Για τον Περικλή (και όχι για τον Λάκη) - (Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022) Print

Ο μοναχογιός του Φώτη και της Αναστασίας Φωτιάδη, Περικλής, ήρθε στη ζωή στις 19 Απριλίου του 1947. Η οικογένεια διαβιούσε στη συνοικία Harbiye της Πόλης, στην οδό Cumhuryiet (Ελευθερίας), σε πολυκατοικία με το όνομα Celik (ατσάλι). Σε τρία διαμερίσματα της, κατοικούσαν αντίστοιχες Ελληνικές Ορθόδοξες οικογένειες. Τού Φώτη, του Νίκου Φωτιάδη αδελφού του Φώτη συζύγου της Θεοδοσίας που βάφτισε τον Περικλή και εκείνη του Κωνσταντίνου Ωραιόπουλου αδελφού της Αναστασίας.


Στο ισόγειο της πολυκατοικίας βρισκόταν ένα τμήμα της οικογενειακής επιχείρησης που δημιούργησε και διαχειριζόταν ο Φώτης, η διάθεση συστημάτων κλιματισμού και ψυγείων της Amcor. Τα υπόλοιπα αντικείμενα της επιχειρηματικής του δραστηριότητας ήταν η εμπορία παστών ψαριών που είχε έδρα στο Ortaköy, η αντιπροσωπεία των ιταλικών φορτηγών Lancia, η εμπορία σχοινιών καθώς και των ελαστικών αυτοκινήτων Samsun.

Αρκετά τυχεροί όλοι τους, έχοντας γλυτώσει το βίαιο ξερίζωμα των Ελλήνων της Ιωνίας, αλλά και την περιπέτεια της Κατοχής και το ζόφο του Εμφυλίου που βάραιναν τους κατοίκους της Ελλάδας, συνέχιζαν να ζουν και να δημιουργούν απρόσκοπτα. Η τύχη τους συνεχίστηκε και την 7η Σεπτεμβρίου του 1955 όταν ξέσπασε το πογκρόμ κατά των Ελλήνων, άλλο ένα μακελειό από το οποίο βγήκαν ανέγγιχτοι.

Ο πατέρας Φώτης όμως είχε πάρει τα μηνύματα, είχε καταλάβει τι ερχόταν και επειδή η τύχη δεν είναι κάτι μόνιμο, μάζεψε ότι μπορούσε να μαζευτεί που κάθε άλλο παρά λίγο ήταν και μετακόμισαν στην Αθήνα. Κάπου εκεί αλλάζει και η ζωή του Περικλή, καθώς όλα όσα ήξερε έγιναν παρελθόν.

Τα ανέμελα καλοκαίρια στην Πρίγκηπο, το Ζάππειο  όπου ολοκλήρωσε το Δημοτικό, η συμπάθεια για την Φενέρμπαχτσε και τον Λευτέρ Κιουτσούκ Αντών ή Λευτέρη Αντωνιάδη τον Έλληνα παίκτη της, τα λαχματζούν και οι καυτεροί χυμοί από τουρσί, αγγούρι και λάχανο πριν τις 8 το πρωί, οι βόλτες στο Βόσπορο με την οικογενειακή Buick, όλες οι νοστιμιές μιας ευτυχισμένης παιδικής ηλικίας, και οι συχνά ακραίες σκανταλιές έσβηναν.

Πριν τα 14 του χρόνια, το φθινόπωρο της πρώτης χρονιάς της δεκαετίας του ’60, δεν θα άλλαζε μόνον σχολείο, αλλά χώρα και συνήθειες. Έτσι από, την Μεγάλη του Γένους σχολή, από την εξωτική  Πόλη, από την ξεγνοιασιά, τις τρέλες, την ανεξαρτησία αλλά και την ζεστή οικογενειακή φροντίδα θα συνέχιζε τις γυμνασιακές σπουδές σε ένα ολότελα διαφορετικό κλίμα ως εσωτερικός στην Aναργύρειο - Κοργιαλένειο σχολή των Σπετσών. Δεν πρέπει να ήταν πολύ ευχάριστο.

Από την επίσκεψη του τότε βασιλέως Κων/νου στην Αναργύρειο όπου παρακολούθησε τις γυμναστικές επιδείξεις της σχολής. Στο άκρο αριστερά ο Περικλής με παραδοσιακή φουστανέλα αφού έχει χορέψει τα τσάμικα και τα καλαματιανά του. Δίπλα, o συμμαθητής του Θανάσης Κοντογόνης. Είναι Κυριακή 8 Ιουνίου 1964. Η συγκεκριμένη εικόνα φέρει την υπογραφή του τέως άνακτα. Την υπέγραψε σαράντα χρόνια αργότερα λίγο πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας, σε μια από τις επισκέψεις του στο «Μπέρδεμα».


Πέντε χρόνια ήταν αυτά, πέρασαν με τις θερινές διακοπές να είναι το πολύ ευχάριστο διάλειμμα, είτε με επισκέψεις στην Πόλη, είτε με την φοίτηση στο Ecole Alpina στο Chambery της Ελβετίας, όπου δεν υπήρξε ο πιο πειθαρχημένος φοιτήσας, είτε αργότερα ως πρωταγωνιστής μιας ατελείωτης θερινής φιέστας σε μια Αθήνα πολύ διαφορετική, πολύ πιο άνετη από τη σημερινή, ειδικά για τους λίγους που είχαν τη δυνατότητα να την χαρούν.

Σεπτέμβριο του 1965 αναχώρησε με τραίνο από την Αθήνα για το νεφοσκεπές Λονδίνο και το Davis school στη Victoria station όπου θα τελειοποιήσει την αγγλική γλώσσα. Την επόμενη χρονιά, γράφτηκε στο The college of aeronautical  &  automobile engineering  of Chelsea που ανήκε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα τα οποία είχαν περισσότερο πρακτική εξάσκηση και λιγότερο θεωρητικά μαθήματα.

Παράλληλα παρακολουθούσε τμήματα όπου διδασκόταν διαχείριση και επικοινωνία. Δεν ήταν ούτε ο πιο υπάκουος, ούτε ο πιο μελετηρός φοιτητής. Ο συμφοιτητής και φίλος του Ανδρέας Βρετός έχει πληθώρα ζουμερών ιστοριών να διηγηθεί για τις μέρες, τις νύχτες και τα έργα του Περικλή στη Γηραιά Αλβιόνα. Και δεν είναι ο μόνος.

Βέβαια, το μέλλον του εκείνη την εποχή έδειχνε απολύτως ασφαλές και ο επαγγελματικός προσανατολισμός του πολύ ξεκάθαρος. Ήξερε καλά  ότι θα συνέχιζε τη δουλειά που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του Φώτης και αν τον ρωτούσες πόσο το ήθελε, η απάντηση ήταν: «θα πέθαινα για αυτό». Η «Μότορ Ελλάς Α.Ε.» είχε ανδρωθεί, ήταν η επίσημη αντιπροσωπεία της Alfa Romeo, της Jaguar, της Glass, της Skoda  στην Ελλάδα και μόλις ολοκλήρωνε τις σπουδές του θα αποτελούσε την επαγγελματική του απασχόληση.

Όπερ και εγένετο. Γύρισε το 1968, ανέλαβε το ρόλο του στην εταιρεία, όπου επήλθε η αναμενόμενη σύγκρουση με τον πατριάρχη, η οποία ξεπεράστηκε περιπετειωδώς μεν γρήγορα δε. Ας σημειωθεί ότι στην κορύφωση της κρίσης έκανε τον ρεσεψιονίστα σε ξενοδοχείο της Καβάλας. Σύντομα όμως, μαζί με την οικογενειακή ειρήνη, ήρθε και η αλματώδης ανάπτυξη της εταιρείας με άνοδο πωλήσεων, αύξηση κερδών, στενές σχέσεις με τα εργοστάσια που αντιπροσώπευε, αλλά και νέες δραστηριότητες.

Από τα εγκαίνια του συνεργείου της «Μότορ  - Ελλάς» σε μια οικογενειακή πόζα με το προσωπικό. Μετά από αρκετό καιρό και μεγάλη προσπάθεια ο Φώτης έχει πειστεί και οι τεχνικές υπηρεσίες αναβαθμίζονται.


Μια από αυτές ήταν η σοβαρή ανάμειξη, σε εταιρικό επίπεδο, με το ελληνικό μότορσπορ. Σε προσωπικό επίπεδο, είχε κάνει την αρχή στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά ήταν μια καθαρά ερασιτεχνική προσέγγιση. Η γνωριμία του με το Γιάννη  Μεϊμαρίδη που ήταν ήδη πρωταθλητής, θα προχωρήσει σε βαθειά, ισχυρή φιλία, και σε αντίστοιχα βαθειά εμπλοκή στους Ελληνικούς αγώνες.

Επίσης ο Γιάννης άλλαξε τα στέφανα στο γάμο του Περικλή, με την Ισπανίδα Angela Baon στην ορθόδοξη τελετή στον Άγιο Διονύσιο της οδού Σκουφά την ημέρα που ο Παναθηναϊκός έπαιρνε την πρόκριση για τον τελικό του κυπέλλου Πρωταθλητριών, με εκείνο εμφατικό 3 – 0 επί του Ερυθρού Αστέρα. Θεωρήθηκε επιτυχία που ο γαμπρός ενεφανίσθη στην ώρα του για το μυστήριο, καθώς ήταν γνωστές οι πράσινες αγάπες του.

Στο Δαφνί έλαβε χώρα ο τερματισμός του Εαρινού τον Μάρτιο του 1969. Οι Γιάννης Μεϊμαρίδης, Γιώργος Αργύρης, Σωτήρης Σοφιανόπουλος, Περικλής Φωτιάδης αφηγούνται τις περιπέτειες που έζησαν σε κλίμα εύθυμο.


Έτσι μετά την λευκή Giulia με κινητήρα από τον σπεσιαλίστα Carlo Facetti που έφερε τις πρώτες νίκες και τον πρώτο τίτλο στο Γιάννη το 1966, την κόκκινη GTA, που ήταν ίσως το πρώτο καθαρόαιμο αγωνιστικό που κύλησε τους τροχούς του στην Ελλάδα το 1967, αυτοκίνητα με τα οποία έκανε τα πρώτα του βήματα αργότερα και ο Περικλής, κατέφθασαν τον Σεπτέμβριο του 1969 η λευκή 1750 που αργότερα μετονομάστηκε GTAm και τον Μάιο του 1971 η ερυθρόλευκη GTAm, ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο αιχμής από τα σπάργανα της Autodelta. Ήταν σοβαρές, ακριβές και εντυπωσιακές κινήσεις σε μια εποχή που το ελληνικό μότορσπορ βρισκόταν σε μια επιταχυνόμενη πορεία, πάνω σε ένα σκηνικό μοναδικό με τέσσερα σιρκουί πόλης.

Αύγουστος 1969. Κέρκυρα. Ο Σταύρος Ζαλμάς τοποθετεί το Cooper του στη γραμμή εκκίνησης. Ο Περικλής δίπλα στον Τάσο Λιβιεράτο κοιτούν. Πίσω τους διακρίνονται τα αυτοκίνητά τους. Η μπερλίνα 1750 και το Kadett.


Οκτώβριος 1969. Τρίωρο Τατόι. Πρώτη σειρά εκκίνησης. Η λευκή 1750 του Γιάννη, στο άκρο αριστερά, στην πρώτη της εμφάνιση σημειώνει pole. Δίπλα της η Vette του Τζώνυ, η GTA του Περικλή (#15), το Kadett του Τάσου (#11) και το Cooper του Σταύρου Ζαλμά (#7) . Μόνον ο Τζώνυς θα δει καρώ σημαία.


Ιούλιος 1971. Ο Σπύρος Τσινιβίδης πιέζει τον Περικλή που οδηγεί την «παλιά» Αμερικάνα στο σιρκουί των Χανίων. Τρίτη θέση για την δυο δύο του Σπύρου, εγκατάλειψη και για τις δυο GTAm, με μόνο θετικό στοιχείο για την ομάδα της «Μότορ Ελλάς» η pole του Γιάννη.


Αύγουστος του 1971. Τατόι, νότιο πέταλο. Μέσα σε ένα σύννεφο καμένου λαδιού σπάει το δίλιτρο μοτέρ της GTAm. Μόλις διακρίνεται το πρωτότυπο του Χρήστου «Μπούμπη» Βασαλόπουλου που χειρίζεται ο Κωνσταντίνος «Νίνο» Σαμαρόπουλος.

 

Ρόδος 3 Οκτωβρίου 1971. Λίγα λεπτά πριν το συμβάν. Ο Περικλής μετά την πύλη της Ελευθερίας  στρίβει την Αμερικάνα στην παραλιμάνιο οδό ακτή Σαχτούρη με τον εσωτερικό τροχό στα ουράνια. Κατά πόδα ακολουθεί ο Γιάννης.


Ο θανάσιμος τραυματισμός του Γιάννη τον Οκτώβριο του 1971 στο σιρκουί της Ρόδου άλλαξε πολλά, αν όχι όλα στους αγώνες ταχύτητας, Η πολυμορφία τους, περιορίστηκε στο Τατόι που διέσωσε το θεσμό, ενώ αργότερα εκτοπίστηκαν σε βιομηχανικές περιοχές, έτερα στρατιωτικά αεροδρόμια και πλησίον Κρητικών θερμοκηπίων. Και αν ρωτούσες τον Περικλή για τον Γιάννη, ακόμα και 35 χρόνια μετά το θάνατό του, θα σου απαντούσε: «Δεν έχει περάσει μέρα που δεν το σκέπτομαι».

Ο Περικλής αποκαλύπτει την προτομή του Γιάννη στην πλατεία της κάτω Κηφισιάς . Δεξιά του, μόλις που διακρίνεται η Angela, αριστερά του η Μαργαρίτα, η μητέρα του Γιάννη.


Το συμβάν σήμανε και το τέλος της προσωπικής αγωνιστικής εμπλοκής του με τελευταία συμμετοχή το 3ωρο Τατόι του 1971, με κορυφαία του στιγμή την απώλεια του πρωταθλήματος ταχύτητας του 1970 στον τελευταίο αγώνα, το τρίωρο Τατόι στις 18 Οκτωβρίου, ελάχιστους γύρους πριν πέσει η καρώ σημαία όταν εγκατέλειψε, αφού είχε σημειώσει νέο ρεκόρ γύρου και όδευε άνετα στη δεύτερη θέση, πίσω από τη GTA του Γιάννη, θέση που του εξασφάλιζε τον τίτλο με ένα μόλις βαθμό από το Τζώνυ. Θα ήταν το θριαμβευτικό  1 - 2 για τις Alfa σε έναν δύσκολο αγώνα που ξεκίνησε υπό βροχή και ένας ακόμα τίτλος, που δεν ήρθαν ποτέ. Νίκη στο Γιάννη, η τελευταία της καριέρας του και τέταρτο Πρωτάθλημα Ταχύτητας στον Τζώνυ με τη Στρίγγλα Vette, δέκα χρόνια μετά το πρώτο του με την Γουρούνα two ten.

Ο Περικλής εγκατέλειψε τους αγώνες, αλλά η ίδρυση του αγωνιστικού τμήματος της «Μότορ Ελλάς» με την παρουσία του Γιώργου Μοσχού στη GTAm από το 1972, η έλευση της Alfetta το 1974, η επιλογή της Sud ti ως πρώτου αυτοκινήτου του θεσμού του Ενιαίου και η εμφάνιση της  P33T3 το 1975, οι συμμετοχές στα Δ.Ρ.Α. με την γαλάζια Veloce (1973) και την κόκκινη GTV (1975, 1976, 1977) αποτέλεσαν σημαντικές κινήσεις που προσέφεραν πλουσιοπάροχα συναίσθημα, χρώμα αλλά και κύρος στους ημεδαπούς αγώνες.

Από τα εγκαίνια του αγωνιστικού τμήματος της «Μότορ Ελλάς».  O Δημήτρης Σαλιάρης ποζάρει ανάμεσα στον Κώστα Δουλάμη και τον Ηλία Μαρακάκη.

 

Τολμηρή όσο και υποδειγματική ήταν η ίδρυση του αγωνιστικού τμήματος. Η «Μότορ Ελλάς» έφτιαξε μια δική της ομάδα με τέσσερις Sud ti προκειμένου να διεκδικήσει το πρωτάθλημα ομάδας 1 έως 1.300 κ.εκ. αλλά και να συμμετάσχει στο πρωτάθλημα ενιαίου. Την αποτελούσαν οι Χρήστος Ρουμπέσης, Μιχάλης Μοσχούς, Ρένος Λεοντόπουλος, Κώστας Μέξης. Στην εικόνα οι τέσσερις οδηγοί  φωτογραφημένοι με τους μηχανικούς τους και τα αυτοκίνητα έξω από τις εγκαταστάσεις του αγωνιστικού τμήματος της εταιρείας, στη λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη.

 

Ταυτόχρονα, η εταιρεία σε επιχειρηματικό επίπεδο σημείωνε ολοένα και πιο σημαντικά κέρδη, αλλεπάλληλες αυξήσεις στις πωλήσεις, διεύρυνε τον κύκλο των δραστηριοτήτων της, αντιπροσώπευε και άλλους οίκους του εξωτερικού και μεγάλωνε αλματωδώς.

Κάπου εκεί, πάνω στη γιγάντωσή της σημειώθηκαν κάποια σφάλματα που συνέπεσαν πάνω σε κομβικά χρονικά σημεία. Όπως η μετάθεση της ευθύνης για την αδειοδότηση του εργοστασίου παραγωγής αυτοκινήτων το θέρος του 1981 στην επόμενη κυβέρνηση. Είχαν ήδη επενδυθεί σημαντικά ποσά,  καθώς και το οικόπεδο είχε αγοραστεί και οι μελέτες είχαν εκπονηθεί οι χρηματοδοτήσεις είχαν εξασφαλιστεί και οι συμφωνίες με την μητρική εταιρεία στην Ιταλία είχαν κλείσει. Το μούδιασμα πριν την εκλογική αναμέτρηση της 18ης Οκτωβρίου του 1981 και τα όσα ακολούθησαν, σήμαναν την ματαίωση της κίνησης. Το οικονομικό θέμα ήταν πρόβλημα, αλλά ένα είδος κυβερνητικού - πολιτικού εμπαιγμού πριν και μετά τις εκλογές, μάλλον ήταν μεγαλύτερο.

Το καλοκαίρι του 1985 η φυγή του διαχειριστή της εταιρείας και εξαδέλφου του Περικλή στη Λατινική Αμερική με δεκάδες εκατομμύρια από το εταιρικό ταμείο, προϊόν υπεξαίρεσης βέβαια, ήταν ακόμα βαρύτερο χτύπημα.  Το επιχειρηματικό τέλος ήταν πλέον θέμα χρόνου. Το μόνο ευχάριστο της υπόθεσης, ήταν ότι οι γονείς του Φώτης και Αναστασία, δεν το έζησαν αφού είχαν εγκαταλείψει τον μάταιο κόσμο μας πριν την εταιρική κατάρρευση.

Μολοντούτο, ο Περικλής ήταν από τους λίγους Έλληνες που κατέβαλε το βαρύ τίμημα της αποτυχίας. Όχι μόνον διότι πέρασε τέσσερα χρόνια και ένα μήνα στο Harvard κατά πως το αποκαλούσε, αλλά βίωσε και τον κοινωνικό παραγκωνισμό πράγμα πολύ επώδυνο για όποιον στέκεται οικονομικά, ψηλά. Ταυτόχρονα όμως, εκείνα τα δύσκολα χρόνια βοηθήθηκε αρκετά, από λίγους.

Με το απολυτήριο του Harvard υπό μάλης, ξανάστρωσε τη ζωή του, ξεκινώντας στα 44του χρόνια κάτω από το μηδέν, αντιμετωπίζοντας όλη την γκάμα των συμπεριφορών από φίλους, γνωστούς και άγνωστους. Αυτό ήταν πολύ μεγαλύτερο βραβείο από τους όποιους ισολογισμούς, τις όποιες επιτυχίες της «Μότορ Ελλάς» και τα όποια πλούτη του παρελθόντος. Ότι, δηλαδή, δεν χάθηκε, δεν κόλλησε στο παρελθόν. Απαιτείται ειδικό και αρκετά σπάνιο καύσιμο για την επιβίωση κάτω από αυτές τις συνθήκες. Από ότι φάνηκε, το είχε.

Τα σκέφτηκα, τα γράφω όλα τούτα καθώς είναι πια τρεις μέρες που ο Περικλής αποσύρθηκε από τα εγκόσμια. Ο και «παίδαρος» αποκαλούμενος στις αρχές της δεκαετίας του ’70, έζησε 77 χρόνια μέσα σε μια πολύ σπάνια αλληλουχία γεγονότων, συμβάντων και ανατροπών. Πολλά δεν τα προκάλεσε και για  άλλα τόσα δεν έκανε πολλά ώστε να τα αποφύγει. Δεν ήταν ένας συνηθισμένος βίος. Ο ίδιος τον είχε περιγράψει με τρείς λέξεις: «Μια ζωή Μπέρδεμα»

Έτσι τουλάχιστον το βλέπω, με αυτά που νομίζω ότι ξέρω και με τη συνήθη νοσταλγική ματιά στους ενδιαφέροντες χαρακτήρες του παρελθόντος. Εννοείται ότι δεν είναι απαραίτητο να τα βλέπουμε όλα με τον ίδιο τρόπο, όλοι.


Δεν βρισκόταν πάντα σε θέση υπεροχής στα μπουγελώματα και στις φάρσες. Στην εικόνα πίπτει θύμα του δαιμόνιου επιθεωρητή Ιαβέρη, μετρ τέτοιων δραστηριοτήτων. Στιγμιότυπο από εκδήλωση στο ξενοδοχείο Hollidays in Evia ιδιοκτησίας  Θεώδρου Βενέρη στην Ερέτρια. Λέγεται ότι μετά την επέλαση των εμπλεκομένων η αίθουσα χρειάστηκε πλήρη ανακαίνιση. Ο Περικλής και ο Άρης Λουμίδης επωμίστηκαν τα οικονομικά βάρη.

 

Για το τέλος μια ιδιαίτερη εικόνα. Τελευταία Κυριακή του Ιουνίου του 1971. Το ντεμπούτο της GTAm στην Κέρκυρα. Ο Περικλής στρίβει  στην αριστερή της Ιώνιας βιβλιοθήκης. Ήταν η τελευταία φορά που ήχησαν αναπνοές αγωνιστικών στο νησί των Φαιάκων.