Με υπότιτλο Από την: «Αχρίδα στις Πρέσπες», ο ρεπόρτερ της εφημερίδας «Καθημερινή», γράφει μια προσεκτική και κυρίως νηφάλια μελέτη για το θέμα που απασχολεί περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, δυο όμορα κράτη.
Είναι εμφανές από την πρώτη σελίδα, ότι ο συγγραφέας, είναι γνώστης του θέματος, ότι το παρακολουθεί με αφοσίωση πολλά χρόνια από κοντά και κυρίως έχει οικοδομήσει σχέσεις με αρκετούς από τους πρωταγωνιστές, συνεπώς έχει πρόσβαση σε πληροφορίες.
Ξεκινά την αφήγησή του από τις πρώτες στιγμές της δημιουργίας του γειτονικού κράτους, μέσα από την πορεία διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Φέρνει το θέμα της πρότασης Μιλόσεβιτς προς Μητσοτάκη για διαμελισμό των Σκοπίων, για να λάβει την απάντηση από τον Έλληνα πρωθυπουργό:
«Μαζέψου, τέτοια πράγματα δεν γίνονται. Μην ξεχνάς ότι ήμαστε Ευρώπη και εγώ τέτοια πράγματα δεν κάνω. Και προπαντός είδα και έπαθα να γλυτώσουμε από τους Σλαβομακεδόνες και θα τους ξαναβάλω εγώ πάλι μέσα στην Ελλάδα, τρελός είσαι;» (σ.28)
Ο ίδιος πολιτικός, καταθέτει για την περίφημη Σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών του Δεκεμβρίου του ’91.
Τότε που η Γερμανία πίεζε ασφυκτικά τους εταίρους για την αναγνώριση της Κροατίας και ήταν η καλύτερη, ίσως, ευκαιρία για την Ελλάδα να πάρει κάτι καλό:
|
Read more...
|
Αρχές της δεκαετίας του ’70, κάποιες εφημερίδες είχαν στην ύλη τους σκακιστικά προβλήματα, τα περισσότερα των οποίων κοιτούσα με δέος. Έτσι, ως πιτσιρικάς, αντιμετώπιζα τους σημαντικούς σκακιστές ως υπέρτατα όντα. Τους δε πρωταθλητές, ως θεότητες. Έκτοτε δεν άλλαξε κάτι. Συνεχίζω να πιστεύω ότι έχουν κάτι ιδιαίτερο.
Ίσως διότι ποτέ δεν έπαιξα σκάκι της προκοπής. Κυρίως όμως διότι όντως αιτιολογούν τον θαυμασμό των μικρών και τον σεβασμό των μεγαλύτερων. Σε πνευματικό επίπεδο. Το τι χαρακτήρες είναι, αποτελεί άλλο κεφάλαιο.
Ο Γκάρυ Κασπάροφ κατέκτησε το παγκόσμιο στέμμα στα 22 του και αποτέλεσε κορυφαία μορφή στο ανώτατο επίπεδο του επαγγελματικού σκακιού για μια εικοσαετία. Μετά το 2005 που αποσύρθηκε, ανάμεσα στις πολλές δραστηριότητές του, όπως πολιτικός ακτιβιστής, συνέγραψε και μια σειρά από βιβλία.
Το «Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι», αποτελεί μια μίξη αυτοβιογραφίας, παρουσίασης των πιο σημαντικών σκακιστικών προσωπικοτήτων, ιστορικών αναδρομών καθώς και οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών αναλύσεων.
Το ότι ο γεννημένος στο Μπακού της τότε Ε.Σ.Σ.Δ., Γκ. Κασπάροφ ήταν ένα προικισμένο αγόρι δεν χωρά αμφιβολία.
Θα ήταν όμως πελώριο σφάλμα να μην υπολογιστεί το αμέτρητο πλήθος ωρών που αφιέρωσε στην μελέτη, όχι μόνον για να γίνει καλύτερος σκακιστής, αλλά για να γίνει πληρέστερος άνθρωπος και κυρίως ανθεκτικός στις απαιτήσεις του πρωταθλητισμού.
|
Read more...
|
|
Είναι απολύτως κατανοητό ένας άνθρωπος να θέλει να γράψει κάτι σαν αυτοβιογραφία, αν φθάνει στα 90 του. Μερικές φορές είναι περίπου και επιβεβλημένο. Είτε διότι επιθυμεί να βγάλει κάτι από μέσα του, είτε διότι αξίζει να μαθευτεί κάτι ευρύτερα.
Ο Δ.Χ. συγκεντρώνει όλους τους προηγούμενους λόγους, ώστε να θελήσει να βάλει σε 641 σελίδες έναν ενδιαφέροντα βίο, συν ένα ακόμα. Έχει να μας πει ιστορίες και πολλά περιστατικά από έναν περιπετειώδη, πολυκύμαντο βίο μέσα στην Πολεμική αεροπορία που δεν είναι ευρύτερα γνωστά. Ταυτόχρονα ξεδιπλώνει και την Ιστορία αυτού του Τόπου μέσα από την δική του ματιά.
Δεν είναι απαραίτητο να συμφωνήσει κανείς ιδεολογικά μαζί του για να χαρεί το ανάγνωσμα. Εννοώ, ότι ακόμα και οι 137 πρώτες σελίδες όπου αναπτύσσεται ένας αρκετά έντονος αντικομμουνισμός, μπορούν να γίνουν αποδεκτές ακόμα και από όσους διαφωνούν με τις θέσεις του συγγράψαντα. Αρκεί να γίνουν κατανοητές οι αιτίες, οι ρίζες τούτης της τοποθέτησης. Και από εκεί και πέρα υπάρχουν και θέματα αντίληψης και ιστορικών ερμηνειών.
Ακόμα και σε αυτές τις σελίδες όμως, ξετυλίγονται ιδιαίτερα χρήσιμα και ενδιαφέροντα στοιχεία, για την ζωή των παιδιών, των εφήβων, στην Ελληνική επαρχία του μεσοπολέμου.
Το αντικείμενο βέβαια δεν είναι αυτό. Είναι το περιεχόμενο και η ουσία της έκδοσης. Είναι οι εμπειρίες μιας ζωής και η όλη η μετάβαση του, πως ένα παιδί αγροτικής οικογένειας της Ελληνικής υπαίθρου, του μεσοπολέμου, έφτασε στα ανώτατα αξιώματα της πολεμικής αεροπορίας, μέσα από εποχές μεγάλων αναταράξεων και μεγαλύτερης οδύνης.
|
Read more...
|
Ξεκινώντας με μια απόπειρα πυκνής, σύντομης περιγραφής, θα μπορούσε να λεχθεί, πως, η συγκεκριμένη δουλειά του Foer, μπορεί κάλλιστα να γίνει αντικείμενο ζήλειας, οποιουδήποτε ερευνητή – γραφιά σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Ζήλιας και όχι φθόνου.
Αυτό που συχνά επαναλαμβάνεται μέσα στην ύλη του βιβλίου, ότι χρειάστηκε τρία χρόνια ερευνών είναι πασιφανές. Τρία χρόνια κοπιώδη, ενίοτε με κινδύνους, τα όποια έντυσε με όμορφες προτάσεις και το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό. Όχι μόνον σε αποκαλύψεις, αλλά και σε προτάσεις.
Είναι περίπου βέβαιο ότι ο μέσος αναγνώστης, και πιο πολύ εκείνος με οικολογικές και όχι μόνον ανησυχίες θα αλλάξει τη σχέση του με τις διατροφικές του συνήθειες. Το θέμα είναι: Για πόσο;
Πρώτη εκτίμηση, πως όσο πιο νέος τόσο πιο πολύ. Η δεύτερη εκτίμηση έχει να κάνει με τον τόπο. Διότι προφανώς έχει τεράστια διαφορά, αν π.χ. κατοικείς σε μια Αμερικάνικη μεγαλούπολη, με το αν μεγαλώνεις σε ένα νησί του Αιγαίου.
Ο Foer, συνεπής ερευνητής και ωραίος αφηγητής, φορτωμένος με βραβεία και διακρίσεις, ζει και εργάζεται στο Μπρούκλιν της Ν. Υόρκης. Συνεπώς, η βαρυσήμαντη εργασία του στο «Τρώγοντας ζώα», επεξεργάζεται την Αμερικάνικη πραγματικότητα, που είναι διαφορετική από αυτή που διέπει την χώρα μας.
Και ναι αυτό μπορεί να αποτελεί και ένα είδος εύκολου άλλοθι για όσους, εκτός Αμερικής, δυσκολεύονται να τραβηχτούν από την συνήθεια να τρώνε ζώα, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια ακριβής αλήθεια.
|
Read more...
|
|