Σομαλία, τότε και τώρα (15.01.2013) PDF Print E-mail

Η πρόσφατη είδηση της αποτυχημένης προσπάθειας που πραγματοποίησαν οι Γαλλικές ειδικές ένοπλες δυνάμεις, μας γύρισαν σχεδόν είκοσι χρόνια πίσω.

Ο Γάλλος υπουργός Εθ. Aμύνης Jean Le Drian


Όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές σε αντίστοιχες περιπτώσεις οι πληροφορίες που φτάνουν είναι συγκεχυμένες και αντικρουόμενες. Οι Γαλλικές δυνάμεις προσπάθησαν να απελευθερώσουν τον Ντενίς Αλέξ που κρατείτο όμηρος στη Σομαλία από ισλαμιστές αντάρτες από τις 14 Ιουλίου του 2009. Ο Αλέξ, όνομα που πρόκειται περί ψευδωνύμου, ήταν πράκτορας των Γαλλικών μυστικών υπηρεσιών είχε απαχθεί στο Μογκαντίσου μαζί με έναν ακόμη πράκτορα, o οποίος απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 2009. Τον Ιούλιο του 2012, συμπληρώνοντας τρία χρόνια ομηρείας, ο Αλέξ, είχε απευθύνει ένα βιντεογραφημένο μήνυμα στον Γάλλο πρόεδρο προκειμένου να πράξει τα δέοντα για την απελευθέρωση του. Το μήνυμα αυτό, σε γαλλική γλώσσα, ασφαλώς υπαγορευμένο από εκείνους που τον κρατούσαν ασκούσε «ευγενική» κριτική στην Γαλλική εξωτερική πολιτική, «συμβούλευε» τον δυτικό κόσμο να μην έχει επιθετική πολιτική απέναντι στους Μουσουλμάνους και κατέληγε με τρόπο ήρεμο συνδέοντας τη ζωή και την απελευθέρωσή του με τις ενέργειες του Προέδρου. Μιλώντας για «εκείνους που τον κρατούσαν» φθάνουμε στην Αl-Shabab, που στα Αραβικά σημαίνει «Η νεολαία». Ιδρύθηκε σαν ένα ριζοσπαστικό παρακλάδι της Ένωσης των Ισλαμικών Δικαστηρίων το 2006. Θεωρείται συνδεδεμένη με την Αλ Κάιντα και ελέγχει μεγάλα τμήματα της νότιας και κεντρικής Σομαλίας. Εκτιμάται ότι αριθμεί 7.000 έως 9.000 μαχητές.

Ο "Denis Alex"


Η  επιχείρηση των Γαλλικών ειδικών δυνάμεων πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, με τέσσερα στρατιωτικά ελικόπτερα εναντίον κατοικίας στο Μπιλομάρερ, μιας περιοχής που τελεί υπό τον έλεγχο των ανταρτών της Αl-Shabab, 110 χλμ. νότια της πρωτεύουσας Μογκαντίσου. Η ανακοίνωση του Γαλλικού υπουργείου Εθνικής Άμυνας αναφέρει ότι, ο όμηρος «σκοτώθηκε από τους δεσμοφύλακές του» και δύο Γάλλοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους, στη διάρκεια της μάχης, όπως και «17 «τρομοκράτες». Τελείως διαφορετική εικόνα έδωσε ο Αμπντουλαζίζ Αμπου Μουσάμπ, ο στρατιωτικός εκπρόσωπος των Σομαλών ισλαμιστών, καθώς δήλωσε τηλεφωνικά ότι «οι Γάλλοι δεν πήραν αυτό που ζητούσαν» αφού ο όμηρος ήταν «ασφαλής και μακριά από τον τόπο της μάχης». Πρόσθεσε ότι οι Γάλλοι κομάντος άφησαν πίσω έναν σύντροφό τους που σκοτώθηκε στη διάρκεια της επιχείρησης, ενώ οι αντάρτες έχουν στα χέρια τους έναν «τραυματισμένο Γάλλο στρατιώτη».

Την ίδια περίπου χρονική στιγμή από το ανατολικό κέρας της Αφρικής στη δυτική πλευρά της μαύρης Ηπείρου, άλλες Γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις, αναπτύσσονται στο Mali προκειμένου να εγγυηθούν την ασφάλεια των Γάλλων πολιτών και να αναμετρηθούν με ένοπλες ισλαμικές ομάδες που θέλουν να «εγκαθιδρύσουν ένα τρομοκρατικό κράτος επωφελούμενες από την καθυστέρηση, ανάμεσα στις διεθνείς αποφάσεις που έχουν ληφθεί και το χρόνο εφαρμογής τους». Η κυβέρνηση της Γαλλίας έλαβε την απόφαση της επέμβασης ανταποκρινόμενη στο αίτημα του προέδρου του Mali, θέλοντας παράλληλα να εγγυηθεί την ασφάλεια 6.000 περίπου πολιτών της που ζουν και εργάζονται στην Αφρικανική χώρα.

Η εμπλοκή της Γαλλίας

θυμίζει την προ 20 ετών ανάμειξη των Η.Π.Α. στη Σομαλία όταν από ανθρωπιστική παρουσία κατέληξε σε στρατιωτική επέμβαση. Η χώρα βίωνε τότε την περιπέτεια σοβαρού εμφύλιου σπαραγμού έχοντας απόλυτη ανάγκη τροφίμων, αφού ήδη μετρούσε 300.000 θανάτους από λιμό. Κεντρική διακυβέρνηση δεν υπήρχε και τον τόπο διαφέντευαν 6 – 7 πολέμαρχοι οι οποίοι διαχειρίζονταν ακόμα και τμήμα από τα τρόφιμα της ανθρωπιστικής βοήθειας που κατέφθαναν. Στη συνείδηση του Τζόναθαν Χόου, του απόστρατου Αμερικανού ναυάρχου ο οποίος είχε χρεωθεί την αποστολή των κυανοκράνων του Ο.Η.Ε., την μεγαλύτερη ευθύνη είχε η φυλή Χαμπρ Γκίντρ, και ο επικεφαλής πολέμαρχος της, Μοχάμετ Φαράχ Αϊντίτ.

Τον Ιούνιο του '93 μαχητές της φυλής του, έστησαν ενέδρα σε Πακιστανούς κυανόκρανους, σκότωσαν 24 και προέβησαν σε πράξεις ωμότητας πάνω στους νεκρούς. Ένα μήνα αργότερα Αμερικανικά ελικόπτερα επιτέθηκαν σε βάση της φυλής, αφήνοντας πίσω τους 54 νεκρούς και δυο εκατοντάδες τραυματιών.

Η αντιπαλότητα είχε κλιμακωθεί. Ο Χόου επικήρυξε τον Αϊντίτ για 25.000 δολάρια και ο Αφρικανός πολέμαρχος ανταπέδωσε με αντίστοιχη επικήρυξη ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Στο τέλος του Αυγούστου έφθασαν στο Μογκαντίσου 450 άνδρες των επίλεκτων δυνάμεων Delta και Rangers υπό το στρατηγό William F. Garrison και το κυνήγι του επικηρυγμένου πολέμαρχου άρχιζε.

Εικόνα του φωτογράφρου Jean Claude Coutausse από στρατόπεδο σίτισης στη Σομαλία του εμφυλίου πολέμου του 1992

 

Η, χωρίς υποδομές, πρωτεύουσα, ζούσε στην ένδεια, στην ανομία. Μεγάλο πλήθος από την καθημαγμένη επαρχία είχε συσσωρευθεί στις παρυφές της πόλης οξύνοντας το πρόβλημα. Αλλά και οι σχέσεις των Αμερικανών με τον τοπικό πληθυσμό ήταν πλέον κακές. Το μίσος των τοπικών απέναντι στους πάνοπλους στρατιώτες ήταν δεδομένο. Οι πιλότοι των ελικοπτέρων σε μια συνεχή προσπάθεια ελέγχου και πίεσης πέταγαν χαμηλά δημιουργώντας πανικό με τους θορυβώδεις κινητήρες και σύννεφα σκόνης που έπνιγαν τα παραπήγματα που κατοικούσαν οι ντόπιοι. Αρέσκονταν στο να αιωρούνται πάνω από τις δημόσιες τουαλέτες σαν ένα τρόπο εξευτελισμού και γενικά δεν προσπαθούσαν να κρύψουν την δεδομένη υπεροπλία τους με συχνές επιδείξεις δύναμης ίσως και επιθετικής υπεροψίας.

Αργά το απόγευμα

της 3ης Οκτωβρίου του 1993, επίλεκτοι Αμερικανοί της Δύναμης Delta, και του 75ου Συντάγματος Rangers, ένα σύνολο 160 ανδρών, ξεκινούσαν την αποστολή εντοπισμού και σύλληψης δυο υπαρχηγών του πολέμαρχου Αϊντίντ, του Ομάρ Σαλάντ και του Αμπντί Σαλάν Ουαντέ. Υπήρχε η πληροφορία ότι κλιμάκιο του πολέμαρχου θα συσκεπτόταν σε αίθουσα κτιρίου στο κέντρο της πρωτεύουσας Μογκαντίσου στην οδό Χαουλουαντίγκ περιοχή που ήταν γνωστό πως έλεγχε ο Αϊντίντ, γνωστή επίσης και με το προσωνύμιο “Μαύρη θάλασσα”. Σε κοντινή απόσταση βρισκόταν και η συνοικία Μπακάρα, ένα ακραία εχθρικό έδαφος για τους Αμερικανούς, ένας τόπος πολύ μακριά από την καθημερινότητα και λογική του δυτικού πολίτη. Το εμπόριο όπλων εκεί γινόταν φανερά και μαζικά, ενώ μεγάλο τμήμα του ανδρικού πληθυσμού βρισκόταν υπό την επήρεια του κχατ, ενός φυτού που έχει συγγενή επίδραση με τις αμφεταμίνες και πουλιόταν ελεύθερα.

Αν και καλά οργανωμένη, σε θεωρητικό επίπεδο, η επιχείρηση υπήρξε εξαιρετικά φιλόδοξη, κυρίως διότι το υπουργείο αμύνης αρνήθηκε τη συμμετοχή αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων και η αποστολή θα διεξαγόταν στο φως της ημέρας. Όμως έστω κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι επίλεκτοι και οι επικεφαλής τους, το καύχημα των ενόπλων δυνάμεων των Η.Π.Α. δεν είχαν αμφιβολίες για την επιτυχή έκβαση της αποστολής. Τα σχέδια μιλούσαν για προσβολή από αέρος, σύλληψη των υπόπτων, διακομιδή με επίγεια μέσα και απαγκίστρωση. Όλα τούτα ήταν προγραμματισμένα να κρατήσουν μια ώρα και πάνω σε αυτό το χρονικό όριο στηρίχθηκε και ο προσωπικός εξοπλισμός των εφορμούντων. Έχει επίσης αναφερθεί πως ο στρατηγός Garrison και οι επιτελείς του είχαν την πληρέστερη και την καλύτερη πληροφόρηση που είχαν ποτέ στρατιωτικοί διοικητές στην μέχρι τότε πολεμική ιστορία με ηχητική επικοινωνία από όλες τις δυνάμεις και οπτική επαφή από αέρος με την εξέλιξη της μάχης.

ΜΗ-60 Βlack Hawk


Το κύριο όπλο τους, το ελικόπτερο ΜΗ-60Κ Black Hawk, άλλα και οι χειριστές τους δεν ήταν άπειροι συνθηκών μάχης. Από την υπηρεσιακή τους ένταξη το θέρος του '79, σε αντικατάσταση των φημισμένων “Χίουι” Iroquois, είχαν εμπλακεί το '83 στην εισβολή στην Γρενάδα, το '89 στον Παναμά και τον Φεβρουάριο του '91 στον πόλεμο του Κόλπου. Οκτώ τέτοια συμμετείχαν κατάφορτα από κομάντος της δύναμης Delta και Rangers, ενώ άλλα 11 ελικόπτερα ΜΗ-6 Little Bird είχαν πολλαπλούς ρόλους.

Ο προγραμματισμός της αποστολής όμως ανατράπηκε, καθώς οι επιτιθέμενοι έχασαν το πλεονέκτημα όταν ένα από τα Black Hawk κατέπεσε από βολή αντιαρματικής RPG (rocket propelled grenade). Ήταν κάτι που στην κρίση των επιτελών είχε ελάχιστες πιθανότητες να συμβεί. Σύντομα ακολούθησε και δεύτερη κατάρριψη, ενώ πλήθη Σομαλών που στο μεταξύ είχαν εξοπλισθεί και βρίσκονταν σε οικείο περιβάλλον άρχιζαν να πιέζουν ασφυκτικά τις αμερικανικές δυνάμεις.

Στην εξέλιξη της μάχης προέκυψε αληθινό μακελειό. Από την μία ώρα που υποτίθεται ότι θα διαρκούσε η επιχείρηση, με κόπο κατάφεραν να απαγκιστρωθούν μετά από 17 ώρες, το ξημέρωμα της επομένης με τη βοήθεια τάγματος της 10ης Ορεινής Μεραρχίας. Περισσότεροι από 1100 Σομαλοί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν ενώ οι Αμερικανοί μέτρησαν 18 νεκρούς και 73 τραυματίες. Ο αντικειμενικός σκοπός, η σύλληψη των δυο επιτελών του Αϊντίτ επετεύχθη, μαζί με άλλους 22 που συμμετείχαν της σύσκεψης, αν και οι μισοί περίπου από αυτούς φονεύθηκαν από φίλια πυρά κατά τη διάρκεια της διακομιδής τους στο Αμερικάνικο αρχηγείο. Αλλά η ντροπή για την διαπόμπευση των τεσσάρων νεκρών Rangers στους δρόμους του Μογκαντίσου από το έξαλλο πλήθος ενόπλων και αόπλων Σομαλών μετά τη μάχη και η αιχμαλωσία ενός τραυματισμένου πιλότου ήταν πρωτοφανής.

εξώφυλλο του περιοδικού TIME, με την εικόνα του, για 11 μέρες, αιχμάλωτου των Σομαλών, Αμερικανού πιλότου M. Durant.Ένας άλλος Michael, ο Jordan αποφάσιζε εκείνη την εποχή να τερματίσει την καριέρα του.

 

Τρεις μόλις μέρες

αργότερα το υπουργείο Αμύνης των Η.Π.Α. αποφάσισε να διακόψει όλες τις ενέργειες κατά του Αϊντίτ. Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 15 Δεκεμβρίου 1993, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Les Aspin παραιτήθηκε, καθώς έφερε μεγάλο μέρος της ευθύνης για την απόφασή του να αρνηθεί τις αιτήσεις για άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα στην υποστήριξη της αποστολής. Την άνοιξη του '94, απαγκιστρωνόταν και το σύνολο της Αμερικανικής δύναμης.

Από τους επικεφαλής της σύγκρουσης ο μεν πολέμαρχος Αϊντιτ πέθανε την 1η Αυγούστου του '96 από καρδιακή προσβολή. Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε τραυματισθεί σε μάχη με δυνάμεις αντίπαλου πολέμαρχου, ενώ τον προηγούμενο χρόνο είχε ανακηρύξει τον εαυτό του σε πρόεδρο της χώρας του, χωρίς όμως να αναγνωρισθεί διεθνώς.

Ο στρατηγός Garrison παραιτήθηκε την επόμενη μέρα από εκείνη που γνωστοποιήθηκε ο θάνατος του Αϊντίτ. Η καριέρα του όμως είχε τελειώσει από εκείνο το απόγευμα της 3ης Οκτωβρίου του '93 στο Μογκαντίσου. Είχε ξεκινήσει υπηρετώντας στο Βιετνάμ και είχε παρασημοφορηθεί. Οι αναφορές έκαναν λόγο για έναν ασκητικό, εργατικό στρατιωτικό και οι απόψεις των υφισταμένων μιλούν για ένα διοικητή που πάντα νοιαζόταν για τους στρατιώτες του.

Το βαθύ τραύμα του Βιετνάμ μπορεί να είχε, σε κάποιο βαθμό, ιαθεί από την έκβαση του πολέμου στον Κόλπο, αλλά η περιπέτεια στο ανατολικό κέρας της Αφρικής, κατέδειξε άλλη μια φορά ότι ισχυρότερη πολεμική μηχανή του πλανήτη δεν είναι απαραίτητα ανίκητη.

Ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια αυτών των γεγονότων ο Οσάμα Μπιν Λάντεν ζούσε στο γειτονικό Σουδάν. Αμερικανικές πηγές θεωρούν πως ο Σαουδάραβας πολυεκατομμυριούχος συνέβαλε στην μετακίνηση μουζαχεντίν στο έδαφος της Σομαλίας, ως αντίβαρο στις παρεμβάσεις της Δύσης στην ευρύτερη περιοχή. Λέγεται μάλιστα πως εκείνοι που έβαλαν με τα RPG με τόση επιτυχία εναντίον των ελικοπτέρων είχαν συμμετάσχει και είχαν εμπειρίες στον πόλεμο στο Aφγανιστάν.

Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά από εκείνο λουτρό αίματος, ενώ ο Οσάμα δεν μπορεί πια να αποτελέσει απειλή καθότι νεκρός από τον Μάιο του 2011, η Σομαλία συνεχίζει να υποφέρει από αλλεπάλληλες συγκρούσεις, επιθέσεις αυτοκτονίας, ενέδρες και μια ανοικτή αιματηρή σύγκρουση ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Αl-Shabab, την οποία θέλουν άμεσα συνδεδεμένη με την Αλ Κάιντα. Η χώρα διεκδικεί τον τίτλο της πιο φονικής χώρας στην Αφρική για εκπροσώπους του τύπου αφού το 2012 σημειώθηκαν 17 δολοφονίες επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης.

υ.γ. για τα γεγονότα της 3ης οκτωβρίου του '93, καθώς και ότι προηγήθηκε όπως και τις εξελίξεις γυρίστηκε οκτώ χρόνια αργότερα, το 2001, από τον Ridley Scott κινηματογραφική παραγωγή με τον τίτλο "Black Hawk down". Ηταν μια απόπειρα καταγραφής των γεγονότων, με ρεαλιστική αποτύπωση, πλούσιο καστ, γυρίστηκε στο Μαρόκο, στοίχισε 92 εκατομμύρια δολάρια και απέφερε στους παραγωγούς της κέρδη περισσότερα των 108 εκατομμυρίων δολαρίων. Στην Ελλάδα προβλήθηκε τον Μάρτιο του 2002.