Σε ιστότοπο που θεωρώ ισορροπημένο, πράγμα αρκετά σπάνιο, διάβασα ένα κείμενο, γιατί είδηση δεν είναι, που δεν μπόρεσα να αντιληφθώ γιατί συντάχτηκε, γιατί αναρτήθηκε και σε ποιόν απευθύνεται, ειδικά στην Ελληνική γλώσσα, γιατί ο εν λόγω ιστότοπος είναι πολυεθνικός, η καλύτερα πανευρωπαϊκός.
Φέρει τον τίτλο: «Η Μαρίνα του Ντουμπάι και τα αξιοθέατά της», και αποσπάσματα από το κείμενο, έχουν, επί λέξει, ως εξής:
|
Read more...
|
Ο Μάνος Χατζιδάκις εγκατέλειψε τα εγκόσμια στις 15 Ιουνίου του 1996. Δεν ήταν ούτε 69 χρονών. Στις αποσκευές του κουβαλούσε επαρχία και πρωτεύουσα, Κατοχή και Δεκέμβρη, Εμφύλιο και μίσος. Απέκτησε μια σπάνια καλλιέργεια χωρίς να σπουδάσει κάτι και πέρα από την πολιτιστική κληρονομιά που μας άφησε, στάθηκε όρθιος με μια μοναδική γενναιότητα απέναντι στην χυδαιότητα όλων των καιρών, ειδικά της Αυριανής. Ευτυχώς για τον ίδιο και δυστυχώς για μας, δεν έζησε τον πυρετό του Χρηματιστηρίου το ‘99, το ενιαίο νόμισμα το ‘02, τους Ολυμπιακούς αγώνες του ‘04 και τα αλλεπάλληλα Μνημόνια από το 2010 και εντεύθεν.
Αιρετικός, ασυμβίβαστος ανήκε στην σπάνια χορεία των ιδιαίτερα ευαίσθητων, ευφυών, δημιουργικών αλλά ταυτόχρονα αλύγιστων προσωπικοτήτων, που είχαν την ικανότητα να ερμηνεύουν το παρελθόν, να συλλαμβάνουν το παρόν και να προφητεύουν το μέλλον. Έτσι λοιπόν το είχε δεί να έρχεται και το είχε πεί, από την πολύ καθαρή σε σύγκριση με το σήμερα, δεκαετία του ’70: «θα καταλήξουμε γκαρσόνια της Ευρώπης». Δυο μέρες πριν το κλείσιμο των 26 χρόνων από το θάνατο του, ο πρωθυπουργεύων έκαμε τον κόπο και λειτουργώντας και ως υπουργός Τουρισμού και ολίγον ως ταξιδιωτικός πράκτωρ, επισκέφτηκε ένα από τα αποδοτικότερα τουριστικά κεφάλαια του τόπου. Αντιγράφω από το ιστότοπο της εφημερίδας «Καθημερινή»:
|
Read more...
|
|
Μεσημέρι ήταν, κάτι λογάριαζα και το δεύτερο έπαιζε από δίπλα το πρόγραμμα του. Και έξαφνα ήρθε εκείνη η μελωδία που άνοιξε μια τεράστια πύλη στο παρελθόν. Ο Μανώλης Μητσιάς στα 29 του χρόνια τραγουδούσε τους στίχους του F.G. Lorca «ο παράδεισός μου», σε σύνθεση του Χρήστου Λεοντή, και απόδοση στα Ελληνικά από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Τo κομμάτι είχε κυκλοφορήσει με το άλμπουμ «αχ Έρωτα» λίγες εβδομάδες μετά τον δραματικό Ιούλιο του 1974, στα πρώτα διστακτικά βήματα της Μεταπολίτευσης. Εξήντα εξ λέξεις είναι όλες κι όλες, κι ας με συγχωρέσει η μνήμη του ποιητή, αλλά αν δεν το μελοποιούσαν οι τρεις Έλληνες, πιθανότατα, δεν θα το γνωρίζαμε καν.
Τώρα, κάνοντας λόγο για την τεράστια πύλη στο παρελθόν, θα φέρω την κουβέντα στον τουρισμό και στην αγωνία για την φετινή σεζόν. Την αγωνία για το πόσοι θάρθουν ώστε να κινηθεί η τοπική οικονομία, αλλά και την αγωνία του τι θα γίνει με το θέμα της ανεξέλεγκτης υγείας των πελατών. Διότι πελάτες είναι, ούτε καν τουρίστες, πόσω δε μάλλον ταξιδιώτες. Τα παραπάνω ενισχύονται από το ενδιαφέρον διάφορων εξωχώριων φορέων οι οποίοι όλως αιφνιδίως, ανακάλυψαν τις ομορφιές και την καλοσύνη της Ελλάδας. Εξίσου φτηνή ήταν η αντίδραση κάποιων ημεδαπών μέσων ενημέρωσης με την αντίστοιχη, υπερβολική προβολή του θέματος.
|
Read more...
|
Το 1975 ο Ε.Ο.Τ. ξεκινά ένα πρόγραμμα αξιοποίησης παραδοσιακών οικισμών. Στον οργανισμό, ο οποίος βρίσκεται υπό την γενική γραμματεία του Τζανή Τζανετάκη, έρχεται ο Άρης Κωνσταντινίδης και τοποθετείται ως ειδικός σύμβουλος σε θέματα αρχιτεκτονικής και προστασίας περιβάλλοντος.
Συνετός και έντιμος ο προϊστάμενος, οραματιστής και εκρηκτικός ο αρχιτέκτονας, προοικονομούσαν ένα ζευγάρι που η πολιτική, μοιραία θα περιόριζε το έργο τους. Όπερ και εγένετο. Τον Ιανουάριο του ’77, ο Αρ.Κ. παραιτήθηκε, μη δυνάμενος να εφαρμόσει τα οράματά του, ενώ λίγους μήνες αργότερα, ο Τζ.Τζ. άφησε τον Ε.Ο.Τ. προκειμένου να πολιτευτεί και να εκλεγεί τον Νοέμβριο, στην πρώτη του βουλευτική θητεία.
|
Read more...
|
|