περί Βραζιλίας - Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014 PDF Print E-mail

Κάτι παραπάνω από 16 χρόνια έχουν περάσει από την μοναδική επίσκεψή μου στη Βραζιλία. Επαγγελματικό ταξίδι ήταν, αποστολή της Pirelli, γνωριμία δοκιμή ελαστικών (P 3000 energy) και επίσκεψη σε εργοστάσια κατασκευής τόσο των ελαστικών, όσο και των αυτοκινήτων που προμηθεύονταν επίσωτρα (τι λέξη!) από την πολυεθνική εταιρεία με την Ιταλική καταγωγή και όνομα.

Δεν διήρκεσε περισσότερο από 3 νύκτες, ήταν όμως αρκετές για να πάρουμε μια μικρή ιδέα, για την Βραζιλία. Για την πελώρια αυτή χώρα, που στα παιδικά μυαλά της γενιάς μου κυριαρχούσαν οι πρασινοκίτρινες εμφανίσεις της Σελεσάο και οι υπερφυσικές ποδοσφαιρικές ικανότητες εκείνης της μαγικής ομάδας που κατέκτησε το Mundial του ’70 στο Μεξικό.

Λίγα χρόνια αργότερα στην πρώτη μας νεότητα μας, μπορώ να θυμηθώ, ότι το ενδιαφέρον μας, το κέντριζαν ονόματα από παραλίες, όπως Κοπακαμπάνα ή Ιπανίμα, αλλά και ο θρασύτατος Ρόνι Μπίγκς που αφου συμμετείχε στην μεγάλη ληστεία του τραίνου, αφού δραπέτευσε μετά την φυλάκισή του, βρήκε καταφύγιο, μαζί με τη σύζυγο, τα παιδιά του, αλλά και τον έκλυτο βίο του στη Βραζιλία, από όπου οι τοπικές αρχές αρνήθηκαν την έκδοση του καθώς είχε αφήσει έγκυο την στριπτζέζ ερωμένη του!

Η μεγαλύτερη, πολυπληθέστερη, πιθανότατα και πλουσιότερη χώρα της Λατινικής Αμερικής ακολούθησε τα πονεμένα βήματα όλης της Ηπείρου. Αποικιοκρατία, πραξικοπήματα, δικτατορίες, ανισότητες, αναλφαβητισμός και βέβαια εγκληματικότητα.


Θυμάμαι από τότε, πόσο διχασμένες ήταν οι εικόνες από το Σάου Πάολο. Είχαμε παρυσφρήσει με τον φωτογράφο Νίκο Μήτσουρα σε κάποια φτωχογειτονιά, όχι ιδιαίτερα ευφυής κίνηση, κι όταν σήκωσε τον τρακοσάρη να αποτυπώσει την φτώχια ακούσαμε τα εξ αμάξης, έγιναν και κάποιες απειλητικές κινήσεις και σπεύσαμε να απομακρυνθούμε.

Σε αντιδιαστολή από εκείνη την ένδεια και τις πρωτόγνωρες εικόνες των γυναικών που ζούσαν στους δρόμους και έψαχναν στα σκουπίδια (που να τα φανταζόμαστε τότε, ότι σύντομα θα τα βιώναμε κι’ εδώ;), το περιβάλλον του ιππόδρομου, ανέπνεε σε μια ανύπωτη χλιδή αλλά και το κλαμπ «Μπαζί», όπου η κυρίαρχη μορφή μουσικής ήταν η τεκνοσάμπα και πέρα από το γεγονός ότι η ελάχιστη κατανάλωση αντιστοιχούσε στο 1/8 του βασικού μισθού, έπρεπε να αντέξεις τόσο τα αναρίθμητα ντεσιμπέλ όσο και μερικά από τα ομορφότερα γυναικεία κορμιά που λικνίζονταν επαγγελματικά, ελαφρότατα ενδεδυμένα.

Όταν λίγια χρόνια αργότερα έφταναν οι εικόνες από τις φυλακές με τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, όταν γινόταν ευρύτερα γνωστό στον ευημερούντα δυτικό πολίτη, η φτώχια, ο αναλφαβητισμός, η βία που κυριαρχούσαν σαν σύγχρονες άσπλαχνες θεότητες στις φαβέλες, το εξωτικό βερνίκι της Βραζιλίας σιγά –σιγά χανόταν, όπως νωρίτερα είχε αρχίσει να εξατμίζεται η ποδοσφαιρική της μαγεία, θύμα αυτή του σύγχρονου ποδοσφαίρου.

Τώρα, για το γιγάντιο παράνομο κύκλωμα που υποδουλώνει τη Βραζιλία, ασχολείται σχολαστικά ο Missa Glenny στο βιβλίο του McMafia (σύντομα θα αναφερθώ αναλυτικά σε αυτό), μετά από μια σειρά επαφών και συνεντεύξεων που είχε, επί τούτου, εκεί.

Μια παράγραφος αρκεί: «Αυτό το μέγεθος παραστρατιωτικής οργάνωσης των εγκληματιών, με τέτοια θέληση και ικανότητα να συγκρουστούν με τις αρχές θα ήταν αδιανόητο στη Μόσχα ή στο Πεκίνο». Ο Ρωσικής καταγωγής, Βρετανός δημοσιογράφος – συγγραφέας αφιερώνει ένα κεφάλαιο για την εγκληματικότητα της χώρας με τίτλο: «Κωδικό όνομα πορτοκαλί» όπου ανάμεσα σε πλήθος στοιχείων μας πληροφορεί ότι πέρα από το ωμό έγκλημα, τα ναρκωτικά, την βία, η Βραζιλία μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα αποτελούν το βάθρο στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του ηλεκτρονικού εγκλήματος.


Τα γράφω όλα τούτα σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσω τις αντιδράσεις του κόσμου μετά από εκείνη, την μαύρη νύκτα του ημιτελικού με την Γερμανία. Δεν είναι μόνον ότι αποκλείστηκε, είναι ότι δεν μπήκε ποτέ στο παιχνίδι, είναι επίσης ότι συνετρίβη, ενδεχομένως να είναι και η ταυτότητας της νικήτριας που ενοχλεί. Προσωπικά, δεν μου ήταν αδιάφορο αυτό.

Έχουμε λοιπόν ένα Mundial που διοργανώνεται στην πατρίδα τους, έχουμε τις πρώτες αντιδράσεις πως αντί να μαζέψουμε τα προβλήματα μας, στήνουμε παγκόσμιες φιέστες και ξοδεύουμε χρήματα με λάθος τρόπο.  Μόλοντούτο, τα γήπεδα ήταν γεμάτα, αλλά πάνω απ’ όλα έχουμε ένα κοινό που αντιμετωπίζει το ποδόσφαιρο ως το μοναδικό ίσως μέσο να κάνει πιο πλούσια την ημέρα του, πιο περήφανη τη ζωή του.


Κι η εθνική τους ομάδα αποτυγχάνει παταγωδώς και ντροπιαστικά όχι μόνον διότι η Nationalmannschaft τους φιλοδώρησε με επτά τεμάχια, αλλά κυρίως διότι δεν άξιζε να φτάσει μέχρι τον τελικό δείχνοντας ολότελα αποκομμένη από το πηγαίο ταλέντο της. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι βιαιότητες μετά τον αποκλεισμό είναι πιο εύκολα ερμηνεύσιμες. Οχι αποδεκτές, μέσα από μια νηφάλια τουλάχιστον κουλτούρα, αλλά ερμηνεύσιμες. Μπορείς δηλαδή, κάτω από αυτό το πρίσμα να νιώσεις γιατί κάηκαν σημαίες και φανέλες.

Απομένει ακόμα να ερμηνεύσουμε, πως μια μεγάλη χώρα με 200 εκατομμύρια πληθυσμό, γόνιμη, πλούσια, με τον σημαντικότερο πνεύμονα του πλανήτη, δεν μπορεί να βρεί τρόπους να σιτίσει, να μορφώσει, τα παιδιά της, ώστε να μην πνίγονται στις θυλιές των ναρκωτικών, στους βρόχους της εγληματικότητας, ώστε να μην ποντάρουν αποκλειστικά την καλή τους μέρα στις επιτυχίες της Σελεσάο.

Έγραψα τούτες τις αράδες λοξοκοιτώντας ταυτόχρονα τον άλλο ημιτελικό. Τίποτα ως παιχνίδι. Αν δεν υπήρχε το καρδιοχτύπι για τα πέναλτυ δεν άξιζε να αφιερώσεις δύο ώρες από τη ζωή σου. Ευτυχώς, τελικά, για τις ποδοσφαιρικές ισορροπίες η άλλη ομάδα που θα συναντήσει την Γερμανία στον τελικό της Κυριακής, θα είναι Λατινοαμερικάνικη. Δικαίως, αφού αυτή η Αργεντινή έχει παίκτες όπως οι Μέσι, Αγκουέρο, Ντι Μαρία, Ιγκουαίν, Μασεράνο, που είναι περισσότεροι από τους Ρόμπεν και Φαν Περσι μιλώντας για παγκοσμιίου επιπέδου αθλητές.  Ατυχώς η "Αλμπισελέστε" στον τελικό οφείλει να ξεπεράσει το εμπόδιο των "Αετών" που παρουσιάζονται πολύ ισχυροί, με παίκτες δυνατούς και αποφασισμένους . Αυτό σε καθαρά ποδοσφαιρικούς όρους διότι σε κοινωνικούς, πολιτικούς, οικονομικούς, αναρωτιέμαι πόσοι Λατινοαμερικάνοι, πόσοι Νοτιοευρωπαίοι, πόσοι Έλληνες και για πιο λόγο, θα υποστηρίξουν την Γερμανία.