Αλλοπρόσαλλα, πρωτόγνωρα (14.02.2012) |
αλλά και διχαστικά, είναι όσα συμβαίνουν στον τόπο μας. Οι πρόσφατες εξελίξεις γεννούν συναισθήματα φόβου και αβεβαιότητας. Το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, είναι υποχρεωμένο να μάθει περί PSI, περί κουρέματος, περί μνημονίου, μεσοπροθέσμου, μνημονίου δύο και ούτε καθ' εξής. Για να μάθει όμως πρέπει να ενημερωθεί, πράγμα όχι εύκολο αν συνυπολογισθεί ότι δεν κατάφεραν να ενημερωθούν υπουργοί, πόσο μάλλον οι πολίτες. Ως εκ τούτου, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού λειτουργεί περισσότερο ενστικτωδώς, μακρία από αντικειμενικές προσεγγίσεις και έξω από πολιτικά κριτήρια, τα οποία κάποτε καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά του.
Αυτή λοιπόν η κοινωνία, η πιστωμένη με πολλά θαύματα, χρεωμένη με άλλα τόσα δεινά βιώνει μια άνευ προηγουμένου περιπέτεια και είναι η πρώτη φορά μετεμφυλιακά που αναγκάζεται να πραγματοποιήσει όχι βήματα, αλλά άλματα προς τα πίσω με αναμφίβολα μάλιστα αποτελέσματα. Δύσκολο να την ορίσεις, δυσκολότερο να την περιγράψεις αυτή την περιπετειώδη τραγωδία. Έλληνας είναι ο αυτοδημιούργητος βιοτέχνης, ο τίμιος έμπορος, αλλά και ο συνεπής δάσκαλος και ο σοβαρός ασφαλιστής. Έλληνας είναι όμως και ο επιτηδευματίας που θεωρούσε κατόρθωμα να μην πληρώσει ποτέ φόρους, και ο κάθε κομπιναδόρος που έστησε τις απάτες του εις βάρος κάθε φορέα και θεσμού. Έλληνες ήταν αυτοί που που έφτυσαν αίμα να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, αλλά και αυτοί που τα άφησαν στο έλεος των “ουφάδικων”, της ντρόγκας, των αλλοδαπών οικιακών βοηθών, χωρίς να είναι απολύτως βέβαιο ότι τα μεν πρώτα, πρώτευσαν τα δε δεύτερα, καταστράφηκαν. Ελληνίδες ήταν οι μητέρες που θυσιάστηκαν για χάρη των παιδιών τους, αλλά και οι γυναίκες που πρόσεξαν πιότερο τον εαυτό τους, την καριέρα τους και λιγότερο τους απογόνους τους. Έλληνες ήταν οι πατεράδες που “έχτιζαν” μια ολόκληρη ζωή, ώστε να αφήσουν ένα καταπίστευμα στην επόμενη γενιά, αλλά και οι αρσενικοί που επένδυσαν με περίσσια παρρησία στις εξ' ανατολών βίζιτες, στις κάβες των μαγαζιών της νύκτας και στα πομπώδη οχήματα. Έλληνες είναι οι γιατροί και το προσωπικό που κάνουν θαύματα στα Δημόσια νοσοκομεία, όπως και εκείνοι που στους ίδιους χώρους εκμεταλλεύονται τον πόνο. Έλληνες τέλος, είναι οι πολλοί που βρήκαν στέγη στο δημόσιο τομέα ενισχύοντας το άρρωστο πολιτικό κλίμα που συντηρήθηκε με τέχνη από την μεταπολίτευση και εντεύθεν, επιβαρύνοντας μια χρεωμένη οικονομία. Η περιπέτεια που βιώνουμε έχει τις ρίζες της σε αυτό το διχαστικό κλίμα. Από την μια, ο εργατικός, συναδελφικός, αλτρουιστής και τελικά φιλότιμος, από την άλλη, ο νεόπλουτος, κομπιναδόρος, αγενής και τελικά παρασιτικός τύπος. Κοντά σε αυτά έρχεται να προστεθεί η και η χλεύη με την οποία μας αντιμετωπίζουν οι «Ευρωπαίοι». Τόσο βαθιά ανυπόληπτοι, ίσως να μην ήταν ποτέ οι κάτοικοι αυτού του τόπου. Το τι συνέβη την Κυριακή το βράδυ τόσο εντός όσο και εκτός κοινοβουλίου πιστοποιεί όλα τα παραπάνω. Βαριά η απόφαση για τους τριακόσιους, βαρύτερο το κλίμα για τους εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που βρέθηκαν εκεί για να δηλώσουν τα αδιέξοδά τους υφιστάμενοι για μια ακόμα φορά αναίτιες επιθέσεις από τις δυνάμεις καταστολής, βαρύτατο το ίχνος για την ιστορική πόλη που δέχτηκε για μια ακόμα φορά τα ανελέητα κτυπήματα από ομάδες προβοκατόρων που απ' ότι φαίνεται δρουν οργανωμένα και ανεξέλεγκτα.
Το τι θα συμβεί από “αύριο” είναι το ζητούμενο. Ας ελπίσουμε ότι δεν μεταβληθεί η Αθήνα σε μια σιδερόφρακτη πόλη, διότι δεν θα υπάρξει μεγαλύτερο έπαθλο για όσους πυρπολούν νεοκλασικά κτίρια, καταστρέφουν κινηματογράφους, τρομοκρατούν και εκβιάζουν. Θα πετύχουν αυτό που επιδιώκουν. Να μετατραπεί αυτή η αιώνια πόλη σε ένα φρουρούμενο γκέτο. Ας ελπίσουμε ότι η εικόνα του τόπου και των κατοίκων της δεν θα αλλοιωθεί έτι περαιτέρω, δεν θα χαθούν τα θετικά στοιχεία, δεν θα επικρατήσουν τα σκοτεινά. Ατυχώς, η ιστορία έχει αποδείξει, ότι οι ευχές ποτέ δεν αρκούσαν. |