Η τεχνητή λίμνη - Σαββάτο 22 Φεβρουαρίου 2014 |
«Τραβηγμένη» με το μέσο που τα τελευταία χρόνια έχει κάνει εκατομμύρια ανθρώπους φωτογράφους, με κινητό τηλέφωνο, η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει κυριολεκτικά και μεταφορικά την τεχνητή λίμνη του Μόρνου. Δημιουργημένη στην καρδιά της Φωκίδας, πριν από 33 χρόνια με σκοπό να καλύψει τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες υδροδότησης του λεκανοπεδίου της Αττικής, αποτελεί έναν σημαντικό και ασφαλή αποταμιευτήρα. Από τον ταμιευτήρα του Μόρνου ξεκινά ο υδραγωγός μήκους 188 χιλιομέτρων για να καταλήξει στα διυλιστήρια του Μενιδίου, τα μεγαλύτερα από τα τέσσερα που εξυπηρετούν την Αθήνα, αφού πρώτα στο 146ο χλμ. διακλαδώνεται και ο δευτερεύων κλάδος κατευθύνεται προς τον αποταμιευτήρα Υλίκης Μαραθώνα. Εκτός από την ύδρευση της Αθήνας, ο υδαταγωγός του Μόρνου, χρησιμοποιείται και για την ύδρευση της Άμφισσας, των Ερυθρών, των Πλαταιών, των Βιλίων, της Οινόης, των Λεύκτρων, του ∆ιστόμου, των Στείρων, της Ελλοπίας, της Ξηρονομής, του Προφήτη Ηλία, του Κυριακίου, της Θίσβης και της ∆όμβραινας, πόλεων και κωμοπόλεων της Φωκίδας και κυρίως της Βοιωτίας. Τόσο ο αποταμιευτήρας όσο και ο υδαταγωγός, ξεκίνησαν να κατασκευάζονται επί δικτατορίας και άρχισαν να λειτουργούν επί «αλλαγής», απότοκο τόσο της πολυπλοκότητας του έργου, όσο και της πατροπαράδοτης καθυστέρησης που διέπει τα μεγάλα δημόσια έργα. Βεβαίως τον μέσο πολίτη λίγο τον απασχολούν όλα αυτά, όταν αντικρίζει μια λαμπρή μέρα την ομορφιά του τοπίου ανάμεσα στην Γκιώνα και στα Βαρδούσια, εκεί που εκβάλει ο Μόρνος το πολύτιμο περιεχόμενό του και δημιουργεί αυτή την υδάτινη επιφάνεια των 15,5 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Έτσι συνέβη και πριν μια εβδομάδα, όταν ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι, στην καρδιά του Φλεβάρη, έδινε άλλη αίσθηση στην τεχνητή λίμνη του Μόρνου. Κάτω από ένα αψεγάδιαστο ουρανό, η επιφάνεια του νότιου τμήματος παρέμενε αρυτίδωτη αντικατοπτρίζοντας τις χιονισμένες κορφές. Στο κεντρικό τμήμα, ένας ελαφρύς άνεμος χαλούσε την κατοπτρική ιδιότητα της επιφανείας της λίμνης. Τι μπορεί να διαταράξει αυτό το ειδυλλιακό τόπιο; H εικόνα του Κάλλιου (τέως Βελούχοβο, πρώην Καλλίπολη), που όταν πέφτει η στάθμη αποκαλύπτεται. Ακολουθεί μαρτυρία κατοίκου του χωριού αλιευμένη από τον ιστότοπο του Γυμνασίου του Λιδωρικίου. «Ήταν πρωτοχρονιά του 1980 έμενα ακόμη στο χωριό. Ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς. Τα Βαρδούσια και η Γκιώνα ήταν γεμάτα χιόνια και έβρεχε πολύ . Το φράγμα είχε ολοκληρωθεί και περιμέναμε μέρα με τη μέρα το νερό να φτάσει στα σπίτια μας . Η παροχή του νερού ήταν πολύ μεγάλη. Το χωριό άρχισε να κατακλύζεται. Τα σπίτια το ένα μετά το άλλο άρχιζαν να χάνονται . Το νερό ανέβαινε 1-4 μέτρα το εικοσιτετράωρο . Σύντομα έφτασε στην κεντρική γέφυρα και στην πλατεία του χωριού μας . Κατεβήκαμε στην πλατεία που το νερό άρχισε να την σκεπάζει και είδαμε να βγαίνουν μέσα από το νερό 3 φίδια κυνηγημένα . Είχαν τρομοκρατηθεί και ήθελαν να ξεφύγουν .Εμείς στις 6 Γενάρη μαζέψαμε τα πράγματα μας βιαστικά και φύγαμε γεμάτοι πόνο και θλίψη που εγκαταλείπαμε το ωραίο μας χωριό» βιβλιογραφία: Δ. Κουτσογιάννης - Το υδροδοτικό σύστημα της Αθήνας |