Δεν ήμουν θιασώτης της Τέχνης που πάντρευε το αληθινό με το φανταστικό. Καλό παράδειγμα για αυτή τη θεωρία είναι το Inglourious Basterds που ακόμα και με την επιτηδευμένη ανορθογραφία του, επισημαίνει ίσως και την ιστορική παραχάραξη. Δυνατή ταινία, εμπορικά υπερεπιτυχημένη, καλλιτεχνικά συνέλεξε οκτώ υποψηφιότητες για Όσκαρ και ένα χρυσό αγαλματίδιο που κατέληξε, δίκαια, στον Christoph Waltz.
Ήταν, όμως, κάτι που θεωρούσα και κάπως επικίνδυνο, ιδιαίτερα για τις νεότερες γενιές και για όσους δεν είχαν εντρυφήσει αρκετά στα ιστορικά γεγονότα. Με τη λογική ότι θα έμεναν με την εντύπωση πως όσα είδαν αντανακλούσαν την πραγματικότητα και όχι το σενάριο που ταλαιπώρησε τον Tarantino για μια δεκαετία.
Έτσι λοιπόν με μια προδιάθεση απόρριψης άνοιξα το «λίγες και μία νύχτες». Πολύ λίγες σελίδες χρειάστηκαν προκειμένου να ανατραπεί η προδιάθεση. Γρήγορα πήρε τη θέση της ένα ολοένα διογκούμενο ενδιαφέρον, τόσο για την εξέλιξη της υπόθεσης, όσο και για το ιδιαίτερο, το ζωντανό, το γλαφυρό, ύφος αφήγησης.
Σε ότι αφορά μάλιστα την ιστορία ο συγγραφέας όχι μόνον δεν την παραχαράσσει, αλλά αποτελεί το βασικό δομικό υλικό της πλοκής του, όπου πάνω της δομεί το πολυδιάστατο του σενάριο. Παρακολουθεί τον ήρωά του για μια εβδομηκονταετία, που ξεκινά από το 1909 και ολοκληρώνεται το 1979.
Τη χρησιμοποιεί, την προφυλάσσει, την αναδεικνύει και ταυτόχρονα τη διδάσκει. Την Ιστορία. Το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης ξετυλίγεται στη Θεσσαλονίκη, όπου μέσα στη χρονική ροή, ο αναγνώστης γίνεται μέτοχος των αλλαγών και των ανατροπών.
|
Read more...
|
Τέτοιες μέρες πριν από έναν σχεδόν αιώνα, ο ελληνισμός κατέβαλε ένα αφόρητα βαρύ πλήγμα ως αποτέλεσμα λανθασμένων επιλογών. Χιλιάδες χρόνια παρουσίας στην ακτή της Ιωνίας τερματίζονταν με τον πλέον βίαιο, αλλά και αμετάκλητο τρόπο.
Η ιστορία έχει σκύψει με τη δέουσα προσοχή, πάνω σε από ένα τόσο σημαντικό, καθοριστικό γεγονός, που σημάδεψε την τύχη εκατομμυρίων ανθρώπων. Το ίδιο και η λογοτεχνία. Και συχνά ο δικός της λόγος να είναι πιο άμεσος. Ενίοτε και πιο διδακτικός.
|
Read more...
|
|
Κανονικά και επίσημα το έφερε ο Q. Τυλιγμένο ως δώρο και μάλιστα με ένα χαρτί που όταν ξεκολλούσες το σελοτέιπ δεν σχιζόταν, πράγμα που μου αρέσει πολύ, γιατί μετά φυλάς το αμπαλάζ για όπου δει.
Είχε πάνω του κορδέλα που διέτρεχε και τα αυτιά και πάνω της έγραφε: «Τον Φάντε ή δεν το ξέρεις ή δεν μπορείς να το ξεχάσεις- The new York Times». Έτσι ακριβώς συνέβη. Τον αγνοούσα, αλλά την επόμενη μέρα με κράτησε έως τις 2 την νύχτα για να φτάσω στην 171η και τελευταία σελίδα και είναι πολύ απίθανο να τον ξεχάσω.
Αυτή η καλομεταφρασμένη πατρική νουβέλα, όπως ορίζεται στο εξώφυλλο, γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και αποτελεί μια τομογραφία της Αμερικής του τότε. Τότε που η πληγή του πολέμου στην Ινδοκίνα είναι μεγάλη και χαίνουσα, που ταυτόχρονα όμως υπάρχει ένα καλπάζον ελευθεριάζον κίνημα, ειδικά μέσα στην νεολαία, τότε που φυλετικός διαχωρισμός είναι ισχυρός και αμετακίνητος, ενώ οι Η.Π.Α. τρέχουν, παρά τα προβλήματα, πάνω στην κόψη των ονείρων και της ιδέας της γης των ευκαιριών.
Από τις πρώτες αράδες γίνεται διακριτό το εύθυμο κλίμα. Ο ήρωας αυτοσαρκάζεται και ο συγγραφέας δημιουργεί συνθήκες χιουμοριστικές, ευχάριστες. Συχνά πέρα από χαμόγελα, αναγκάζει τον αναγνώστη να γελάσει , αλλά η ένταση και τα προβλήματα δεν απουσιάζουν ποτέ. Το στόρυ έχει να κάνει με μια εξαμελή οικογένεια. Οι γονείς στην μεσηλικία, τα τρία αγόρια και το ένα κορίτσι πάνω και λίγο μετά τα είκοσι με τις σπουδές κλπ.
Επιφανειακά είναι όμορφα. Κατοικούν στην πιο πλούσια, πιο προοδευτική, πολιτεία, την Καλιφόρνια και μάλιστα σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της, πάνω στην παραλία στο Point Dune. Yπάρχει, ανάμεσα σε άλλα στο γκαράζ, μια Porsche, ένα τρακτεράκι, κουρευτική του γκαζόν, μια σειρά μπαστούνια του γκολφ. Το σπίτι σε σχήμα Υ, με όμορφη θέα προς τον ωκεανό. Μια ευχάριστη άνεση είναι παρούσα.
|
Read more...
|
Πρέπον δεν ήταν, αλλά συνέβη και δεν ήταν και τόσο λάθος. Ή έστω το ανάποδο θα ήταν μεγαλύτερο λάθος. Έτσι το πρώτο βιβλίο του Christopher Montague Woodhouse, πέμπτου βαρόνου του Terrington, το διάβασα μόλις προ ημερών. Θα έπρεπε, ίσως να είχε γίνει πριν 45 χρόνια, αλλά τότε ήταν πολύ πιο ελκυστικά τα βιβλία του Dominique Eudes, του Γιάννη Κάτρη. Κι έτσι παρέμειναν έως σήμερον. Επίσης ξεκίνησα με το λάθος βιβλίο. Το «Καραμανλής Ο Ανορθωτής της Ελληνικής Δημοκρατίας» όπως έπεται στην χρονική σειρά των δημιουργιών του συγγραφέα, έτσι δεν θα έπρεπε να προηγείται στην αναγνωστική σειρά.
Σαφώς έπρεπε να προηγηθεί το «Μήλον της Έριδος», ωραίος τίτλος, εμπνευσμένος για τη ζοφερή εποχή που περιγράφει. Ο συγγραφέας ανήκει σε εκείνες τις πολυσχιδείς, πολυσήμαντες προσωπικότητες που άνθισαν στο μεσοπολεμικό Ηνωμένο Βασίλειο, τότε που ο ήλιος δεν έδυε ποτέ στην αυτοκρατορία, όπως με δόση μετρημένης αλαζονείας λεγόταν.
Με κλασσικές σπουδές στην Οξφόρδη, κατετάγη με την έναρξη του πολέμου στο πυροβολικό, μας ήρθε στη χώρα μας, ανέβηκε στο βουνό γνωρίστηκε με τον Άρη με τον Ζέρβα, είχε ενεργό ρόλο στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, μας ξανάρθε το ’45 και το ΄46, μετά τον βρίσκουμε στην Τεχεράνη να εργάζεται σε συνεργασία με την C.I.A., για την πτώση του Μοσαντέκ ώστε να προστατευτούν τα Βρετανικά συμφέροντα. Αργότερα τον περιμένουν θητείες στο κοινοβούλιο και ασφαλώς το συγγραφικό του έργο.
Έτσι το ’82, κυκλοφορεί την βιογραφία του Έλληνα πολιτικού Karamanlis: The Restorer of Greek Democracy, που εκείνη την εποχή υπηρετούσε την πρώτη του προεδρική θητεία.
Ευθύς εκ πρώτης στιγμής γίνονται διακριτά δυο πράγματα. Η θαυμαστική του στάση απέναντι στον Έλληνα πολιτικό και η σφοδρή αντιαριστερή στάση του. Αν το βιβλίο το έγραφε ο ίδιος ο Καραμανλής θα ήταν πιθανότατα λιγότερο κολακευτικό, και περισσότερο αυστηρό σε ότι αφορούσε τις όποιες αλληγορίες του. Το αυτό και για την εμμονή του συγγραφέα στις ενέργειες των πολιτικών σχημάτων και προσώπων που δεν ανήκουν στη Δεξιά, όπου τίποτα από όσα κάνουν δεν είναι σωστά.
|
Read more...
|
|