Paris 2008 (13.01.2009) Print

Ένα έργο με τρεις πράξεις που επιχειρεί μια διαφορετική προσέγγιση, για το τι βλέπει και κυρίως για το τι αισθάνεται, άνθρωπος τις, σε ένα σύγχρονο διεθνές σαλόνι αυτοκινήτων.

 

 

 

 

 

 

Αυλαία.

Πράξη πρώτη.

Σκηνή πρώτη:

Υπάρχουν κάποιες πτήσεις που αν κάτι δεν πάει καλά, ο κλάδος θα ορφανέψει. Συνήθως είναι οι πτήσεις προ και μετά των διεθνών εκθέσεων. Μια τέτοια πτήση ήταν και η πρωινή της Ολυμπιακής για την Γαλλική πρωτεύουσα την πρώτη μέρα του Οκτωβρίου.

Μέσα στο κήτος του 737-400 του εθνικού (ως πότε;) αερομεταφορέα, ήταν οι πάντες, ή μάλλον εκείνοι που εκπροσωπούσαν τα πάντα στον κλάδο. Ας (μου) επιτραπούν οι κάπως λαϊκοί σολοικισμοί, αλλά όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τα πάντα. Τουτέστιν:

Γκουρού, πρώτα, δεύτερα, αλλαγές, παγκίτες, υποσχετικές, υπό αίρεση, ακόμα και οι «επί της εξωτερικής», αλλά και ανερχόμενοι, κατερχόμενοι, καθώς και συνδυασμοί αυτών.

Ένα μοναδικό κράμα, του τύπου: «κοινωνία είμαι ο καθρέπτης σου», που μετά από τρεις ώρες ήσυχης πτήσης, προσγειώθηκε ομαλά, σε κάποιον αεροδιάδρομο του Charles de Gaulle.

 

Σκηνή δεύτερη:

Ευκαιρίας δοθείσης, αφού το σαλόνι θα άνοιγε τις πύλες του την επομένη, λίγο περπάτημα στο Παρίσι, θα βοηθούσε ένα ξεκαθάρισμα των σκέψεων. Καιρός νεφελώδης, με εκείνο το ψιλόβροχο που σου επιτρέπει να περπατάς χωρίς να μουσκεύεις. Κυκλοφοριακό βεβαρημένο, με την αψίδα του θριάμβου να δεσπόζει στο βάθος κάτω από ένα γαλάζιο άνοιγμα του συννεφιασμένου ουράνιου θόλου, με τα καφέ κατάφορτα από κάθε ηλικίας κόσμο και τα οχήματα να κυλούν με τον χαρακτηριστικό ήχο πάνω στους πλινθόστρωτους δρόμους.

Μια ζωντανή, πολύβουη μητρόπολη, που κάτι να έχει να ζηλέψει από την ξεχωριστή εποχή του μεσοπόλεμου, αλλά από την άλλη μπορεί να βιώνει μια διαφορετική bell époque. Για τον κόσμο του αυτοκίνητου πάντως, εκείνες τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου του 2008, ήταν κάτι παραπάνω από καλή εποχή.

 

Σκηνή τρίτη:

Για μας, αυτή η «καλή εποχή» ξεκίνησε από το προηγούμενο βράδυ της πρώτης μέρας του τύπου (press day). Στις όχθες του Σηκουάνα όπου η Ford (προσκεκλημένοι της, γαρ) παρουσίασε στους εκπροσώπους του παγκόσμιου ειδικού (και μη) τύπου το νέο Ka. Ήταν μια τελετή πλήρης χρωμάτων, σχημάτων, ήχων και εντυπώσεων. Σε ρόλο παρουσιαστή ο John Fleming, βαρύ όνομα, καθώς κατέχει τη θέση του προέδρου της Ford Ευρώπης, άνετος, χιουμορίστας και κατά το επιβεβλημένο, σε τέτοιες περιστάσεις, ολίγον performer. Ενδιαφέρον σχεδιαστικά το νέο Ka, με ένα οικολογικό προφίλ και αρκετά φιλόδοξες εμπορικές προσμονές.

Στο σανίδι μαζί με τον Flemming, ανέβηκε και η Olga Curylenco, το λεπτό θηλυκό που πλαισιώνει τον 007 στην τελευταία παραγωγή του ( Quantum of Solace) όπου μεταξύ άλλων πρωταγωνιστεί και το νέο Ka. Όμορφο πλάσμα η Olga, που μάλλον δεν γεννήθηκε στις όχθες του Βόλγα, με ένα μαύρο φόρεμα που δεν την κολάκευε ιδιαιτέρως. Ανήκει στην τόσο νέα γενιά, που δεν θυμάται, πρακτικά δεν έζησε,την περίοδο της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης, την εποχής της κυριαρχίας του Κ.Κ.Σ.Ε. με ότι κι’ αν συμβαίνει αυτό.

 

Σκηνή τέταρτη.

Κάποια στιγμή νοιώθεις περίεργα. Στις όχθες του Σηκουάνα σε ένα χώρο που κατασκευάστηκε με παραδοσιακές τεχνικές, με πέτρινες αψίδες κάποιον άλλον αιώνα, έχει περιστασιακά επέμβει η σύγχρονη τεχνολογία των οπτικών και ακουστικών εφέ για να δημιουργήσει ένα ετερόκλητο, αλλά ενδιαφέρον σκηνικό. Σχεδόν τέσσερεις εκατοντάδες εκπρόσωποι του παγκόσμιου τύπου από κάθε είδους έντυπο και ηλεκτρονικό μέσο, συγχρωτίζονται, συνοστιζόμενοι σε αυτό το χώρο, για να ζήσουν και να παρουσιάσουν με τη σειρά τους στα μέσα που εργάζονται το nouvelle Ka.

Κάποιοι καπνίζοντες πάντως, αναγκάζονται να βγουν έξω, στις όχθες του ποταμού για να ικανοποιήσουν το πάθος τους και διαμαρτύρονται για έναν εισέτι λόγο. Δεν τους αφήνουν να πάρουν μαζί τους (έξω) το ποτήρι με το ποτό. Μπορούσε άραγε να τους ανακουφίσει η θωριά του πύργου του Eiffel λουσμένου σε μια απόκοσμη μπλε απόχρωση; Ήταν άλλο ένα δείγμα του ζευγαρώματος της παράδοσης με την τρέχουσα αισθητική.

Αυλαία.


Πράξη δεύτερη

Σκηνή πέμπτη.

Η επόμενη μέρα.

Όπως κάθε σοβαρή μητρόπολη που σέβεται την παράδοση και τον εαυτό της, το Παρίσι τις πρωινές ώρες είναι παραδομένο στα δεσμά του κυκλοφοριακού χάους. Μικρές αποστάσεις, που χρειάζονται πολύ χρόνο για να διανυθούν. Ευρείες λεωφόροι με παγωμένο το σιδερένιο ποτάμι που θα έπρεπε να ρέει, αλλά και στενότεροι δρόμοι, με τα οχήματα ακινητοποιημένα, τις διασταυρώσεις μπλοκαρισμένες. Αρκετοί κατεβαίνουν από τα μέσα μεταφοράς ώστε να διανύσουν ταχύτερα πεζή, τα τελευταία πεντακόσια μέτρα προς την έκθεση

Σκηνή έκτη.

Και εγένετο φως. Κάτω από το τεχνητό, λαμπρό φως οι βιομηχανίες εκθέτουν τις νέες προτάσεις τους. Οι εμπειρότεροι, ψιθυρίζουν πως: «το Παρίσι γίνεται Φρανκφούρτη» εννοώντας ότι η γαλλική έκθεση καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερους χώρους. Είναι βεβαίως ένα τεράστιο παζάρι, είναι μια μάχη ενός ευρύτερου πολέμου καθώς ο κάθε εκθέτης διεκδικεί με σφοδρότητα μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς από τον άλλον. Μερικοί χρησιμοποιούν, αντί της λέξεως «τμήμα», τον όρο «πίτα».

Παρακαλώ, να μου επιτραπεί να τον αποφύγω, διότι μου θυμίζει την χορτόπιττα που έφτιαχνε η θεία Παναγιώτα στο χωριό, ανάμνηση απλησίαστης γευστικής ομορφιάς. Ενίοτε μου θυμίζει και την απεχθή κατάσταση μέθης, οινόφλυγος τινός.

Σε κάθε περίπτωση όμως 326 εκθέτες από 25 διαφορετικές χώρες δεν ήρθαν εδώ για λόγους αναψυχής.

 

Σκηνή εβδόμη.

Ένα ανδρικό, ασυνήθιστο σε τέτοιες περιπτώσεις, μυαλό θα χρειαστεί λίγο χρόνο να διαχωρίσει τι έκθεση μοντέλων είναι. Η γυναικεία παρουσία είναι τόσο σημαντική, ώστε να εγκλωβίζει το βλέμμα των παραδοσιακών αρσενικών, περισσότερο από τα τετράτροχα. Ο ανταγωνισμός μοντέλων τελικά, δεν είναι μόνο ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά σε δεύτερο επίπεδο εξελίσσεται, ανάμεσα στο μέταλλο και τη σάρκα. Έτσι, οι αυτοκινητοβιομηχανίες μετά τη σκληρή προσπάθεια ανάδειξης των νέων προτάσεων, τις αμπαλάρουν με την αντίστοιχη γυναικεία παρουσία.

Ακριβώς όπως και στο προϊόν αυτοκίνητο, έτσι και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν τα πάντα. Από fame fatale έτοιμες να κατασπαράξουν σε ελάχιστους χρόνους δυνατά χαρτοφυλάκια, έως την κοπέλα της διπλανής πόρτας. Βαριά μακιγιαρίσματα, εντυπωσιακά άκρα, πόζες με έντονο σεξισμό, ένδυση με ελάχιστο ύφασμα που αδυνατεί να καλύψει την νεανική επιδερμίδα αλλά και το αγνό βλέμμα της άδολης λευκής ύπαρξης, που ακόμα δεν αποπλάνησε, ούτε καν αντίκρισε ο Μεσογειακός ήλιος.

 

Σκηνή όγδοη.

Μεσημεριανό γεύμα, στο εστιατόριο της Ford. Τίποτα ιδιαίτερο. Ούτε σκέψη για τον ιχθύ, και το αρνάκι πολύ γαλλικό για ελληνικά γούστα. Ο οίνος όμως εξαίρετος. Η μικρή κουβέντα απρόσμενα εξελίχθηκε σε συζήτηση ουσιαστική για τους συνδαιτυμόνες, αδιάφορη για την πλειοψηφία των αναγνωστών. Ακούμπησε τα ήθη της εποχής, τα εργασιακά, τα συναδερφικά, θαρρώ, με ειλικρίνεια. Σαν πολλές συζητήσεις, δεν κατέληξε κάπου, και η κάθε πλευρά παρέμεινε πιστή στα πιστεύω της.

Πολύ ανθρώπινο. Αυτό που δεν ήταν και τόσο ανθρώπινο, για όσους τουλάχιστον ενδιαφέρονατι ή θίγονται, ήταν η αίσθηση δικαίου που δείχνει να πνίγεται καθημερινώς μέσα στα συμφέροντα.

Αυλαία.


Πράξη τρίτη

Σκηνή ένατη

Μέρα τρίτη και τελευταία.

Μισή ώρα πριν την έβδομη πρωινή, τοπική. Ανοίγουν τα μάτια. Νύχτα. Ο τεχνητός φωτισμός δεν περνά μέσα από το παράθυρο, οι θόρυβοι όμως από την ανέλκυση του κοντέινερ κάτω από το δωμάτιο του ξενοδοχείου, ανάμικτος με κουβέντες γεμάτες ένταση από τους εργάτες, περνούν.

Το μυαλό γυρεύει ποδαρόδρομο. Μαζί του ενεργοποιείται και η ψυχή, μετά το σύντομο βραδινό ύπνο. Μουσκεμένα όλα, με τη χαρακτηριστική πρωινή διαπεραστική υγρασία. Οι τελευταίοι έσονται πρώτοι, καθώς τα «δεύτερα» επαγγέλματα ανοίγουν την παραγωγή της μέρας αν υποτεθεί ότι οι δραστηριότητες σταματούν ποτέ σε μια πόλη σαν και τούτη.

Το σκληρό πρόσωπο της επιβίωσης, της ανάγκης, της σύγκρουσης.

«Το κράτος δεν θα καταλυθεί. Θα μαραθεί από μόνο του.» είχε ξεκαθαρίσει τον 19ο αιώνα ο Friedrich Engels. Ατυχώς, ή ίσως και ευτυχώς, η πρόβλεψη δεν επαληθεύτηκε.

Σημαντική και όχι έσχατη παρηγοριά, το ξεκαθάρισμα του ουράνιου θόλου με το γαλανό να αγωνίζεται να κυριαρχήσει στο γκρι. Άλλη μια προσωρινή κατάσταση.

 

Σκηνή δέκατη.

Δεύτερη και τελευταία μέρα του τύπου. Κάμερες μικρόφωνα, συνεντεύξεις, η γνωστή κινητικότητα για το κυνήγι της είδησης, που καμιά φορά μετατρέπεται σε κυνικότητα. Δεν υπάρχει κάποιο τάχα πονηρό υπονοούμενο στην προηγούμενη πρόταση. Το πλήθος, το βάθος και το εύρος των ειδήσεων είναι δεδομένο. Από αυτή την άποψη είναι μάταιο να περιμένει κάποιος αποκαλύψεις, όσο σημαντικό κι’ αν είναι το πρόσωπο με το οποίο έχει κλείσει συνέντευξη.

Αυτή την αναπόφευκτα άχρωμη συνθήκη, ήρθε να αναιρέσει, εν μέρει, η αναφορά του Luca di Madezemolo, στο πρόσωπο του Andrea Pinifarina κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της California,. Ήταν ένας ζεστός, λιτός, λατινικός λόγος.

Την επόμενη χρονική στιγμή, το σαλόνι αποκάλυπτε στα μάτια μου την πολυπολιτισμικότητά του.

Νεαρός μουσουλμάνος, έχει αποτραβηχτεί σε μια γωνιά, έχει αφαιρέσει τα υποδήματά του, έχει απλώσει κάποιο χαρτί συσκευασίας πάνω στην κόκκινη μοκέτα και προσκυνά με ευλάβεια το θεό του.

Λίγα μέτρα πιο εκεί βημάτιζε ο καθηγητής Αθανασόπουλος, ενίοτε ανταλλάσσοντας χαμόγελα και φιλοφρονήσεις και με έλληνες δημοσιογράφους. Το ερώτημα ήρθε μόνο του. Με δεδομένα τα προβλήματα, τις εντάσεις, την πορεία και ασφαλώς την εικόνα της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρικού μήπως δεν ήταν η κατάλληλη εποχή για αυτή την εμφάνιση;

 

Σκηνή ενδέκατη.

Οφείλω να αποκαταστήσω τη φήμη του εστιατορίου της Ford. Αργά το απόγευμα πια, κι ενώ έχουν αποσύρει τα του γεύματος, με σερβίρισαν ένα μοναχικό γεύμα, όπου το beef ήταν εξαίρετης ποιότητας, ωσαύτως και το επιδόρπιο.

Αυτή τη γλυκεία ανάμνηση, ήρθε να ανατρέψει το απογευματινό μποτιλιάρισμα στους παρισινούς δρόμους με κατεύθυνση το αεροδρόμιο, το λάθος του Γάλλου οδηγού που μας άφησε σε άλλο terminal και τη υπηρεσιακή σχολαστικότητα των υπαλλήλων του ελέγχου που σε κάνουν να πιστεύεις ότι το ταξιδεύειν δεν είναι πια και τόσο αξιοπρεπές. Εκτός κι αν υπάρχει κάποιου είδους αξιοπρέπεια στο να κρατάς τα παντελόνια, τα παπούτσια σου και να σε ξαχουλεύουν.

Στο τέλος του χρόνου ο George W. Bush θα πάει σπίτι του, τα έργα του όμως θα ταλαιπωρούν επί μακρώ την ανθρωπότητα.

 

Σκηνή δωδέκατη.

Μεσάνυκτα και κάτι. Επιστροφή από εκεί που ξεκινήσαμε. Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος με τα φτερά της Ολυμπιακής. Οι αποστολές επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη. Αποχαιρετιστήρια, σχεδόν συναφή με τα προ τριημέρου χαιρετιστήρια δηλαδή ένα μείγμα από χειραψίες, χαμόγελα, «κανωότιδεσείδα», ολίγους εναγκαλισμούς και αξιόλογες ανέκφραστες σκέψεις.

Μεσάνυκτα περασμένα. Πως το είπε ο Hegel;

«Η γλαύκα της Αθηνάς απλώνει τα φτερά της όταν πέφτει το σκοτάδι.»

Μάλιστα. Απομακρύνομαι.

Δεν έχω ξεχάσει τα λόγια μου…

 

Αυλαία.

 

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό car & driver τ. 227, 11ος 2008