Στης Ακρόπολης τα μέρη (09.09.2012) |
Λίγο πριν τα 19του, ο «Βενιαμίν» της οικογενείας ήρθε, ως συνήθως, φουριόζος ένα απόγευμα. Φουριόζος και επικλητικά απαιτητικός. - Θα με πας μέχρι το μετρό; - Για πού το βάλες; - Ακρόπολη και πέριξ... - Φύγαμε ....και που’σαι ...σαν γυρίσεις …γράψε κι ένα κομματάκι. Βέβαια του πήρε λίγες μέρες να το γράψει, όχι γιατί το πάλευε, αλλά διότι είχε, υποθέτω, άλλες προτεραιότητες. Ακολούθως, το παραθέτω αυτούσιο, ανέγγιχτο με μερικές από τις δικές του εικόνες.
Mε την μαθηματικά βέβαιη κατατονία, που αναπόφευκτα κουβαλά ο πρώτος μήνας του φθινοπώρου βρέθηκα να αναρριχώμαι στα σκαλιά του βράχου της Ακρόπολης. Μεσημέρι. Βήμα αργό (κατάλοιπο του θέρους). Ύφος προβληματισμένο. Δέος προδιαγεγραμένο. Το πέρασμα από τα Αναφιώτικα, για μια ζωντανή αίσθηση κυκλαδίτικου αέρα ακολουθεί ένας πεζόδρομος, με θέα το ναό του Ηφαίστου. Από τα επιβλητικά νεοκλασσικά που κοσμούν την άκρη του δρόμου, ακούστηκαν επίμονα κακαρίσματα που κάθε άλλο παρά σε κάποια πυργοδέσποινα της Πλάκας ανήκαν. Μάλιστα! κότες και κοκόρια, κακάριζαν ευτυχισμένα στη σκιά του βράχου, αποκαθιστώντας με το δικό τους τρόπο τις σύχρονες βιασμένες ισορροπίες μας. Στην είσοδο του πρώτου αρχαιολογικού χώρου που λειτούργησε στην Ελλάδα, η διαδικασία έκδοσης του εισιτηρίου γίνεται πιο επίπονη λόγω των άκομψων ουρλιαχτών παρευρισκόμενων Ιταλών τουριστών. Αξέχαστες στιγμές. Η mama χάνει το παιδί και το παιδί τη μάνα. Οι εξ Ιταλίας μαμάδες, έφεραν τα βλαστάρια τους να θαυμάσουν το αρχαίο κάλος. Τα πιτσιρίκια δεν αντέξαν απ’τη συγκίνηση, έσκουζαν, τρέχανε, χοροπηδάγανε και οι μαμάδες έβαζαν κι αυτές ακατανοήτου περιεχομένου κραυγές, προφανώς για να τα κουλαντρίσουν. Οι μπαμπάδες απ’την άλλη, να ωρύονται αορίστως ατενίζοντας το κενό. Παρέλαβα το μηδενικής αξίας εισιτήριο μου, καθ’ότι για σπουδαστές κλασσικών σπουδών και σπουδαστές εξωτερικού η είσοδος είναι δωρεάν και βρέθηκα, προσπερνώντας το Ηρώδειο, στα Προπύλαια. Ο πρόσφατα αποκατεστημένος ναός Ιωνικού ρυθμού της Αθηνάς Νίκης σε συνδυασμό με τα επιβλητικά δωρικά προπύλαια προετοίμαζαν τον επισκέπτη για τη συνέχεια. Στο βάθος, σαν καδραρισμένος από τις δωρικές κολώνες των προπυλαίων φαίνεται ο Παρθενώνας. Μεγαλοπρεπής, αντάξιος της φήμης του, στέκει ακόμα εκεί, προσφέροντας γοητεία στην πόλη της Αθήνας. Γοητεία που πηγάζει όχι μόνο από αρχιτεκτονική άποψη, αλλά και ιστορική, καθ’ότι αποτέλεσε μήλον της έριδος για δεκάδες λαούς, με κορωνίδα τους κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου. Γότθοι, Γάλλοι, Ρωμαίοι, Βενετοί, Τούρκοι αλλά και Έλληνες απογύμνωσαν, κατακρεούργησαν το παγκόσμιο σύμβολο της Δημοκρατίας και του πολιτισμού, άλλοτε από άγνοια, άλλοτε από συμφέρον, άλλωτε απλώς διότι αποτέλεσε παράπλευρη απώλεια. Ακρωτηριάστηκαν βίαια το κτίσμα και η ιδέα που εκείνο πρέσβευε, στο όνομα της θρησκείας, του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Μπορεί λόγω των καταστροφών αυτών να έχασε ο Παρθενώνας με τους αιώνες την πρωταρχική του αρχιτεκτονική αξία, μα σχεδόν καρμικά απέκτησε κάτι πιο πολύτιμο. Σαν σύμβολο πολιτισμού, παραμένει ανέπαφος, σε αντίθεση με την κτιριακή του κατάσταση η οποία μπορεί να υστερεί σε ακεραιότητα, μα υπερτερεί σε γοητεία. Ακόμα και σαν ερείπιο ο Παρθενώνας συγκινεί. Να τρέφει άραγε τον εγωισμό του ανθρώπου, η ερείπωση βαρυσήμαντων ειδώλων; Τον ρεμβασμό μου για το μνημείο που ίσα - ίσα φαίνεται μέσα από τις σκαλωσιές και τις σιδερένιες διακλαδώσεις των συνεργείων, παρεμποδίζουν άτσαλα οι φωνές ενός εργαζόμενου του χώρου. Με όπλα την έμφυτη αγένειά του και μια μεταλλική σφυρίχτρα ουρλιάζει και κατευθύνεται προς το μέρος ενός σχιστομάτη τουρίστα από την Άπω ανατολή που αποφάσισε να ισορροπίσει στο χείλος των τειχών. Θα ήθελε ο ατυχής, να θαυμάσει είτε το καινούργιο μουσείο της Ακρόπολης, ή το νεοκλασσικό του «κύριου» Άκη μας στην Διονυσίου Αρεοπαγείτου. Μην τα πολυλογώ. Στο σημείο που ο μεταμελημένος Γιαπωνέζος (;) κοιτάει με ντροπή το χώμα και είναι έτοιμος να κατευθυνθεί μακριά από τα ουρλιαχτά, ένας Έλλην ξεκινά λογομαχία με τον επιστάτη. Τι ευφάνταστο... Μα τι μπρίο, τι ατάκες, τι επιχειρηματολογία! Πού βρίσκομαι τελος πάντων. Στο βράχο της Ακρόπολης ή σε κάποιο πάνελ τηλεοπτικής εκπομπής; Το ματς λήγει ένα - μηδέν και τις εντυπώσεις κερδίζει ο δίκαιος ομόγλωσσος επισκέπτης ο οποίος συνέστησε στον εργαζόμενο να χρησιμοποιεί ευγενέστερες μεθόδους. Απ’την βορειοανατολική πλευρά ο Παρθενώνας, διακρίνεται καθαρότατα καθώς όλες οι σκαλωσιές απουσιάζουν. Διάσπαρτες ομιλίες σε πολλές διαφορετικές γλώσσες ακούγονται κάτω απ’την ελληνική σημαία η οποία με περηφάνεια κάνει αισθητή την παρουσία της σε όλο το λεκανοπέδιο, κυματίζοντας χαριτωμένα στον ίδιο ρυθμό με τον άνεμο. Πιο πέρα, το Ερέχθειο στέκει βόρεια του Παρθενώνα, κομψότατο και πονηρό. Πονηρό γιατί την φήμη του Παρθενώνα δεν την έχει, αλλά την ομορφιά (Ιωνικού ρυθμού) την διατηρεί ακόμα με τα εντυπωσιακά κιονόκρανα, τις περίτεχνες θύρες και τις έξι κόρες του, τις Καρυάτιδες. Όλες με τον τύπο τους. Οι γνήσιες, φιλοξενούνται πια στο μουσείο της Ακρόπολης και τα αντίγραφά τους βρίσκονται στο Ερέχθειο. Καμία δεν είναι ίδια με την άλλη, οι τρεις έχουν κεκλιμμένο το δεξί και οι άλλες τρεις το αριστερό πόδι δημιουργώντας μία εντυπωσιακή συμμετρία. Θαύμα που έχουν απομείνει τουλάχιστον αυτά τα αγάλματα γένους θυληκού. Λέγεται ότι όταν εκλάπη η μία από τα συνεργεία του Έλγιν μέσα απ’το κιβώτιο που την μετέφεραν ακούγονταν κλάματα, γι αυτό οι άλλες παρέμειναν ανέγγιχτες. Με πόζα και με στιλ, μία γάτα στέκεται δίπλα τους επιχειρώντας να αναπληρώσει την παρουσία της εκλιπούσσης αυθεντικής. Ξανανεβαίνω τα σκαλιά, κατευθυνόμενος πάλι προς τον Παρθενώνα, με την ήλιο αυτή τη φορά εγκλωβισμένο στα προπύλαια έτοιμο να δύσει. Ήμαστε όμως λαός αντάξιος του παρελθόντος. Βέβαια. Έχουμε μία θεϊκή αύρα ως έθνος. Να, εκεί αχνοφαίνεται ένας κοντοκουρεμένος Νεοέλληνας φορώντας ένα ανεκδιήγητο ύφασμα για παντελόνι, αναδεικνύοντας τα ελαφίσια πόδια του τα οποία μετα βίας διακρίνονται κάτω από μια στρώση τριχώματος. Ο απόγονος του Περικλή, λοιπόν, με τα της αναλόγου κάλους συντροφιάς του, σκύβει χαριτωμένα, κοιτώντας δεξιά-αριστερά (μην τον πούνε και αδιάκριτο) και αρχίζει βουλιμικά να χώνει πετραδάκια στις τσέπες του. Για σουβενίρ; θέλει να στρώσει το ίδιο στο εξοχικό; Ποιός ξέρει; η ευφυία δεν φαίνεται να είναι ένα από τα προσόντα του (που για να τα απαριθμήσω συνολικά χρειάζομαι τρεις σελίδες, χωρίς ίχνος φλυαρίας). Τον περιπλανώμενο, πλησιάζει με ακόμα μεγαλύτερη επιθετικότητα ο προαναφερθείς επιστάτης και με έντονο ύφος απαιτεί να του παραδωθούν τα ευρήματα. Ο Νεοέλληνας με το γνωστό ύφος «δε γνώριζα τις επιπτώσεις» προσπαθεί, ανεπιτυχώς, να τον πείσει για την αθωότητά του. Βαρέθηκα, Άρχισα να περπατώ προς την έξοδο ακολουθώντας τις οδηγίες των εργαζομένων που υπενθυμίζαν το ωράριο του χώρου. Κάτι πήρε το αυτί μου για διεθνείς οργανισμούς, για χρόνια φυλάκισης, για βεβήλωση αρχαιολογικού χώρου, δεν έδωσα σημασία και νωχελικά κατηφόρισα προς την έξοδο. Σε μία πλάκα λίγο μετά τα προπύλαια αναγράφεται διακριτικά: «Αθήνα, η πρώτη πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης». Ειρωνία;
Ίσως αυτή να είναι μια από τις μοίρες της Ελλάδος. Νεοέλληνες υπό τη σκιά του Παρθενώνα να τσακώνονται με δημοσίους υπαλλήλους, την ώρα που οι γάτες του ιερού Βράχου ακροπερπατούν αθόρυβα και διακριτικά.
Σέργιος Ν.Ζ.
|