Τρίωρο Τατόι του ’68 - Πέμπτη 24 Απριλίου 2014 PDF Print E-mail

Πρώτη Δεκεμβρίου του ‘68. Κυριακή. Από νωρίς το πρωί, βαριά νέφωση είχε καταλάβει το λεκανοπέδιο και αργότερα η μέρα εξελίχθηκε με καταρρακτώδεις βροχές. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πλημμυρισμένο αεροδρόμιο, ένας βρεγμένος αγώνας.

Ήταν το δεύτερο, μετά την Κέρκυρα, βρεγμένο σιρκουί του ’68 και σε μεγάλο βαθμό η βροχή επηρέασε τα αποτελέσματα. Μέσα στο Τατόι οι αγωνιζόμενοι αντιμετωπίζουν για πρώτη φορά τόσο μαζικά, το φαινόμενο της υδρολίσθησης και καθώς κατεβαίνουν την μεγάλη ευθεία χάνουν αιφνίδια τον έλεγχο των αυτοκινήτων τους αφού «σκαρφαλώνουν» πάνω σε φιλμ νερού.

Τα αποτελέσματα επίσης επηρεάζονται και από την οργάνωση των pit των αγωνιζομένων. Σε αυτό το κομμάτι ευνοημένος εμφανίζεται ο νικητής, «Μαύρος» με την άρτια οργάνωση, από το carrera pit team, που του εξασφάλισε άριστη πληροφόρηση και ως εκ τούτου σωστή τακτική.

Αντίθετα χαμένος της υπόθεσης είναι ο Νίκος Καπετανάκης ο οποίος μετά από μια μεγάλη προσπάθεια και εξαιρετική οδήγηση πάνω στο βρεγμένο τερέν θα μείνει χωρίς πληροφόρηση σε όλη τη διάρκεια του αγώνα αφού η βροχή θα καταστρέψει την υποτυπώδη οργάνωση του δικού του pit, υποχρεώνοντάς τον σε ένα «τυφλό» αγώνα.

Ο οδηγός της B.M.W. εγκατέλειψε από μοτέρ, ελάχιστα λεπτά πριν πέσει η σημαία και μάλιστα υποστηρίχτηκε ότι ίσως και να είχε συμπληρώσει περισσότερους γύρους από τον νικητή, αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση έπρεπε να είχε πάρει καρό σημαία, οπότε η άποψη αυτή μόνον ακαδημαϊκή αξία είχε.

Ένα σημαντικό τμήμα της νίκης ο «Μαύρος» σίγουρα το οφείλει στον Στεφ. Ζάννο που βρισκόταν επικεφαλής του Carrera team. Με την ίδια ονομασία ο παλιός πρωταγωνιστής των ελληνικών αγώνων διατηρούσε κατάστημα αξεσουάρ αυτοκινήτων στην Πατρ. Ιωακείμ στο Κολωνάκι σε μια από κοινού επιχείρηση με τους αδελφούς Μεϊμαρίδη.

Πάντως ο Γιάννης δεν ήταν ο μόνος καλά ενημερωμένος σε εκείνο το Τατόι. Επί του θέματος, ο Γ. Παγώνης θα σημειώσει στις στήλες της «Βραδυνής» για τον Γ. Κρητικό: «με μικροσκοπικούς πομπούς, τύπου 007, κολλημένους στο ταμπλώ του Κορντίνι μπορούσε να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με το πιτ και τη χαριτωμένη μνηστή του.»

Τα ηλεκτρικά, λόγω της μεγάλης νεροποντής, θα στερούσαν από τον Κρητικό τη χαρά του τερματισμού, όπως και στον Τζώνυ.

Στο κοινωνικό πλαίσιο πρέπει να αναφερθεί η παρουσία του Αλ. Ωνάση.

Στην εικόνα, διακρίνονται τέσσερις νέοι άνθρωποι λίγο πριν την εκκίνηση από αριστερά. Ο Γιάννης «Μαύρος» Μεϊμαρίδης, στα 24 του, καπνίζοντας, ντυμένος με άφλεκτη φόρμα εποχής και δερμάτινα γάντια. Δίπλα του με γυαλιά καθρέπτες ο εικοσάχρονος Αλέξανδρος Ωνάσης, ακολούθως με μυωπικά γυαλιά ο 23χρονος Νίκος Βερνίκος και φορώντας κράνος ο πρεσβύτερος της παρέας ο Γιώργος «Μέλας» Μεϊμαρίδης σχεδόν 27 ετών τότε. Από την τετραμελή παρέα πρώτος θα εγκατέλειπε τα εγκόσμια ο Γιάννης μετά το βαρύτατο και ως εξελίχθη θανάσιμο τραυματισμό του, στο σιρκουί της Ρόδου τον Οκτώβριο του ’71. Στα 28 του χρόνια.

Μόλις 16 μήνες αργότερα, στις 23 Ιανουαρίου άφηνε την τελευταία του πνοή ο Αλέξανδρος Ωνάσης, συνεπεία εκείνου του περίεργου δυστυχήματος του Piaggio στο Ελληνικό. Ήταν 25 ετών. Η αυτοκρατορία του Αρίστου θα βρισκόταν χωρίς διάδοχο.

Μιλώντας για απώλειες, να αναφερθεί πως ήταν τέτοιο το μένος της κακοκαιρίας εκείνη την μέρα και ειδικά στην συγκεκριμένη περιοχή, όπου μια τετραμελής οικογένεια Καναδών πνίγηκε στο Κεφαλάρι καθώς τα όμβρια ύδατα παρέσυραν το όχημά τους!

Για να κλείσουμε το σημείωμα με τρόπο εύθυμο, η πολυαναμενόμενη και πολυδιαφημισμένη GT40 που θα έφερνε ο Σταμάτης Κόκκοτας προκείμενου να συμμετάσχει στον τρίωρο αγώνα, κατέφθασε με 30 ώρες καθυστέρηση και δεν πρόλαβε να είναι παρούσα στην εκκίνηση. Έτσι ο λαϊκός τροβαδούρος ήταν θεατής. Πάντως λίγο πριν τον αγώνα στην ερώτηση του Χρ. Ράπτη:

- «Πιστεύετε ότι θα πλασσαριστήτε σε καλή καλή θέση;» απαντά:

- «Τι καλή θέση και πλασσαρίσματα. Το Τατόι είναι δικό μου».

Ενώ, μετά το Τατόι και αφού το αυτοκίνητο είχε έρθει στην Ελλάδα, στην ερώτηση του ίδιου δημοσιογράφου

- «Σιρκουί δεν υπάρχει τώρα να τρέξεις. Τι θα την κάνεις;» απαντά:

- «Θα την κυκλοφορήσω λίγο να με δη ο λαός και μετά βλέπουμε. Τι να το κάνω το θηριάκι χωρίς αγώνες. Θα την βλέπω και θα τραντάζεται το είναι μου. Λέω να ρίξω μερικές δοκιμαστικές σε καμμιά Μόντζα. Έτσι για να γνωριστούμε με το τζιτάκι!» (όπου τζιτάκι προφανώς το ελληνογενές υποκοριστικό του GT)