Περί εορτασμού των επετείων – (Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017) |
Υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για όσους υποστηρίζουν την αναγκαιότητα, την ομορφιά, ή την χρησιμότητα των επετείων. Εξ’ ίσου δυναμικά, μπορούν να υποστηριχτούν και οι διαμετρικά αντίθετες θέσεις. Αν π.χ. είχες μπεί στην Κοριτσά στα 20σου χρόνια, ανάμεσα από απώλειες, πείνα, κρύο και αίμα, δέκα ή τριάντα χρόνια αργότερα έχεις λόγους να θες να θυμάσαι. Αντίθετα ένα παιδί σχολικής ηλικίας που γεννήθηκε είκοσι ή τριάντα χρόνια μετά το 1940, είναι δύσκολο να μπεί στο πνεύμα. Είναι αντιληπτό ότι οι εθνικές εορτές αποτελούν υλικό συσπείρωσης, ειδικά σε πληθυσμιακά μικρούς ή ανομοιογενείς λαούς. Το ίδιο και με τις προσωπικές επετείους. Αν. π.χ. είσαι έξι ή δέκα χρονών η επέτειος των γενεθλίων, είναι μια εξαιρετική, μια χαρμόσυνη μέρα, γεμάτη χαρά και χαμόγελα. Αν ακουμπάς τα ’60, πέρα από το γεγονός ότι είσαι ακόμα ζωντανός, ενδεχομένως και υγιής πράγμα οχι και τόσο εύκολο ή συχνό σε αυτές τις ηλικίες, δεν υπάρχουν ιδιαίτερα πανηγυρικοί λόγοι να σβήσεις κεράκια. Έχεις ήδη άσπρα μαλλιά και δεν έχει στόχο ούτε το τραγουδάκι. Και τέλος πάντων, δεν αντιτίθεμαι σε οποιοδήποτε είδος εορτασμού, στο φινάλε ας κουνηθούν οι ζαχαροπλάστες, τα λουλουδάδικα, όσοι επαγγελματίες ζουν από κάτι τέτοια. Λέω όμως, σε αυτές τις περιπτώσεις, όσο πιο διακριτικό, τόσο πιο φίνο. Εννοείται, πως δεν συζητάμε καν για κάτι επετείους τύπου Αγίου Βαλεντίνου και τα τοιαύτα, όπου η γιορτή δεν είναι παρά μια πράξη που ικανοποιεί τον κουτό που κάπου μέσα μας κρύβεται, συχνά όχι και τόσο τεχνηέντως.
|