Μέρα Τέταρτη
Ήταν από εκείνες τις ημέρες που ξεκινούν πολύ νωρίς το πρωί, ξέρεις ότι έχεις πολλά να δεις, πολλά να κάνεις και ταυτόχρονα νιώθεις ότι οι πιθανότητες να ξανασυμβούν όλα αυτά είναι πολύ – πολύ περιορισμένες. Όχι μόνον διότι συμβαίνουν σχεδόν στο εκ διαμέτρου αντίθετο άκρο της υδρογείου, αλλά ακόμα και στην απίθανη περίπτωση να ξανασυμβεί, δεν θα είναι, δεν μπορεί να είναι ίδιο.
Από τις επτά το πρωί στους δρόμους και από το Δυτικό Hollywood, πάμε ανατολικά όπου η έδρα της έκθεσης του Λος Αντζελες, η οποία φιλοξενείται στο μεγαλόπρεπο συνεδριακό κτίριο της πόλης. Ένα χώρο τεράστιο, καμωμένο στα πρότυπα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, με πολύ γυαλί και σίδερο, πολλές αίθουσες, ικανό να φιλοξενήσει τέτοιου μεγέθους δραστηριότητες.
Μικρότερο πάντως από τα μεγέθη που έχουμε συνηθίσει στην Φρανκφούρτη, στη Γενεύη, στο Παρίσι, στο Ντητρόιτ. Όπως μας είπε ο Dr. Ian Robertson επικεφαλής του BMW group η έκθεση του L.A. είναι κυρίως έκθεση πελατών, υποψηφίων αγοραστών. Αν η Καλιφόρνια ήταν ανεξάρτητο κράτος, θα ήταν η 5η ισχυρότερη αγορά του κόσμου. Για αυτό και η ύπαρξη του auto show. Αν έπρεπε
να χαρακτηρίσω με λίγες λέξεις το φετινό σαλόνι του L.A. θα μιλούσα για Γερμανικό θρίαμβο. Οι τέσσερις Γερμανοί, Audi, BMW, Mercedes, Porsche κυριάρχησαν καθολικά. Η παρουσία των εκπροσώπων του τύπου ήταν σχεδόν διπλάσια απ΄ ότι τα Αμερικάνικα περίπτερα, π.χ. της Chrysler όπου ο CEO του brand, Alistair Gardner, ανέβηκε με άνεση επί σκηνής έκανε την ιστορική αναδρομή του μοντέλου που έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του '50 και παρουσιάζοντας το 300 S αναρωτήθηκε γιατί ο κόσμος να πληρώσει παραπάνω χρήματα για να αγοράσει τα ίδιες παροχές, λοξοκοιτώντας βέβαια, κατά Γερμανία μεριά. Κάποιους θα έπεισε, κάποιους όχι. Οι Αμερικανοί όμως, που έχουν την οικονομική δυνατότητα και ίσως το αντίστοιχο γούστο, είναι βέβαιο ότι θα στραφούν ανατολικά, Ευρωπαϊκά και ειδικότερα Γερμανικά.
...πριν την αποκάλυψη
Υποθέτω ότι για κάποιους Αμερικάνους είναι ένα πρόβλημα αυτό. Σχεδόν έναν αιώνα μετά τον πρώτο Μεγάλο πόλεμο και 67 χρόνια μετά τον δεύτερο οι ηττημένοι Γερμανοί επιστρέφουν και σίγουρα δεν αλώνουν την Αμερικάνικη αγορά με την μάζα των πωλήσεων αλλά με την τεχνολογία τους και την ποιότητα τους. Αυτό που αντιλαμβάνομαι δε προσωπικά, από αυτή την κατάσταση, είναι ότι δεν ζούμε κάτι σαν επανάληψη των Αρδενών. Δεν είναι μια απέλπιδα, χειμωνιάτικη αντεπίθεση, αλλά μια άριστα ενορχηστρωμένη, στοχευμένη, σε υψηλό επίπεδο απόβαση, με σκοπό να δείξει διακριτικά μεν αλλά έντονα και εύστοχα ότι τεχνολογικά είναι ηγέτες. “Δεν έχουμε τα δισεκατομμύρια να φτιάξουμε τη δική μας NASA, (ας μην ξεχνούμε ότι ο von Braun, που σας «έστησε το μαγαζί» δικό μας παιδί ήταν) αλλά με όσα έχουμε, σας δείχνουμε το δρόμο.” Κάπως έτσι, φαντάζομαι, το σκέφτονται.
Βlack Πearl ! Ο κιθαρίστας των Metallica, James Hetfield, είχε την επιθυμία να παραλλάξει μια. Jaguar του 1948. Με ύφος iιδιαίτερο που παραπέμπει σε σχεδιαστικές αντιλήψεις του μεσοπολέμου και κινητήρα Ford V8 ισχύος 375 ίππων.
Από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους παρούσα μόνον η Fiat, ένεκα και της εξαγοράς της Chrysler, για αυτό και τα περιπτερά τους, ήταν όμορα. Οι Φραντσέζοι ολοκληρωτικά απόντες, οι Ιάπωνες όμως και οι Κορεάτες δυναμικοί και παρόντες. Επίσης άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ένας τρόπον τινά διχασμός, μια πόλωση. Από την μια η τάση για οχήματα μηδενικών ρύπων, από την άλλη ατελείωτα κυβικά και περισσευούμενη ισχύς. Η BMW αποτελεί ένα καλό παράδειγμα. Από την μια το i3 και από την άλλη, τα νέα Χ5 Μ και Χ6 Μ, με 570 ίππους! The duality of the mobility! H δυαδικότητα της αυτοκίνησης με λίγες λέξεις, που την εισέπραξα με το γνωστό ξεποδιάριασμα από περίπτερο σε περίπτερο, συναντώντας ενίοτε τους εργαζόμενους στα τμήματα επικοινωνίας των εργοστασίων που έχεις γνωρίσει στις αποστολές, ανταλλάσσοντας λίγες κουβέντες και εισπνέοντας τον φρέσκο αέρα της παγκόσμιας αυτοκίνησης.
λατρεία για τα Μεγάλα pick up εκεί. Δικαιολογημένη
Με όσες δυνάμεις είχαν απομείνει, μια βόλτα στη λεωφόρο του Hollywood, ήταν περίπου επιβεβλημένη. Σε αυτό το πανηγύρι που στη πέφτουν πιο έντονα από ότι οι εύζωνοι στα Βλάχικα (της Βούλας), για κάθε τι, κυρίως για τούρ ανά την πόλη. Συγκάτοικοι στην ίδια λεωφόρο, πάμπλουτοι, άστεγοι που κοιμούνται στα πεζοδρόμια, τουρίστες, αλλά και διάφοροι Spyderman, Catwoman, Μπομπ σφούγγαροι, Μέρυλιν, θαυματοποιοί, που ντύνονται στα στενά προς άγραν της πρασινάδας του δολαρίου.
Στην άλλη γωνία ήταν ο Μπομπ (ο Σφούγγαρος)
Κι αν νομίσετε ότι τα τσολιαδάκια, οι παρθενώνες και τα λοιπά αναμνηστικά είναι ενοχλητικά στον τόπο μας, στη Hollywood Blv., το φαινόμενο είναι εκθετικά μεγαλύτερο. Πάνω στο περίφημο walk of fame και στα αποτυπώματα από τις παλάμες μαζί με τις υπογραφές των φημισμένων αστέρων της βιομηχανίας του κινηματογράφου, πάνω στα αστέρια των αστέρων που ξεχωρίζουν στο πεζοδρόμιο, κάτω από τους πανύψηλους φοίνικες, δίπλα σε αμφιβόλου αισθητικής καταστήματα, εκεί στην ευρύτερη περιοχή του ξενοδοχείου Roosvelt, λειτουργεί η τουριστική βιομηχανία του L.A. Τελικά αν δεν δώσεις και 19.95 USD εκεί στο Chinese theatre στη Μέκκα του κινηματογράφου και άλλα 12.50 για ποπ κορν και κόλα ώστε να δεις το Interstellar σε IMAX 70 mm δεν έχεις δικαιολογήσει την παρουσία σου. Όπερ και εγένετο.
Αστέρες αληθινοί. Sidney Poitier από τον μακρινό Ιούνιο του '67 και Jack Nicholson, δέκα χρόνια μετά
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτός ο λαός προκειμένου να κάνει τα κουμάντα του, μπουκάρει στην Ινδοκίνα, στη Γρανάδα, στο Ιράκ ή επεμβαίνει με άλλους τρόπους, στη Χιλή, το ανατολικό Τιμόρ, στην Κύπρο κλπ. Ας τους στείλουν μια ντουζίνα κινηματογραφικές παραγωγές κι όλοι θα αγαπήσουν τους Αμερικάνους ήρωες. Το πιο ειρηνικά διεισδυτικό εργαλείο είναι το πανί. Όχι ότι δεν το κάνει βέβαια, αλλά πρέπει να κινηθούν και οι βιομηχανίες όπλων, πυρομαχικών. Δουλειά για όλους, ε;
Με το ρολόι, να μην αφήνει περιθώρια επιστροφής στο ξενοδοχείο Mondrian ποδαράτα, κάποια 2,5 μίλια απόσταση, όπου ήταν προγραμματισμένο και το τελευταίο τραπέζι με τους φιλόξενους ανθρώπους της BMW, ένα ταξί ήταν απαραίτητο. Prius με Αρμένιο οδηγό. Οι περισσότερο cab drivers εκεί είναι Αρμένιοι. Ο Κίκα (παντρεμένος με ένα παιδί) είναι πέντε χρόνια στην Αμερική, βγάζει κάποια 2.500 – 3.000$ το μήνα, εργάζεται 12ωρο, πληρώνει 1.500 νοίκι, κάποιους μήνες ζορίζεται άλλους όχι. Είναι όμως ευχαριστημένος. Όλα κατά δήλωση του. Δολάρια 17 για το αγώι, κάνω να του δώσω και κάτι ψιλά, άχρηστα πια σε μέναν, όχι όλα είναι πληρωμένα, αντιτείνει. Ξέρεις; έχουμε κάτι κοινό. Του λέω. Τι; Την “συμπάθεια” των Τούρκων. Δεν απάντησε. Να μην γνώριζε για το ολοκαύτωμα τους, δύσκολο υποθέτω. Του χρόνου πάμε για ένα αιώνα. Μάλλον δεν ήθελε να προχωρήσει...
Με την επιλογή της βόλτας στη Hollywood Blv., έχασε η παραλία της Santa Monica. Δεν γινόταν, δεν χωρούσαν όμως και τα δύο. Κι επειδή οι περισσότεροι συμφωνούσαν ότι τούτη την εποχή ο ωκεανός είναι παγωμένος, και επειδή ούτως ή άλλως, τις Ελληνικές παραλίες δεν τις έχει κανείς, πουθενά προτιμήθηκε η πλέον τουριστική επιλογή. Ας μην εθελοτυφλούμε, όσοι έχουν κολυμπήσει στα δικά μας νερά, θα δυσκολευτούν να βρουν, σε αυτόν τον πλανήτη, καλύτερα. Το γεγονός ότι κάνουμε πολλά για να ανατρέψουμε ισορροπίες αιώνων, είναι άλλη ιστορία.
Δείπνο λοιπόν, κάτω από τον έναστρο ουρανό της Δυτικής ακτής. Προεξάρχοντος του Κai Zoibelein, επικεφαλής της επικοινωνίας του προγράμματος Sustainability της BMW, και με την παρουσία συναδέλφων από την Λατινική Αμερική μοιραστήκαμε το τελευταίο μας κοινό τραπέζι. Κάποια στιγμή, ο νεαρός, εκ Χιλής ορμώμενος, υποστήριξε σε μια έκρηξη αδικαιολόγητου όσο και ανιστόρητου αλλά και απολύτως λανθασμένου εθνικισμού, ότι το κρασί εφευρέθηκε στην πατρίδα του. Διεμήνυσα, στην Γερμανίδα που καθόταν δίπλα μου, να του μεταφέρει ότι όταν οι παππούδες μας σούρωναν, στην Αττική γή, όταν έκαναν τις Διονυσιακές τους τελετές, πριν από 25 αιώνες και κάτι ψηλά, είναι αμφίβολο αν υπήρχε καν ανθρώπινη παρουσία, στη χώρα, που ο Dr. H. Kissinger, αυτός ο σύγχρονος Μακιαβέλι, χαρακτήρισε ως το: “στιλέτο στην Ανταρκτική”. Του τα μετέφερε, ο νέος εσιώπισε και για να τον βγάλω από τη δύσκολη θέση, του προσέφερα τηγανιτές πατάτες που κανείς δεν είχε προσέξει πόσο νόστιμες ήταν. Της δέχτηκε με χαμόγελο.
Είχα επίσης μείνει ενθουσιασμένος, με το γεγονός ότι μια ευειδεστάτη, τε και καλλίπυγος δεσποινίς, ενδεδυμένη στα μαύρα, με το που τελείωνε το διαφανές αλκοολούχο περιεχόμενο του ποτηριού μου, το αντικαταστούσε, ασκαρδαμυκτί, με το επόμενο. Στο πέμπτο την παρακάλεσα να φέρει το επόμενο και τελευταίο προσθέτοντας και λίγη πορτοκαλάδα. Λίγο αργότερα αφού ευχαρίστησα την ομήγυρη, απεχώρησα πρώτος καθότι σε μια ώρα ο προσφάτως νυμφευθείς Μένιος θα περίμενε κείμενο μου. Πριν όμως ανέβω στο 406, περίμενα την σερβιτόρα. Αφού την ευχαρίστησα για το άψογο σέρβις, την ερώτησα από που είναι. «Από την Αγγλία.» αποκρίθηκε «Μάλιστα, δεν μου λέτε, καθότι Αγγλίς, το σκάνδαλο Πορφιούμο το γνωρίζεται;» «Ναι κάτι έχω ακούσει.» «Σας έχει ποτέ κανείς πεί ότι είστε ωραιότερα και πλέον γοητευτική της Christin Keeler;»
«Να το πάρω ως κομπλιμέντο;» απαντά χαμογελαστά και την απαραίτητη δοσολογία από διακριτικό νάζι «Πιστέψτε με, είναι κάτι πολύ παραπάνω από κοπλιμάν και μένω με την αμφιβολία, αν ποτέ κανείς στο μέλλον θα σας πει κάτι πιο όμορφο.» Κατόπιν τούτου της έδωσα τη συμβουλή, να γκουγκλάρει την Keeler την επομένη, εγώ καληνύχτισα, εκείνη έκανε μια δυσερμήνευτα ευγενική χειρονομία και θυμήθηκα τι άλλο; Δ. Χόρν και: “πάψε τα παιχνίδια σου και μην μας τυραννάς”.
Την επομένη, που εκείνη θα συνέχιζε να σερβίρει και να γοητεύει όσους τουλάχιστον είχαν μάτια για κάτι τέτοιο, και η ταπεινότητά μου θα ταξίδευε ανατολικά.
Ημέρα Πέμπτη, τελευταία, εναέρια, ημέρα επιστροφής.
Πέντε το πρωί. Με ένα μαύρο μεγάλο αμερικάνικό SUV, κατευθύνομαι στο LAX. Δεκατρία μίλια δρόμο, μόνο που εκεί στο αχανές Λος Αντζελες, τις διαδρομές δεν τις μετρούν με απόσταση αλλά με χρόνο. Ελάχιστη κίνηση στο δρόμο και κουβεντούλα με τον 65χρονο οδηγό που κάνει τρία μεροκάματα την εβδομάδα, αλλά δεν έχει παράπονο, και το σπίτι του έχει και καλά περνά, που στα νιάτα του είχε μια Kawa εντούρο και περνούσε ακόμα καλύτερα.
Σαφώς πιο άνετοι στον έλεγχο των αποσκευών από τους Γερμανούς, ούτε ζώνες, ούτε παπούτσια να βγάλουμε, εκτός αν έχουν πιο έξυπνους ανιχνευτές, δεν ξέρω. Επίσης πιο φιλικοί, πιο ευγενικοί. Ανεπίτρεπτο να απευθυνθεί δημόσιος υπάλληλος, σε πολίτη, χωρίς την προσφώνηση sir.
Ανατολή και απίθανη κίνηση, τα αεροσκάφη αποπροσγειώνονται ασταμάτητα. Φύγαμε σχεδόν με μια ώρα καθυστέρηση και όπως ο διπλανός μου Αμερικανός, έτσι και εγώ είχαμε το άγχος του να προλάβουμε την επόμενη πτήση. Εκείνος για Πίτσμπουργκ, εγώ για Ουάσινκτον. Καθησυχαστική η αεροσυνοδός. «Είναι κοντά η πύλη θα προλάβετε» Φτάσαμε στην Αμερικάνικη πρωτεύουσα ενώ ο ήλιος έδυε, φύγαμε σπριντάροντας με τον Αμερικάνο να χάνεται στο πρώτο βιράζ και μέναν να ασθμαίνω στα πρώτα 500 μέτρα. Διότι όταν εκεί λένε είναι κοντά, εννοούν στο χιλιόμετρο.
Ξημερώνοντας στο LAX
Τελικά, το πρόλαβα σχετικά άνετα, αλλά ιδρωμένος. Κάθισα, βολεύτηκα, σηκώθηκε και το 777. Το '77, ο Steve Miller έπαιζε το εξαιρετικό Jet Airliner. Να θυμίσω:
"...but my heart keeps calling me backwards As I get on the 707 Ridin' high, I got tears in my eyes You know you got to go through hell before you get to heaven Big ol' jet airliner Don't carry me too far away..."
Από το '77, τα 707 έγιναν 777, οι εποχές πιο απρόβλεπτα άγριες και εμείς, σχεδόν σαράντα χρόνια μεγαλύτεροι.
Επεχείρησα να χαζέψω στο μόνιτορ το σίκουελ των 300, αυτή την απεικόνιση σε καρτούν της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, αλλά τα πρώτα 20 λεπτά είχα πνιγεί σε μια θάλασσα αίματος και ξαναγύρισα στο «φάκελο Σνόουντεν» του Λουκ Χάρντιγκ που διάβαζα με βουλιμία (για αυτό, αργότερα περισσότερα). Ύπνος για ένα δίωρο και ακολούθως, λίγο από Κάπτεν Φίλιπς με τον Τομ Χάνκς που δυστυχώς δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω καθότι το μεγάλο πουλί ακούμπησε με σπάνια χάρη τους τροχούς τους σε κάποιο αεροδιάδρομο της Φρανκφούρτης.
Ξημερώνοντας 14 ώρες αργότερα στην Φρανκφούρτη
Μετά 11 ώρες πτήσεων
και 15 ώρες στο δρόμο, είπα να κάνω ένα μπάνιο. Γράφω λοιπόν το επώνυμο μου, με λατινικά στοιχεία στη λίστα και ακούω από την κύρια που καθάριζε τις τουαλέτες και τα μπάνια: «Ελληνας είστε;» Με εξυπηρέτησε, πιάσαμε την κουβέντα, πήγα να τις δώσω κάτι, το αρνήθηκε με υπερηφάνεια. Την ευχαρίστησα, της έσφιξα το χέρι και σαν απομακρύνθηκα με έπιασε μια πίκρα.
Δεν είναι απαραίτητα κακό να καθαρίζεις μπάνια, αλλά αυτόματα το μυαλό μου πήγε 70 χρόνια πίσω, όταν οι Γερμανοί άφηναν την Ελλάδα, εκτελεσμένη, πεινασμένη, καθημαγμένη, τρομοκρατημένη. Δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη. Έχω αυτή την πίκρα. Τουναντίον από τη δεκαετία του '50, ο αφρός της κοινωνίας μας, πήγαινε στα λιγνιτωρυχεία τους, καθάριζε τις τουαλέτες τους, έκανε όλες τις ταπεινές δουλειές. Δεν επεκτείνω τις σκέψεις στο σήμερα. Πάει αλλού η κουβέντα.
Τέλος πάντων κοίταζα έξω χάραζε. Δεύτερη ανατολή μέσα σε 14 ώρες. Όχι και τόσο συνηθισμένο. Στην μια το μεσημέρι στην Αθήνα. Πρόσωπα αγαπημένα. Πατρίδα. |