Παρά ένα, τεσσαράκοντα - Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013 Print

Παρά ένα, τεσσαράκοντα. Τόσα χρόνια κύλισαν από το πραξικόπημα που πραγματοποίησε το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών στην Κύπρο, τη Δευτέρα 15 Ιουλίου του '74.

Το τι επακριβώς συνέβη τότε, εκεί δεν το γνωρίζουμε. Υπάρχουν πληθώρα στοιχείων, ομολογιών, πεπραγμένων που περιγράφουν τα γεγονότα, αλλά μια επίσημη, κρατική, με ντοκουμέντα παρουσίαση δεν έχουμε ακόμα αντικρίσει. Ο διαβόητος φάκελος της Κύπρου παραμένει κλειστός.

Αυτό που έχει περάσει στη συνείδηση του λογικού τμήματος του Ελληνικού λαού είναι πως ο παρασκηνιακός ηγέτης του στρατοκρατικού καθεστώτος των Αθηνών, πιστεύοντας ότι είχε την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια των Αμερικανών, αντιπαθώντας βαθύτατα τον εκλεγμένο ηγέτη της Κύπρου και ονειρευόμενος την ένωση της νήσου με την μητροπολιτική Ελλάδα, άσκησε τη γνωστή του τέχνη, αυτή του οργανώνειν πραξικοπήματα.

Δεν ήταν όλες του οι συμμετοχές πετυχημένες. Ξεκίνησε μάλιστα με αποτυχία, τον Μάιο του '51 όταν συμμετείχε στο λεγόμενο κίνημα Παπάγου, στο οποίο επικεφαλής ήταν ο διοικητής της ΑΣΔΕΝ, Ηρακλής Κοντόπουλος.

Τον Απρίλιο του '67 όμως, ως αντισυνταγματάρχης στη Διεύθυνση της Σ.Σ.E., ήταν εκείνος που διέταξε τους Ευέλπιδες να καταλάβουν τα κρατικά κτίρια στο κέντρο της Αθήνας.

Τον Νοέμβριο του '73 ανέτρεψε το καθεστώς του Γ. Παπαδόπουλου ανατρέποντας ταυτόχρονα και την εικόνα που είχε ο πρωτοπραξικοπηματίας του '67 για το πρόσωπό του. “Ο Μίμης είναι Αρσακειάδα” είχε πει ο Παπαδόπουλος για τον σεμνότυφο, μοναχικό Ιωαννίδη, στους πιστούς του, που του έκαναν λόγο για τις παρασκηνιακές κινήσεις του ταξίαρχου. Ασφαλώς  είχε πέσει έξω στις εκτιμήσεις του.

Ο ταξίαρχος ήταν βέβαιος πως όλα ήταν κανονισμένα για μια ακόμα πραξικοπηματική επιτυχία. Πίστευε, ότι όπως εκείνη την Κυριακή, της 25ης Μαρτίου του '73 όπου αφού είχε περικυκλώσει το σπίτι του διοικητή της Κ.Υ.Π. Μιχάλη Ρουφογάλη είπε στους ανθρώπους του: «Να τον αφήσετε να δούµε τι ώρα θα ξυπνήσει», κι' όταν ξύπνησε όλα είχαν τελειώσει, έτσι το ίδιο εύκολα θα καθάριζε και στην Κύπρο.

Τον Ιούλιο του '74,  μπορεί ως κίνημα να πέτυχε, ως στόχος όμως απέτυχε παταγωδώς. Κατ΄ αρχήν διότι η προτροπή που φέρεται ειπών προς τον Σαμψών: «Νικολάκη, θέλω το κεφάλι του Μούσκου», δεν είχε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αν και ο ίδιος βέβαια, παρά το μίσος που έτρεφε για τον “κόκκινο παππά”, σε συνέντευξή που είχε δώσει στον Γιώργο Φράγκο και δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του, είχε δηλώσει πως: «Δεν θέλαμε να σκοτώσουμε το Μακάριο, θέλαμε να τον κλείσουμε στο Άγιο Όρος, εκεί είχε ο Σεραφείμ γνωστούς». Σε δεύτερο χρόνο απέτυχε διότι η χαρά τους κράτησε μόλις πέντε μέρες. Την ανατολή της έκτης, το επόμενο Σάββατο 20 Ιουλίου, οι Τούρκοι προχώρησαν στην εισβολή, πιάνοντας τον ταξίαρχο κυριολεκτικώς και μεταφορικώς στην ίδια κατάσταση που είχε είχε πιάσει ο ίδιος τον Ρουφογάλη. Στον ύπνο.

Η ομολογία του: “Με εξαπάτησαν” δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει τους 4.000 νεκρούς, τους 1.619 αγνοούμενους, την κατοχή του 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, του 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας και το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων του νησιού από τους Τούρκους.

Η τέταρτη πραξικοπηματική απόπειρα του ταξίαρχου Δημήτρη Ιωαννίδη απέτυχε με ολέθρια αποτελέσματα για τον ελληνισμό. Άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου, και έδωσε, σε όσους το επιθυμούσαν, την μοναδική ευκαιρία να διχοτομήσουν την Κύπρο. Ασφαλώς και η προετοιμασία είχε ξεκινήσει από τον Δεκέμβριο του '67, όταν ο Παπαδόπουλος απέσυρε την Ελληνική Μεραρχία από το νησί.

Είναι περίεργο πως τόσο σοβαρά στρατιωτικά λάθη τα έπραξαν στρατιωτικοί, όταν μάλιστα είχαν το προνόμιο της απόλυτης εξουσίας.