγμα που θα γινόταν την επόμενη χρονιά.  Τότε λοιπόν, είχε πει μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι «...κέρδισα το ’75 με Ascona, ε, θα κερδίσω το ’78 με 131».

Πολύ σοβαρά πάντως, και πολύ πειστικά, το είπε και το έκανε. Δεν ήταν και εύκολο πράγμα με team mate τον M. Allen, αλλά μέσα στο λασπωμένο και με ομίχλη Βέρμιο, πήρε μια διαφορά σχεδόν δύο λεπτών, αποτέλεσμα πρόνοιας και δουλειάς στις δοκιμές και έκτοτε δεν απειλήθηκε. (φωτό: Τ.Α.)

 

Χρονιά πολλών ελπίδων για τα Ελληνικά χρώματα το ’78. Ο «Σιρόκο» με Stratos, την αποκαλούμενη «Μπουμπού», με πελώριες εμπειρίες, στην ακμή της καριέρας του, ο «Ιαβέρης» με το εκρηκτικό ταλέντο του και επιτέλους με ένα αυτοκίνητο που ανταποκρινόταν στις δεξιότητές του, ο Γιώργος Μοσχούς, μέγας στις πίστες αλλά με αρκετά «Ακρόπολις» πια στις παραστάσεις του και με ένα όχημα όχι πρώτης γραμμής, αλλά άθραυστο.

Αυτοί ήταν οι οδηγοί μας που θα μπορούσαν εκείνη την εποχή να κυνηγήσουν το απόλυτο. Την νίκη. Στον αντίποδα υπήρχαν δυο κορυφαίοι αλλοδαποί αλλά τα 131 δεν ήταν υποδείγματα αξιοπιστίας, το αυτό και για τις Celica που επίσης είχαν το εξαίρετο ντουέτο Mikkola - Andersson. Υπήρχαν λοιπόν ελπίδες, ίσως και πιθανότητες.

Ατυχώς όλες ανετράπησαν. Κυριολεκτικώς και μεταφορικώς. Στα πρώτα χιλιόμετρα της Ριτσώνας ο «Ιαβέρης» κάνει μια απολύτως αναπάντεχη, ανεξήγητη τούμπα, πιθανότατα από ξεζαντάρισμα ελαστικού. Θα συνεχίσει με μεγάλο πείσμα, θα γράψει σπουδαίες επιδόσεις αλλά  ο αγώνας του είχε καταστραφεί.

Στην πρώτη νυκτερινή απλή για την Ασπροκλησιά, στο κομμάτι Καλαμπάκα Ι – ΙΙ, μια στιγμιαία απόσπαση προσοχής, θα στείλει τον Γιώργο Μοσχού εκτός δρόμου και ανάποδα. Το αυτοκίνητο δεν έχει ζημιά, αλλά δεν υπάρχει κανείς να τον βοηθήσει να έρθει στις ρόδες του (φωτό: Τ.Α.).

Λίγες ώρες αργότερα μετά από μια μεγαλειώδη τούμπα με πολλά χιλιόμετρα, στα τελειώματα του Αγ. Παντελεήμονα, η «Μπουμπού» θα βρεθεί στις ρόδες της με σπασμένο ψαλίδι, . Οι «Σιρόκο» - Μακρινός, θα τερματίσουν με την όπισθεν την ειδική, θα φτιαχτούν όπως  - όπως από ένα service της Fiat, και με μια μεγαλύτερη επισκευή στην Καλαμπάκα θα συνεχίσουν. Θα επιστρέψουν 6οι στην Αθήνα. Η πρώτη Stratos που τερμάτισε σε Δ.Ρ.Α.

 

Στην νύχτα της ανάπαυσης, ανάμεσα στο βόρειο  και στο νότιο κομμάτι, του 25ου, πληρώματα και αυτοκίνητα φιλοξενήθηκαν στα Αστέρια της Γλυφάδας. (φωτό: Τ.Α.)

 

Αν το ’63 ήταν η πρώτη φορά που ο Γιώργος Ραπτόπουλος εκπροσωπώντας τα ελληνικά χρώματα αμφισβήτησε την υπεροχή των ξένων σε ωμή ταχύτητα, ανεξάρτητα αποτελέσματος, το ’79 έρχεται ο «Ιαβέρης» να το επαναλάβει. Η πέμπτη θέση που καταλαμβάνει στο 26ο δεν είναι κάτι τόσο σπουδαίο.

Πλην όμως, οι επιδόσεις του στις ειδικές με όλους τους κορυφαίους εντός αγώνα, είναι μια υποθήκη ότι με καλό υλικό, σωστό προγραμματισμό και αντίστοιχη δουλειά, είχε τα εχέγγυα να σταθεί δίπλα τους, τουλάχιστον εδώ στην Ελλάδα. Και με λίγη τύχη να διεκδικούσε το απόλυτο. Στην εικόνα οι «Ιαβέρης» - Στεφανής στη  Πάρνηθα του 26ου. (φωτό: Τ.Α.)

 

Καταιγιστικός και στο 26ο, ο Β. Waldegaard σημειώνει την δεύτερη και τελευταία του νίκη στο Δ.Ρ.Α. Μια νίκη που τελικά θα συνεισφέρει τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος του ’79, του πρώτου του θεσμού. Για να γίνει αυτό χρειάστηκε στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς, στα μέσα του Δεκέμβρη να  αφήσει την ομάδα της Ford, και να αγωνισθεί στο ράλυ Côte d'Ivoire, στο δυτικό κέρας της Αφρικής με 450 SLC, όπως ακριβώς έκαμε και ο άλλος διεκδικητής Hannu Mikkola.

Μέχρι τότε στους δέκα αγώνες που είχαν διεξαχθεί, εκεί στην ακτή Ελεφαντοστού, την νίκη είχαν αποσπάσει έξι φορές γαλλικά (πέντε νίκες για το 504) και τρεις ιαπωνικά αυτοκίνητα. Το ’72,  που ονομαζόταν Rallye Bandama, συνέβη το αναπάντεχο να μην τερματίσει ούτε ένα πλήρωμα!

Κι έτσι, το ‘79 σε έναν αγώνα μήκους 5886 χιλιομέτρων, που θα έκρινε τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο του πρωταθλήματος των οδηγών, ο  Hannu πήρε μια άνετη νίκη, ο Bjorn τερμάτισε δεύτερος  και μια ακόμα πεντάλιτρη 450 CLC, με τον Andrew Cowan, τρίτη. Ο τίτλος πήγε στο Σουηδό με μικρότερη δυνατή διαφορά. Ένα μόλις βαθμό. Στην εικόνα του Τ.Α. κατεβαίνοντας στην ανασυγκρότηση της Αθήνας, στην νυκτερινή Ξηρονομή.

 

Μετά το δράμα του Monte εκείνης της χρονιάς, οι Γάλλοι Bernard Darniche – Alain Mahe, με την γαλάζια Stratos το Γάλλου εισαγωγέα Chardonnet, των Lancia έφεραν στο τελευταίο κομμάτι του 26ου Δ.Ρ.Α. μια τεράστια ανατροπή καθώς μετά τον  Λάδωνα πέρασαν εμπρός. Μια σπασμένη πλύμνη στο Ελληνικό, όχι μόνον θα τους στερούσε την νίκη, αλλά και το τερματισμό. Στην εικόνα το πλήρωμα, στα Ελληνικά ανοιξιάτικα λιβάδια. (φωτό: Φ.Φ/Γ.Κ.)

 

Κάπως έτσι κλείνει η δεκαετία, ακολούθως μπαίνουμε σε πιο επιταχυνόμενες εποχές, που δεν θα αλλάξουν μόνον τον αγώνα,. Και αυτές οι αλλαγές, σταδιακά θα περιορίζουν την αίγλη, θα εξατμίζουν το παρελθόν, θα μικραίνουν τις διαστάσεις του Δ.Ρ.Α., θα αλλάζουν τον χαρακτήρα του.

Πάνω από όλα όμως θα αλλάζει και ο τόπος. Ο χώρος, οι άνθρωποι, ακόμα και οι θεατές. Το σκηνικό, δεν θα είναι ποτέ πια ίδιο. Και θα του ταιριάζουν όλο και λιγότερο μουσικές όπως οι «36 Ελληνικοί χοροί» ή «Ελλάς η χώρα των ονείρων». Ο ομφάλιος λώρος με ότι εκλεκτότερο κόμιζε το παρελθόν είχε κοπεί.

 

...σε 48 ώρες η συνέχεια με τίτλο: Δεκαετία αλλαγών