Δεν γνωρίζω αν πράγματι, «η Iστορία είναι το μυστικό εργαστήρι του Θεού» όπως εκτιμούσε ο Γκέτε, ή αν ισχύει η Αφρικανική παροιμία που μας λέει ότι: «Μέχρι να αποκτήσουν τα λιοντάρια τους δικούς τους ιστορικούς, οι ιστορίες του κυνηγιού θα γράφονται προς δόξαν των κυνηγών.» Έχω την εντύπωση όμως, ότι προκειμένου να διδάξεις Ιστορία στο Harvard και στο Yale, η επιστημονική σου κατάρτιση και εν γένει η προσωπικότητά σου πρέπει να πείσει στη διαδικασία επιλογής.
Ο καθηγητής Ιωάννης Ο. Ιατρίδης έχοντας περάσει, ως διδάσκων, από τις έδρες των παραπάνω αναφερθέντων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, έγραψε το '73, την άποψή του για ένα από τα πιο καθοριστικά σημεία της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας. Για τον Δεκέμβρη του '44. Το πόνημα του εκδόθηκε στην Αγγλική, καθώς εκείνη την εποχή το καθεστώς των Αθηνών δεν είχε τη δυνατότητα να αντιληφθεί τη διαφορά ανάμεσα σε ένα επιστημονικό σύγγραμα και σε μια προπαγανδιστική φυλλάδα, ειδικά αν δεν βολευόταν με τα όποια συμπεράσματα της έκδοσης. Σαράντα χρόνια αργότερα εκδόθηκε και στην μητρική του συγγραφέα, γλώσσα.
Ακαδημαϊκός είναι ο Ιατρίδης και κάνει μια απολύτως επιστημονική προσέγγιση. Είχε τη δυνατότητα πρόσβασης σε σημαντικά αρχεία, γεγονός εξαιρετικά βοηθητικό για έναν ερευνητή. Δυνατότητα που αξιοποίησε και πάνω της στηρίζει την ερμηνεία των γεγονότων.
Ξεκινώ με δυό φράσεις κλειδιά, για την εποχή εκείνη, από το εισαγωγικό σημείωμα του Ουίλιαμ Χάρντυ Μακ Νηλ, καθηγητή της Ιστορίας στο Πανεπιστημίου του Σικάγου, γραμμένες μάλιστα από τον Σεπτέμβρη του '70:
«Η πίστη και ο φανατισμός έπαιρναν την θέση της αλήθειας» (σ. 10) και «…καμμιά από τις δυο παρατάξεις δεν περίμενε, ούτε ήταν προετοιμασμένη για την σύρραξη που επηκολούθησε» . (σ. 11) Αυτές οι δυο προτάσεις μας φέρνουν μπροστά στις αντίστοιχες μεγάλες αλήθειες που με συγκροτημένη επιστημονική επιμέλεια πραγματεύεται ο συγγραφέας.
Σταχυολογώ:
|
Read more...
|
Σε μια προσπάθεια να κρατήσω κάποιες εσωτερικές ισορροπίες, αμέσως μετά την ανάγνωση των βιβλίων του Μ. Θεοδωράκη, βρέθηκα εμπρός στην πολιτική μαρτυρία της Φ.Π.Π. με τίτλο: «Σαράντα χρόνια τώρα», το χρονικό πλαίσιο δηλαδή που ασχολήθηκε ενεργά με τα κοινά.
Θα ξεκινήσω από τη σελίδα 266 όπου μεταφέρει τηλεφωνική συνομιλία με τον Κων/νο Καραμανλή ο οποίος την κάλεσε ανήμερα Θεοφανείων για να της ευχηθεί: «Τι κάνεις, Φάνη;» «Τρέχουμε, κύριε πρόεδρε, τρέχουμε για το κόμμα!» «Καλά κάνετε, Φάνη, αλλά σημασία έχει όχι να τρέχετε αλλά να ξέρετε που πάτε!»
Η συνομιλία είναι καθοριστική και ενδιαφέρουσα. Αναδεικνύει το άγχος για την τύχη του κόμματος, τη πρωτοκαθεδρία αυτής της αγωνίας απέναντι σε οποιαδήποτε άλλη και τελικά την ένταση της πολιτικής μάχης, όπως και το αντίκτυπο της στη ζωή των πολιτικών.
Αυτή η κατάσταση βεβαίως επιδέχεται δυο ερμηνείες. Η μια έχει να κάνει με το θετικό της αφοσίωσης των πολιτικών στο ρόλο τους. Η άλλη, με το αρνητικό της απόλυτης εξουσίας που ασκεί το Κόμμα, όχι σαν κάτι αόριστο, αλλά σαν το όχημα που θα κρατήσει τους πολιτευόμνεους στις θέσεις τους.
Με υπότιτλο «Γεγονότα, παρασκήνια, και πρωταγωνιστές της μεταπολίτευσης», το βιβλίο μας προσφέρει μια πλούσια παράθεση όλων όσων υπόσχεται με ταυτόχρονη ερμηνεία από την συγγραφέα. Υπάρχει ασφαλώς ένα πρελούδιο για τα παιδικά, τα εφηβικά, τα νεανικά χρόνια, για όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ώστε να φθάσουμε στην εισαγωγή της στο κόμμα και στα κοινά.
Η Φ.Π.Π. δεν είχε τυχαία καταγωγή με τη λογική ότι όλοι οι προσκεκλημένοι στις τελετές των ανακτόρων, οι δεσποινίδες που χόρευαν στις χοροεσπερίδες με τον τέως, ήταν τρόπον τινά διακεκριμένες, υπολογίσιμες μονάδες. Ανήκε λοιπόν σε μια Αθηναϊκή ελίτ. Είχε γνωριμίες, είχε δυνατότητες πρόσβασης.
Παράλληλα έκαμε έναν πολύ καλό γάμο. Καλό με την έννοια του ότι ευτύχησε να γίνει μάνα τεσσάρων παιδιών και να δεί 11 εγγόνια. Καλό και με την έννοια της οικονομικής ευρωστίας του συζύγου της ο οποίος την στήριξε παντοιοτρόπως. Όπως ανακαινίσεις στα υπουργικά γραφεία που θήτευσε το κόστος των οποίων κατέβαλε η ίδια και γενικά μια άνεση που ασφαλώς διευκόλυνε τα θέματα.
Αυτό δεν αποτελεί πρόθεση κριτικής, ότι δηλαδή η όποια πολιτική της πορεία ήταν απόρροια της καταγωγής της, αλλά περιγραφή γεγονότων. Ασφαλώς όμως, υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων που τα εφόδια της καταγωγής τους και η εξέλιξη της ζωής τους, σε καθαρά οικονομικό επίπεδο, υπήρξαν σημαντικά βοηθητικά στην ζωή τους.
|
Read more...
|
|
Ο συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης έχει δεχτεί σφοδρότατες κριτικές για τις πολιτικές του επιλογές. Από όλο το φάσμα των ιδεολογιών. Από τους συντηρητικούς για τις συμμετοχή στο ένοπλο κίνημα, νωρίς - νωρίς μάλιστα, στα 19 του με τη συμμετοχή στα Δεκεμβριανά. Από τους συνοδοιπόρους του για την συμμετοχή σε κυβέρνηση της Ν.Δ. και ακόμα πιο νωρίς για το δίλημμα “Καραμανλής ή τάνκς”.
Σε οικουμενικότερο πολιτικό πλαίσιο από τους Άραβες λόγω του Μαουτχάουζεν, αλλά και από τους Σιωνιστές αφού συνέθεσε τον ύμνο των Παλαιστινίων. Οι Σοβιετικοί, όπως διατείνεται ο ίδιος τον αντιμετώπισαν ως προδότη, οι Αμερικανοί του κήρυξαν τον πόλεμο από το '64, ενώ την ίδια περίοδο η Ένωση Κέντρου τον θεωρούσε όργανο των κομμουνιστών, οι οποίοι κομμουνιστές θεωρούσαν το κίνημα της έντεχνης μουσικής και τους “Λαμπράκηδες” κινήσεις επικίνδυνα αιρετικές. Η χούντα τον φυλάκισε, τον εκτόπισε ως κομμουνιστή, ενώ αμέσως μετά η Κ.Ν.Ε. τον αντιμετώπισε ως όργανο του αντικομμουνισμού. Δύσκολα κάποιος δημιουργεί τόσους πολλούς, τόσο ορκισμένους εχθρούς.
Για ένα πράγμα δεν μπορεί κανείς από όπου και αν προέρχεται να κατηγορήσει τον Μίκη. Για αδράνεια. Πολύ λίγοι άνθρωποι στον κόσμο διεκδικούν το δικαίωμα να έχουν υπάρξει τόσο δραστήριοι σε τόσους τομείς. Αυτή η λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην πελώρια καλλιτεχνική του δημιουργία και την τόσο έντονη παρεμβατική, πολιτική του πορεία. Στα 90 του πια μπορεί να ισχυριστεί ότι επέζησε όλων των κολοσσιαίων αλλαγών που βίωσε, ενώ ταυτόχρονα αφήνει ένα λαμπρό όσο και ογκώδες καλλιτεχνικό κληροδότημα.
Το 2009 οι Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, εξέδωσαν την αυτοβιογραφία του με τίτλο “Οι δρόμοι του Αρχάγγελου” και το 2011 το “Χρέος”. Μέσα από τέσσερις και τρείς αντίστοιχα τόμους ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να προσεγγίσει τη ζωή, τη δημιουργία του Μίκη, αλλά και τις εποχές, τις συνθήκες που έδρασαν ως καταλύτης. Διαβάζοντας τον πρώτο τόμο του “Χρέους” και τον τρίτο των “Δρόμων”, μπορώ να ισχυριστώ ότι είχα μια ισχυρή δόση από Μίκη.
Είναι τα ίδια τα γεγονότα που δρούν ανεξίτηλα πάνω στον αφηγούμενο: «Θυμάμαι πως την ημέρα που εκτελέσανε τον Νίκο Μπελογιάννη στο Γουδή – ήταν Κυριακή πρωί-, εγώ σαν έκτακτος μουσικός, έπαιζα τις καμπάνες στην Φανταστική συμφωνία του Μπερλιόζ. Μια μουσική αφιερωμένη σε έναν φανταστικό ήρωα. Μόνο που εκείνη την ημέρα δεν ήταν καθόλου φανταστικός. (σ.1010 οι δρόμοι...)
στην επόμενη σελίδα μας μεταφέρει την άποψη του ασφαλίτη Αγγελάκου για τον Νίκο Πλουμπίδη κατά τη διάρκεια ανάκρισης: «...Γιατί ο Πλουμπίδης, χωρίς θεατρινισμούς και δήθεν γενναιότητες – κούφιες τις περισσότερες φορές – με έπεισε ότι αυτό που κάνει, το κάνει από βαθιά πίστη και δίχως την παραμικρή φιλοδοξία ή ιδιοτέλεια. Ένας σύγχρονος Χριστός με όλη τη σημασία της λέξεως» (σ.1011) Ο ίδιος ο αξιωματικός απεδείχθη σε μέγα γνώστη της μουσικής αλλά και μουσικό οπαδό του Μίκη.
|
Read more...
|
Ή το πως ένα βιβλίο σε πάει ολότελα αλλού από εκεί που, πιθανόν, ήθελε ο δημιουργός του.
Από τις πρώτες σελίδες, άρχισα να το σκέφτομαι και όταν γύρισα την 383η και τελευταία, δεν είχα πια αμφιβολίες. Η διάζευξη ήταν περιττή. Αυτό το ή ανάμεσα στο Άγγελος και στο Δαίμονας δεν είχε λόγους ύπαρξης. Το βιβλίο αποτελεί τμήμα βιογραφίας του Γιάννη Βουλπιώτη. Καλύπτει μια χρονική περίοδο 15 περίπου ετών, από τα 97, συνολικά της ζωής του. Προφανώς είναι τα πλέον ταραχώδη, περιπετειώδη, απρόβλεπτα, σημαντικά. Η συγγράψασα έχει το πλεονέκτημα αλλά ταυτόχρονα και το μειονέκτημα να είναι η θυγατέρα του ήρωα.
Η έκδοση δεν διεκδικεί λογοτεχνικές διακρίσεις, είναι γραμμένη σε ένα ύφος κοσμοπολίτικου μυθιστορήματος, έχει συνεχείς διαλόγους που δεν ξέρουμε κατά πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, ενώ απουσιάζει σε αρκετά σημεία το απαραίτητο στοιχείο του χρονικού προσδιορισμού. Πλην όμως παραθέτει πλούτο στοιχείων, για πολλά γεγονότα σχετικά άγνωστα που οδήγησαν σε γνωστότερα.
Λόγω της αμφιλεγόμενης προσωπικότητας του Βουλπιώτη, το αντικείμενο της διάζευξης, έτσι σαν μια τελική αποτύπωση, είναι τι τελικά υπήρξε. Θέτοντας το, κάπως ρητορικά, η θυγατέρα του, διερωτάται: Άγγελος ή Δαίμονας; Κατ’ αρχήν με την αποτύπωση 15 μόνον χρόνων, όπως προαναφέρθηκε, από τα 97 της ζωής του, το θέμα δεν είναι πλήρες. Συνεπώς όσο και αν η συγκεκριμένη χρονική περίοδος είναι καταλυτική δεν παύει να είναι μόνον ένα τμήμα, όχι αρκετά ικανό να κριθεί ένας άνθρωπος.
Ατυχώς για τον πρωταγωνιστή, δεν ανευρέθησαν, έστω δεν τα βρήκα εγώ, στην διάρκεια της ανάγνωσης, τα στοιχεία αγγελικού περιεχομένου. Τουναντίον βρίθει δαιμονικών. Για αυτό και ισχυρίζομαι ότι η διάζευξη δεν υφίσταται. Μολοντούτο είναι σωστή στη διάρθρωσή της, διότι ο περιγραφόμενος μπορεί να είναι Δαίμονας αλλά όχι Διάβολος, η σωστή αντίθεση στο πρώτο συνθετικό.
Από τις πρώτες περιγραφές γίνεται σαφές ότι ο ήρωάς μας είναι αδιαμφισβήτητα ένας λαμπρός νους. Ευφυέστατος, πολυμαθής, πολύπλοκος, με διδακτορικό σε ψυχολογία και ηλεκτρονική μηχανολογία τον μεσοπόλεμο! Γερμανοτραφής. Επιδεικνύει, ασυνήθιστη εργατικότητα, παρατηρητικότητα, αποτελεσματικότητα. Δεν αργεί να κερδίσει το ενδιαφέρον του Siemens. Σύντομα γίνεται και γαμπρός του. Είναι πια μέλος σε μια από τις πιο ισχυρές Γερμανικές οικογένειες. Διαχειρίζεται εν λευκώ υψηλούς προϋπολογισμούς. Είναι κατ’ ουσίαν ανεξέλεγκτος. Αποκομίζει μυθικά ποσά.
|
Read more...
|
|