Cine & Bολάν (Σαββάτο 2 Μαρτίου 2019) Print

- «...κοίταξε πως τα φέρνει η ζωή», μουρμούρισε σε απογευματινή τηλεφωνική επικοινωνία ο Τάσος, γνωρίζοντας ότι με τις ιδιαίτερες πληροφορίες του είχε συνταχθεί, εδώ και μέρες, το παρακάτω κομμάτι. Κι ενώ περίμενε την ώρα του να εμφανιστεί, ήρθε ο θάνατος του Φαίδωνα Γεωργίτση, που μοιραία επιτάχυνε την ανάρτησή του.

Ένα από τα πιο καθαρά πρόσωπα, από τα πιο γοητευτικά, γαλάζια βλέμματα του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του '60, έσβησε. Το αποτύπωμά του όμως θα παραμένει στο διηνεκές ως μια έγχρωμη, ζωντανή παρακαταθήκη εποχής.

Η κινηματογραφική παραγωγή «Γοργόνες και μάγκες», είναι ένα έγχρωμο μιούζικαλ σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη. Γυρίστηκε το 1968, όταν ακόμα ο Ελληνικός κινηματογράφος, δεν είχε υποχωρήσει από την εισβολή της τηλεόρασης, αλλά και άλλων αιτιών.

Ο τόπος, ζούσε ήδη ένα χρόνο κάτω από το καθεστώς της 21ης Απριλίου, ο κοινοβουλευτισμός ήταν παρελθόν, και η αποκαλούμενη ως «εθνική κυβέρνησις» είχε υποτάξει κάθε άλλη άποψη με κάθε διαθέσιμο μέσον. Στην υπόθεση της ταινίας θίγονται, έστω και επιφανειακά, αρκετά επίκαιρα θέματα, όπως η θέση του αναδυόμενου τουρισμού στην οικονομία, η εισαγωγή της ευρωπαϊκής κουλτούρας στη διασκέδαση, οι διαφορές επαρχίας  κέντρου, τα νεανικά όνειρα που συγκρούονται με τις πατρικές νουθεσίες.

Είναι μια ανάλαφρη, χιουμοριστική παραγωγή, με μπόλικο χορό,  αρκετά εξωτερικά μιας Ελλάδας προ μισού αιώνα, και ασφαλώς με χάπυ εντ. Συστατικά για μια σίγουρη επιτυχία, καθώς έκοψε το διόλου ευκαταφρόνητο πλήθος των 414.724 εισιτήριων.

Φίνος Φίλμ βέβαια, με παρέλαση πολλών κινηματογραφικών αστέρων που τότε απολάμβαναν μεγάλης, διαφορετικής σε σχέση με σήμερα, προβολής. Με τρία τραγούδια που έμελλε να γίνουν διαχρονικές επιτυχίες σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, μελοποίηση του Μίμη Πλέσσα και ερμηνείες από τον Γιάννη Πουλόπουλο, για τα: «Θα πιω απόψε το Φεγγάρι», «Καμαρούλα μια σταλιά» και την Μαρινέλα στο «Άνοιξε Πέτρα».

Παρά το χάπυ εντ όμως, ο Δαλιανίδης, δεν πέφτει στη μανιέρα της εκπλήρωσης των απλησιάστων ονείρων. Έτσι, τοποθετεί τους ήρωές του σύμφωνα με το: «έκαστος εφ’ ω ετάχθη». Συνεπώς ο πλούσιος και μορφωμένος Ιάσων (Λ. Κομνηνός) ταιριάζει με την πλούσια και περπατημένη Φλώρα (Μ. Χρονοπούλου), ο φτωχός ψαράς Νικόλας (Β. Σειλινός) με τη φτωχή νησιωτοπούλα Χρύσα (Ν. Βαλσάμη), το ομορφόπαιδο αλλά και λίγο ελαφρύ Πέτρος (Φ. Γεωργίτσης) με την όμοιά του Μαρίνα (Μ. Καραγιάννη). Έντιμη αφήγηση, μακριά από τις συνήθεις περιπτώσεις «γάμων λαχείου», που μπορεί να έτρεφαν τις θολές ελπίδες του κινηματογραφικού κοινού, αλλά μικρή επαφή είχαν με την πραγματικότητα.

Τα πρώτα πλάνα λοιπόν, αρκετά εντυπωσιακά για την εποχή, είναι από το εσωτερικό ενός Mini που οδηγείται γρήγορα σε στενό ορεινό δρόμο. Βοηθός οπερατέρ του Νίκου Δημόπουλου, ήταν ο Νίκος Αδαμόπουλος. Αυτός κάθεται με την κάμερα μέσα στο μικρό βρετανικό αυτοκίνητο.

Δεν είναι ευρύτερα γνωστό, πως εκείνος που ντουμπλάρει τον Φ. Γεωργίτση είναι ο Γιώργος Μοσχούς. Όπως ανακαλεί μετά από 51 χρόνια ο οπερατέρ, το ραντεβού του συνεργείου με τον οδηγό είχε δοθεί στην οδό Πιπίνου, όπου ο 24χρνονος, όχι ιδιαίτερα γνωστός τότε στο μικρό χώρο των αγώνων, Γιώργος έφτασε με μια BMW, ώστε να ανεβούν στη συνέχεια στην Πάρνηθα για τα γυρίσματα.

Με ένα κόκκινο mini, κάνει εκείνα τα πρώτα πλάνα, οδηγώντας στην κλασσική διαδρομή της ανάβασης Πάρνηθας. Σαν το αυτοκίνητο φτάσει πάνω θα ξεκινήσει η πλοκή, οι διάλογοι και το πρώτο χορευτικό. O Φ.Γ. εξ αρχής αναδεικκνύεται ως ο πρωταγωνιστής, ακαταμάχητος γόης και υπό διαμόρφωση πρωταθλητής του βολάν. Μάταια προσπαθεί ο κιμηματογραφικός του πατέρας (Δ. Παπαγιαννόπουλος), να τον προσγείωσει στην πραγματικότητα.

Στην ίδια ταινία, περιλαμβάνονται και αρκετά πλάνα από το ΙΣΤ’ (16ο) Δ.Ρ.Α. Στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Δεκέλειας, παρελαύνουν όλοι οι διάσημοι rallymen της εποχής, με τα αυτοκίνητά τους, σημαντική συνεισφορά, από μια εποχή που υπάρχει πολύ λίγο οπτικό υλικό. Όπως οι R. Clark, B. Soderstrom, με ΜΚΙ, οι S. Zasada, P. Toivonen με 911, ο R. Aaltonen με Cooper, o H. Källström με HF και άλλοι. Μαζί με αυτά, μοντάρονται τα πλάνα με το νο 39 Mini του πρωταγωνιστή με τη σκηνή της εγκατάλειψης, αλλά και της συνειδητοποίησης. Τότε που αντιλαμβάνεται πως η ιδιότητα του ραλίστα, δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να του εξασφαλίσει τα προς το ζειν.

Οπερατέρ και φωτογράφος, μοιράστηκαν την ίδια θέση σε εκείνο το Τατόι. Στην εικόνα του Φώτη Φλώρου λίγες στιγμές πριν την εκκίνηση , όλοι οι συμμετέχοντες είναι έτοιμοι για τον ημίωρο αγώνα, κάτω από έναν νεφοσκεπή ουρανό, μπροστά σε πλήθος κόσμου που έχει κατακλείσει την μεγάλη ευθεία.

Τον Νίκο Αδαμόπουλο θα τον ξανασυντήσουμε ως οπερατέρ, αρκετές φορές, στους Ελληνικούς αγώνες. Μια από αυτές είναι στην ράμπα τερματισμού του 22ου Δ.Ρ.Α. τον Μάιο του '75, στην Διον Αρεοπαγίτου. Τραβούσε για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, των Ελληνικών Επικαίρων. Στην δεξιά εικόνα απαθανατίζει την sud ti των Μπαρδόπουλου -Δερβεντλή καθώς ανεβαίνουν στην ράμπα του τερματισμού ενδέκατοι γενικής.