Κένυα. Φλεβάρης 1999 – (Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017) PDF Print E-mail

Από τις αρχές Γενάρη του ’99 είχε αποφασιστεί να καλύψουμε το 47ο Safari rally. Καθώς προγραμματίζαμε τις κινήσεις μας, έρχεται η πληροφορία ότι καλός γνωστός μας, έχει κλειστή σχέση με τον Έλληνα πρέσβη στο Ναϊρόμπι. Τις επόμενες μέρες επικοινωνούμε με τον Γιώργο Κωστούλα, ο οποίος με τα διαπιστευτήρια που του δίνουμε, είναι από εξυπηρετικός έως εγκάρδιος.

Δεν μας αφήνει περιθώριο, ούτε για ξενοδοχείο να συζητήσουμε και μας καλεί να μας φιλοξενήσει στην πρεσβευτική κατοικία. Έτσι, όλα προμηνύονται ευοίωνα σε μια αποστολή που δεν ήταν ούτε συνηθισμένη ούτε συμβαίνει συχνά.

Μπαίνουμε στη διαδικασία των εμβολίων, κίτρινου πυρετού και μηνιγγίτιδας Α + C, χαπακωνόμαστε με τα δισκία πρόληψης ελονοσίας, διαβάζουμε τις οδηγίες για ταξιδιώτες σε χώρες που έχουν παρουσιαστεί κρούσματα χολέρας και αναχωρούμε για την …Σουηδία.

Εκείνη την χρονιά είχαμε προγραμματίσει να βρεθούμε στους πέντε πρώτους αγώνες του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλυ. Είχαμε ήδη φωτογραφίσει το Monte, ακολουθούσε το Σουηδικό και στη συνέχεια το Safari, το Πορτογαλικό και το Καταλωνίας.

Πριν πετάξουμε, για Γκέτεμπορ, κάναμε μια ακόμα επαφή με τον πρέσβη, τις πολύ πρώτες μέρες του Φλεβάρη, για κάποια εκκρεμότητα και ήταν σαν να μιλούσαμε με έναν άλλον άνθρωπο. Η διαχυτικότητα των πρώτων επαφών είχε χαθεί και είχε αντικατασταθεί, από μια περίεργη, υπηρεσιακή συμπεριφορά.

Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, φύγαμε, αντιμετωπίσαμε θερμοκρασίες έως και μείον 16 βαθμούς, ήταν μια ακόμα ενδιαφέρουσα εμπειρία και όταν επιστρέψαμε στην Αθήνα, την Δευτέρα 15η Φεβρουαρίου, μετά από ένα σφικτό πρόγραμμα και αρκετά απομονωμένοι, στις λευκές εσχατιές της Σουηδίας, από το τι γινόταν μακριά μας, αρχίσαμε να μαθαίνουμε τι είχε συμβεί.

Τότε κορυφώθηκε όλο το στόρυ με τον Κούρδο ηγέτη του Ρ.Κ.Κ.  Αμπτουλάχ Οτζαλάν, στο Ναϊρόμπι της Κένυα, στο οποίο ο πρέσβης θέλοντας και μη, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Και τότε κατάλαβα την διαφοροποίηση στη συμπεριφορά του, διότι την τελευταία φορά που επικοινωνήσαμε ζούσε υπό την ασφυκτική πίεση των Αθηνών από την παρουσία του Κούρδου στην πρεσβευτική κατοικία.

Αργότερα, διέρρευσε όλη η περιγραφή της υπόθεσης που με σχολαστικότητα και επαγγελματισμό κατέγραψε ο Γ. Κωστούλας, ο οποίος βρέθηκε στο επίκεντρο της κρίσης. Παραπλανημένος στην αρχή από τους προϊσταμένους του, αργότερα μέσα σε ένα κυκεώνα όπου ακούστηκαν εκφράσεις πεζοδρομίου από υψηλούς αξιωματούχους, παρουσία υπουργών της κυβέρνησης. Κι όλα αυτά σε ένα πλαίσιο ανοργανωσιάς, τηλεφωνικών black out, και απίστευτων πιέσεων, τις οποίες ο Σάββας Καλεντερίδης, ταγματάρχης τότε του Ε.Σ. και κεντρικό πρόσωπο, των συμβάντων,  χαρακτήρισε ως απερίγραπτες.

Εντοπίσιμα, όλα τούτα, στις μέρες μας, στο διαδίκτυο καταγεγραμμένα επισήμως. Ήταν μια ιστορία κάθε άλλο παρά τιμητική για την Ελληνική πλευρά, για να το πούμε, έτσι, πολύ διακριτικά και η κρίση αυτή αφορά όσους κατ' αρχάς την προκάλεσαν εκτός κυβερνητικών υπηρεσιών και ακολούθως όσους διηύθυναν στην εξέλιξη της από την Αθήνα.

Ετοιμάζοντας αποσκευές και εξοπλισμό για την Κένυα, θέλησα να επικοικωνήσω με τον πρέσβη αλλά να τον πάρω να του πω τι; Αντιλαμβανόμενος την δίνη στην οποία είχε περιπέσει, το άφησα έτσι, δεν τον ενόχλησα και κατέβηκα με διαφορετικό συνταξιδιώτη από ότι είχε προσχεδιαστεί. Είχα σκοπό, αν ήταν δυνατόν, αν ο πρέσβης παρέμενε ακόμα εκεί, να τον γνώριζα από κοντά, να τον ευχαριστούσα για τις καλές του προθέσεις. Φτάσαμε βράδυ μέσω Ντουμπάι, και Νταρ Ες Σαλαάμ ή «Οίκος της ειρήνης» στα Ελληνικά. Θυμάμαι ότι βγήκα για λίγο στο αεροδρόμιο, αυτής της πρώην πρωτεύουσας της Τανζανίας και έκανε πολύ ζέστη. Μια υγρή ζέστη. Λίγες ώρες αργότερα προσγειωθήκαμε στο  αεροδρόμιο Γιόμο Κενιάτα της πρωτεύουσας της Κένυα.

Καθώς περιμέναμε να παραλάβουμε τις αποσκευές, μας πλησίασαν δυο αστυνομικοί με πολιτικά και μας ζήτησαν, ευγενικά, να περάσουμε μαζί τους σε ένα παρακείμενο γραφείο. Μας ζήτησαν τα διαβατήρια και ξεκίνησε μια ήπια ανάκριση, στα αγγλικά, αλλά με σχετική επιμονή, και τη γνωστή τακτική όπου γίνεται μια ερώτηση και μετά από άλλες, επαναλαμβάνεται πάλι, με στόχο να δει ο ανακριτής, αν ο ανακρινόμενος απαντά με τον ίδιο τρόπο.

Η βασική απορία ήταν τι θέλαμε εκεί. Εξήγησα ότι δεν είχαμε καμιά σχέση με αυτά που νόμιζαν, ότι ήμαστε διαπιστευμένοι φωτογράφοι για τον αγώνα, ότι παρακολουθούμε εξ’ αρχής όλο παγκόσμιο πρωτάθλημα, πράγματα που εύκολα μπορούσαν να διασταυρώσουν, αλλά το έψαχναν ακόμη.

Μην ξεχνάμε ότι μετά την βομβιστική επίθεση στην πρεσβεία των Η.Π.Α. εκεί, τον προηγούμενο Αύγουστο και τα 213 θύματα που άφησε πίσω της, είχαν σφίξει πολύ τα πράγματα, ενώ αρκετοί Έλληνες που είχαν κατέβει τις προηγούμενες μέρες, στην κορύφωση του θέματος, με ιδιότητες που για τις τοπικές αρχές ήταν προβληματικές, είχαν αντιμετωπισθεί με υποψία και ήταν υπό στενή παρακολούθηση.

Κάπου στο τέταρτο, ο συνοδός μου είχε αρχίσει να εκνευρίζεται, να το δείχνει και να μουρμουρά στα Ελληνικά, όχι και τόσο κολακευτικές λέξεις για τους αστυνομικούς. Συμπεριφορά που φυσικά δεν είχε περάσει απαρατήρητη και ποτέ δεν ξέρεις τι γλώσσες καταλαβαίνουν οι απέναντι. Μετά την τρίτη επανάληψη, του μίλησα άσχημα στα αγγλικά, προσβλήθηκε, σώπασε και κάπου εκεί οι ανακριτές μας, συνειδητοποίησαν ότι μάλλον ήμαστε αρκετά χαβαλέδες για να έχουμε σχέση με τα προβλήματά τους. Οπότε μας ευχήθηκαν καλή διαμονή, μας άφησαν και πήραμε ταξί μαύρο, λονδρέζικο, απότοκο της αποικιοκρατίας, για το ξενοδοχείο.

Είχα χρόνια να νιώσω τόσο σκοτάδι. Ελάχιστο τεχνητό φως υπήρχε σε όλη τη διαδρομή, των 15 περίπου λεπτών, μέχρι τις παρυφές της πόλης και κάπου εκεί αποφάσισα ότι δεν ήταν και η καλύτερη των ιδεών να επικοινωνήσω με τον πρέσβη, αν υποτεθεί ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό, διότι σίγουρα το πράγμα θα μπερδευόταν. Για όλους. Έτσι δεν γνωριστήκαμε ποτέ.

Τις επόμενες πέντε μέρες, ο συχνά αποικιακός τρόπος, ενίοτε προσβλητικός που οι δυτικοί ταξιδιώτες αντιμετώπιζαν τους ντόπιους, η ένδεια που φαινόταν εκ πρώτης στιγμής και το πλήθος των ντόπιων που σε πλησίαζαν στο δρόμο, για να σου ζητήσουν ή να σου πλασάρουν καύσιμα, σάρκα, οτιδήποτε, ήταν αυτά που έμειναν, ως εμπειρία. Μαζί με μια από τις πιο όμορφες ανατολές της ζωής μου.

Μόνος λευκός, απομονονωμένος για ένα τρίωρο, στο χωριό Isinya, δεν ένιωσα απειλή. Δεν μου επιτέθηκαν, δεν μου πέταξαν μολυσμένες ενέσεις όπως υπήρχε η φήμη. Ήταν φιλικοί, χαμογελαστοί. Δεν μπορούσα να γνωρίζω αν αυτές οι συνθήκες επικρατούσαν σε όλη την επικράτεια, ή τι θα γινόταν αν δε βρισκόμουν εκεί, τη χρονική στιγμή της τέλεσης του αγώνα. Λέγοντας χωριό, τώρα, δεν είναι αυτό που καταλαβαίνουμε. Μια σειρά ξύλινων παραπηγμάτων ήταν, κάτι σαν καταστήματα και πίσω τους κάτι που έμοιαζε με κατοικίες.

Στις εικόνες διακρίνονται (πάνω), ο Peter, καταστηματάρχης στα 14 του, τότε, ποζάρει με άνεση μπροστά στην πραμάτεια του και (κάτω) ο μεγαλύτερος John να ασκεί την ξυλουργική. Ιsinya, Μάρτιος 1999.

Τα θυμήθηκα όλα αυτά στην δέκατη όγδοη επέτειο εκείνης της εθνικής μας ήττας και όταν ξαναδιάβασα τις αναφορές του πρέσβη Γ. Κωστούλα, σκέφτηκα, ποιος ξέρει τι μπορεί να υπέθεσε με τα τηλεφωνήματά μας στο τέλος του Γενάρη πριν ξεσπάσει η θύελα. Σκέφτηκα επίσης ότι εκεί που μας κράτησαν για λίγο, πιθανόν να κράτησαν και τον Σ. Καλεντερίδη τόσο, όσο να χάσει την πτήση για Νότια Αφρική, όπου θα διαπραγματευόταν αίτηση ασύλου για τον Οτζαλάν.

To πλαστό Κυπριακό διαβατηρίο του Κoύρδου ηγέτη

Και τέλος προσπάθησα να φανταστώ την τεράστια πίεση που ασκήθηκε σε όλο το προσωπικό της πρεσβείας, από τους Αμερικανούς, τους Κενυάτες, τους προϊσταμένους τους στην Αθήνα,  και από δημοσιογράφους, στις 13 μέρες που είχε την ευθύνη φιλοξενίας και φύλαξης του Οτζαλάν.

Ακόμα και σε επίπεδο εκβιασμών από την Κενυάτικη πλευρά, όπου «συζήτηση υπογράφοντος με Κενυάτη ξέφυγε από κοσμιότητα», όπως κατέθεσε ο Έλληνας πρέσβης στην αναφορά του, ο οποίος βέβαια ήταν αναγκασμένος να λέει συνειδητά ψέματα, ή να αποκρύπτει την αλήθεια στις Κενυάτικες αρχές, υπακούοντας στις εξ Αθηνών εντολές των προϊσταμένων του.

Πρέπει όμως να γίνει ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε αυτούς που δημιούργησαν το πρόβλημα και σε αυτούς που το διαχειρίστηκαν.

Διότι οι μεν πρώτοι ήταν εξωθεσμικοί παράγοντες κινούμενοι πιθανότατα από αγαθά κίνητρα, αλλά γέννησαν το πρόβλημα, φέρνοντας τον Κούρδο στην Ελλάδα.

Οι δε δεύτεροι, οι έχοντες την ευθύνη των κυβερνητικών αποφάσεων, το χειρίστηκαν δεχόμενοι τις αμερικάνικες πιέσεις, που πέρασαν στους υφισταμένους τους και προσπαθώντας να καλύψουν τα γεγονότα, βρήκαν στα πρόσωπα του πρέσβη και του ταγματάρχη ιδανικά θύματα για να φορτώσουν τα σφάλματα της πολιτικής ηγεσίας.

Φτώχια. Παντού διακριτή

Είναι περίεργο πάντως γιατί ο Κούρδος ηγέτης φέρεται, σε κάποιους ιστότοπους του χαώδους διαδικτύου να υπαινίχθη τον Καλεντερίδη ως εκείνον που τον πρόδωσε. Σε όλη την μακρά περιπέτεια του στα αεροδρόμια της Ευρώπης, ο ταγματάρχης ήταν αυτός που του έμεινε πιστός έως τέλους. Εάν είχε τέτοιες, προθέσεις ή εντολές, θα το είχε πράξει πολύ νωρίτερα, πολύ ευκολότερα.

Και αν είχε όντως έτσι συμβεί, δεν θα χρειάζονταν οι ασφυκτικές πιέσεις των προϊσταμένων του από την Αθήνα, με ένα τρόπο, που συχνά ξεπερνούσε το αισχρό: «Σάββα παιδί μου πέτα τον έξω» ή ακόμα πιο γραφικά το πρωί του Σαββάτου 13 Φεβρουαρίου που έφθασαν σε επίπεδο προσωπικών απειλών: «Σε παρακαλώ Σάββα, πέτα τα έξω τα μουνόπανα να τελειώνομε. Μπορείς να το κάνεις. Πρόσεξε γιατί αν δεν το κάνεις, όταν έρθεις πίσω θα σε αποστρατεύσουν. Μπορείς να το κάνεις. Είναι τρεις υπουργοί εδώ». O Kαλεντερίδης δεν υπάκουσε.

Ψάχνοντας με κάποια νηφαλιότητα το θέμα, αυτό που εξάγεται ως συμπέρασμα είναι η παντοδυναμία των Η.Π.Α. εκείνη την εποχή. Πίεσαν εν πρώτοις, την Δαμασκό να σταματήσει να παρέχει κάλυψη τον Οτζαλάν, ακολούθως την Ελληνική πλευρά, που αντέδρασε σπασμωδικά.

Πίεσαν την Ιταλία, έκαναν περίπου ότι ήθελαν στην Κένυα, εκβίασαν ανοικτά την ασθενέστατη εκείνη την περίοδο Ρωσία, που μπορεί να είχε τον έμπειρο Γεβγένι Πριμακώφ στην πρωθυπουργία αλλά ο Γιέλτσιν στην κατάσταση που βρισκόταν δεν ενέπνεε καμιά εμπιστοσύνη.

Και ο Πριμακώφ, που ήταν δοκιμασμένος ως διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών εξωτερικού από το '91 έως το '96, αλλά την προηγούμενη χρονιά, είχε θρηνήσει το θάνατο εκατομμυρίων συμπατριωτών του από το ψύχος και την έλλειψη τροφίμων, υπέκυψε στο να εκδιώξει τον Κούρδο, ώστε να εισπράξει το προσυμφωνημένο 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια από το Δ.Ν.Τ.

Έλεγχαν το παιχνίδι απόλυτα, οι Αμερικανοί, τότε. Την ίδια άρνηση που έφτασε σε επίπεδο απαγόρευσης πτήσεων πάνω  από το έδαφός τους, ώστε να μην φτάσει εκεί ο Οτζαλάν, εφάρμοσαν η Ολλανδία και το Βέλγιο.

Το πιο σπαραξικάρδιο κομμάτι αυτής της ιστορίας ήταν η στιγμή της κορύφωσης του δράματος. Την ώρα που φορτώνονταν στα Land Cruiser για να πάνε στο αεροδρόμιο και παρά την επιμονή του Κωστούλα και του Καλεντερίδη να είναι στο ίδιο όχημα με τον Οτζαλάν, οι τοπικές αρχές δεν τους άφησαν. Το πόσο τοπικές ήταν, με την παρουσία λευκών είναι ένα θέμα.

Η ασφυκτική πίεση τόσων ημερών κορυφωνόταν εκείνη τη στιγμή και το παιχνίδι λίγα λεπτά αργότερα χανόταν, καθώς το αυτοκίνητο του Κούρδου ξέφυγε από το κομβόι, ο πρέσβης και ο ταγματάρχης το κοιτούσαν ανήμποροι και ήξεραν το τέλος. Ο Οτζαλάν παραδόθηκε στους άνδρες της Μ.Ι.Τ., που έκαναν high five δίπλα στο φιμωμένο θήραμα, καθώς το αεροπλάνο πετούσε προς Άγκυρα.

Την ίδια ώρα, ο Καλεντερίδης σύμφωνα με την κατάθεσή του, στην εξεταστική επιτροπή του Ελληνικού κοινοβουλίου, δεχόταν τις ύβρεις και τις κλωτσιές της συνοδού του Κούρδου, σε μια ακραία έκφραση οδύνης. Ήταν η ίδια που πριν λίγες ώρες, μέσα στην Ελληνική πρεσβεία, είχε βάλει το 38άρι κάτω από το πηγούνι της με την απειλή της αυτοκτονίας, αν δεν δινόταν μια άμεση λύση το πρόβλημα. Η Ροζερίν Λασέλ.

 

Μασάι με την παραδοσιακή φορεσιά

 

Ο Μπουλέντ Ετζεβίτ, μπορεί να έγραφε στα ποιήματά του ότι: «Τούρκοι και Έλληνες θα κάτσουν να πιουν ούζο και ρακί δίπλα στη μπλε μαγεία του Αιγαίου» αλλά για δεύτερη φορά μετά το '74 εξέθετε την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας.

Όπως για δεύτερη φορά μέσα σε 23 μήνες, η Άγκυρα εξέθετε την Αθήνα, όπου ο εκσυγχρονιστής πρωθυπουργός δεν ευχαρίστησε, για δεύτερη φορά, τους Αμερικανούς

Φέτος, δεκαοκτώ χρόνια μετά από αυτά, μπορεί το θέμα να έχει ξεθωριάσει αλλά σε μερικούς τα σημάδια είναι ανεξίτηλα, ενώ τόσα έχουν αλλάξει.

Όπως π.χ. το Safari δεν είναι, από το 2002, στο καλεντάρι του Παγκοσμίου. Ο πιο σπεκτακουλέρ αγώνας του θεσμού είναι εκτός.

Ο πρέσβης ενυμφεύθη τον Απρίλιο του ’10 την θυγατέρα, του Αμοργιανού βιομηχάνου Αριστόβουλου Πετζετάκη.

Ο Colin Mcrae νικητής εκείνου του 47ου Safari, όπως και του τελευταίου που προσμέτρησε στο παγκόσμιο, του 50ου, το 2002, δεν ζει.

Έχασε τη ζωή του το 2007, στα 39 του, συνεπεία δυστυχήματος, με ελικόπτερο κοντά στο σπίτι του στην Σκωτία. Μαζί του, θύμα του ίδιου συμβάντος και ο μοναχογιός του.

 

 

 

 

 

Ναϊρόμπι, Φεβρουάριος '99. Ο L. Moya αγκαλιάζει και συγχαίρει τον Colin, στον τερματισμό του Safari.


Το 2007, άφησε την τελευταία του πνοή και ο Μπορίς Γιέλτσιν, σφόδρα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, λάθος άνθρωπος, σε λάθος θέση, το λάθος χρονικό διάστημα, πνιγμένος στα προβλήματα υγείας που του δημιούργησε το αλκοόλ.

Το 2007 εγκατέλειψε τα εγκόσμια, Φλεβάρη μήνα και ο Χαράλαμπος, Μπάμπης για τους δικούς του, Σταυρακάκης διοικητής, τότε, της Ε.Υ.Π.

Τον Φλεβάρη του 2000, ενώ φοιτούσε στη σχολή Πολέμου, παραιτήθηκε από το στράτευμα, ο Σάββας Καλεντερίδης. Συνέγραψε βιβλίο για τα όσα συνέβησαν με την περίπτωση Οτζαλάν, ίδρυσε εκδοτικό οίκο και ιστολόγιο, αρθρογραφεί στον Τύπο και ενεργοποιείται στο σχολιασμό των Ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Από τον Ιούνιο του ’15, δεν είναι πια ανάμεσα μας ο Γ. Πριμακώφ, που άφησε τον μάταιο κόσμο μας στα 85 του, ενώ ο Κούρδος ηγέτης παραμένει φυλακισμένος στη νησίδα Ιμραλί στη θάλασσα του Μαρμαρά. Μοναδικός κρατούμενος σε φυλακές υψίστης ασφαλείας φρουρούμενος από εκατοντάδες οπλίτες. Η αρχική ποινή ήταν θανατική καταδίκη  δια απαγχονισμού, αλλά μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.

Ο επισταμένως απών από την υπόθεση, εκσυγχρονιστής Έλλην πρωθυπουργός, κράτησε τη θέση του μέχρι τον Απρίλη του ’07, καλλιεργώντας το κλίμα του Χ.Α.Α., ανεμίζοντας χαρούμενος τα ευρώ.

Ο υπουργός επί των εξωτερικών, ο ίδιος που διαχειρίστηκε την κρίση των Ιμίων παραιτήθηκε. Συνέχισε όμως να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον τόπο τις επόμενες δεκαετίες ως υπουργός Πολιτισμού και ως αντιπρόεδρος της Ελληνικής κυβέρνησης.

Και οι Η.Π.Α., που δέχτηκαν το συντριπτικό χτύπημα τον Σεπτέμβρη του ’01, εγκαινίασαν τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, έτοιμες να υπερασπιστούν τον  κηδεμονικό τους ρόλο.