Είναι ιδιαιτέρως γοητευτικό να επανέρχεσαι σε βιβλία που είχες διαβάσει μακριά στο παρελθόν, να προχωράς σε μια δεύτερη ανάγνωση και να εισπράττεις τα ίδια, ή ακόμα πιο έντονα συναισθήματα.
Αυτή η περίπτωση κρύβει, ή μάλλον φανερώνει δύο παραμέτρους. Πρώτη και κύρια ότι το βιβλίο έχει μια διαχρονικότητα. Ότι δεν το αποδυνάμωσε το πέρασμα του χρόνου, ότι η θεματολογία και η ανάπτυξή του, κρατά ακόμα. Το δεύτερο έχει να κάνει με τον αναγνώστη. Ότι δηλαδή παραμένει σχετικά σταθερός σε ότι αφορά την ιδεολογική του πορεία καθώς η επερχόμενη ωριμότητα δεν τον απομάκρυνε από αυτό που σκεφτόταν, ένιωθε, πίστευε στην νεότητα του.
Κάτι τέτοιο (μου) συνέβη με τη δεύτερη ανάγνωση της Αρχαίας Σκουριάς. Γραμμένο μετά την Μεταπολίτευση (’79), το διάβασα εννέα χρόνια αργότερα (’88) και στις μέρες μας, αλλά 25 χρόνια αργότερα μετά την πρώτη ανάγνωση, μπορώ να πω ότι ήρθε, στάθηκε με ακόμα περισσότερη δύναμη, με πιο ισχυρό συναίσθημα.
H γεννημένη στην Κρήτη συγγραφέας σε αυτό το πρώτο μυθιστόρημά της επιχειρεί την ιστορική μα και λογοτεχνική προσέγγιση μιας ιστορικής περιόδου έχοντας στοχεύσει στη γενιά της. Στους εκείνους τους, κατ' αρχήν, τυχερούς που γλύτωσαν μεν από Κατοχή και Εμφύλιο αλλά χρεώθηκαν δε, το Μετεμφυλιακό κλίμα και ακολούθως μοιραία συγκρούστηκαν με την εξουσία, σε όλη τη δεκαετία του '60 με αποκορύφωμα τα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας.
|
Read more...
|
Ο συγγραφέας είναι Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο παρελθόν ανάμεσα σε πολλά άλλα διετέλεσε Υπουργός Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, όπως και Υπουργός Ανάπτυξης.
Πέρα από την πολιτική και την ακαδημαϊκή δραστηριότητά του είναι πολυγραφότατος. Μερικά από τα βιβλία που έχει γράψει είναι: "Συστήματα Ελέγχου και Οικονομικές Εφαρμογές" (1988), "Macroeconomic Policy: Inflation Wealth and the Exchange Rate (συλλογική εργασία 1989)", "Modelling and Control of National Economies" (1990), "Οικονομική Ανάπτυξη και Διακυμάνσεις στην Ελλάδα και την ΕΕ" (1997), "Το Νέο Τοπίο της Ανάπτυξης" (1998), και "Το Εκκρεμές της Σύγκλισης" (2006).
Στο τελευταίο, μέχρι στιγμής, βιβλίο του, σκύβει πάνω σε ένα ιδιαιτέρως επίκαιρο θέμα. Με υπέρτιτλο “Ζητήματα Οικονομικής Ιστορίας” και τίτλο “Άγος απλήρωτον”, ερευνά τα οφειλόμενα από το Κατοχικό δάνειο αλλά προχωρά ακόμα πιο πολύ διατυπώνοντας και μια λογική πιθανότητα επίλυσης.
Την έκδοση αυτή αφιερώνει στην μνήμη του πατέρα του, ο οποίος όπως χιλιάδες άλλοι Έλληνες έχασε κάποια χρόνια στις φυλακές του κατακτητή.
Αυτή είναι μια από τις ελάχιστες συναισθηματικές ακμές της έκδοσης. Όλο το υπόλοιπο περιεχόμενο είναι μια μελέτη με καθαρά επιστημονικά κριτήρια και αντίστοιχα ψύχραιμη ματιά. Ο ακαδημαϊκός σε οκτώ κεφάλαια, προχωρά σε μια προσεκτική προσέγγιση και με εργαλείο τη πλούσια βιβλιογραφία μας φωτίζει το θέμα.
Ξεκινά από την υπεξαίρεση πόρων ως πολιτική του Άξονα, μας θυμίζει την Γερμανική άρνηση για την επίλυση του θέματος καθώς και την Ελληνική ανετοιμότητα, τις χαμένες ευκαιρίες, αλλά και τις δυσκολίες αποτίμησης. Επιχειρεί μια ρεαλιστική αποτίμηση και διαβλέπει μια ευκαιρία συμφιλίωσης μέσα από μια εφικτή πρόταση.
|
Read more...
|
|
Χωρίς να χάνεται στο ολισθηρό μονοπάτι της κολακείας, ο Miller πλέκει, σχεδόν εμμονικά ένα φωτοστέφανο γύρω από την Ελλάδα. Ήρθε στην πατρίδα μας το καλοκαίρι του ’39, όταν ο ήχος από τα τύμπανα του πολέμου πλησίαζε ολοένα και πιο κοντά στην γηραιά Ήπειρο. Ήρθε από το Παρίσι, προσκεκλημένος του Βρετανού φίλου του, Lawrence Darrell ο οποίος εκείνη την εποχή διέμενε στην Κέρκυρα. Ήρθε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά αν δεν αναγκαζόταν από την Αμερικάνικη πρεσβεία να αναχωρήσει μετά από παραμονή έξι μηνών, ακριβώς λόγω της έναρξης του πολέμου, θα παρέμενε πολύ περισσότερο.
Από τις πρώτες αράδες γίνεται σαφές ότι ανάμεσα σε αυτόν και τον τόπο, ανάμεσα σε αυτόν και τους κατοίκους του τόπου έχει γεννηθεί, ένα μεγάλος , ένας κεραυνοβόλος έρωτας. Κάνει λόγο για: «παμπάλαιη λευκότητα και τη λάμψη του Ελληνικού κόσμου», και μας δίνει τα συστατικά της λαμπρότητας, της διαφορετικότητας: «πάθος, πνεύμα αντιθέσεων, σύγχυση, χάος, μεγαλοψυχία».
Σε αυτό το χρονικό διάστημα, επισκέφθηκε την Αθήνα, το Μαρούσι, την Κέρκυρα, τον Πόρο, την Επίδαυρο, την Σπάρτη, την Τρίπολη. Ανέβηκε στην Ακρόπολη των Αθηνών, στο Αστεροσκοπείο, περιηγήθηκε στην Υδρα, στις Σπέτσες, στο Ναύπλιο, στις Μυκήνες, στη Θήβα, στην Αράχωβα, στους Δελφούς . Κατέβηκε στη Κρήτη, στο Ηράκλειο, στη Φαιστό. Μέσα σε αυτές τις πορείες, μοιραία γνώρισε ντόπιους. Από τον Γιώργο Κατσίμπαλη στον οποίο αφιερώνει και τον τίτλο του βιβλίου, το Γιώργο Σεφέρη, τον Νίκο Χατζηκυριάκο Γκίκα, τον Περικλή Βυζάντιο έως τους ταπεινούς, εργάτες της γης, τους ανώνυμους υπάλληλους διάφορων υπηρεσιών.
Στη συνέχεια και έως τέλους αποθεώνει οτιδήποτε Ελληνικό:
|
Read more...
|
Γραμμένο αμέσως μετά τη λαίλαπα της Κατοχής και στις απαρχές του Εμφυλίου από τον Ι(ωάννη) Μ(ιχαήλ) Παναγιωτόπουλο, το βιβλίο αυτό, μας γυρνά μια γενιά πίσω από την εποχή που το ολοκλήρωσε ο συγγραφέας του και πρωτοεκδόθηκε. Μας οδηγεί λοιπόν στον Πειραιά του 1913 και μας εμφανίζει έναν ολότελα διαφορετικό κόσμο.
Αυτό είναι το σκηνικό, αυτή είναι η χρονική περίοδος που στήνει την πλοκή του ο συγγραφέας, που κινείται με απαράμιλλη τέχνη. Δημιουργεί τους χαρακτήρες του με λεπτότητα τους ζωντανεύει με απλότητα αποδίδοντας ταυτόχρονα με ιδιαίτερη αμεσότητα και ευαισθησία τις συνθήκες.
Στα μάτια του σημερινού νέου, οι καταστάσεις που περιγράφει μοιάζουν απίστευτες, σχεδόν μεσαιωνικές. Η εξουσία που ασκεί ο δάσκαλος, «όλοι τον τρέμανε, και τα παιδιά και οι γονέοι. Μια ολάκερη γενιά είχε περάσει από τα χέρια του κι ήταν όλη δαρμένη» ήταν αδικαιολόγητα μονοκόμματη, βαθιά άδικη, ολοκληρωτικά φτηνή. Αυτή η ίδια συμπεριφορά, προδικάζει το μέλλον, την επόμενη φάση της ζωής των ενηλίκων όπου οι ευκαιρίες για μια πιο φωτεινή ζωή είναι ελάχιστες, ενώ ο πόνος και το μαράζι θα περισσεύουν.
Ταυτόχρονα με αυτά έρχεται η θρησκευτική επιβολή: «Μνηστητί μου Κύριε! Και σταυρικοπιούνταν σαν μηχανές» αλλά και ο περιορισμός του χώρου. Οι κάτοικοι της γειτονιάς πέραν της στενής καταθλιπτικά επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας, είναι περιορισμένοι σε ένα ακόμα μικρότερο, ιδιαιτέρως τοπικό, περιβάλλον κομμάτι.
|
Read more...
|
|