Δίτροχο Φθινόπωρο – Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014 PDF Print E-mail

Στο όριο, σχεδόν, της δυνατότητας φόρτωσης της, η Multistrada 1200 S κινούσε τους τροχούς της δυτικά και νότια με τον ήλιο του απογεύματος να έρχεται καλοδεχούμενος.

Άτομα δύο και οι μπαγκαζιέρες γεμάτες.

Στον άξονα Κορίνθου - Τριπόλεως, πριν τα τούνελ ο αέρας έχει κάτι από δροσερό φθινόπωρο και κάτι από τη χαρακτηριστική, λεπτή μυρουδιά του υψόμετρου.

Επιβεβλημένη η στάση στην πρωτεύουσα της Αρκαδίας. Δεν είναι μοναχά οι μνήμες από το ξεκίνημα της θητείας, κάτι περισσότερο από 32 χρόνια πίσω, στο 11ο Σ.Π., αλλά και η επιθυμία επικοινωνίας με πρόσωπα που εκτιμάς και σε εκτιμούν.

Όπως ο Γιάννης Κ. στο κατάστημα του οποίου, ανάμεσα από δύο κρέμες, ξεκινήσαμε ανάποδα την κουβέντα σχετικά με τις παράλογα παράδοξες εποχές που ζούμε.

Σύντομα διορθώσαμε το σφάλμα και συζητήσαμε για «μηχανάκια», για πράγματα ευχάριστα και για το παρελθόν που έχει καταντήσει πρώτης τάξεως καταφύγιο.

Τον ρώτησα για τις δεκάδες σωρούς των σκουπιδιών που περικύκλωναν την πόλη. Μου μίλησε για πολιτική, για οικονομία, για συμφέροντα. Και τα σκουπίδια, σκουπίδια.

Μετά το σύντομο διάλειμμα, η νέα εθνική οδός έως την Καλαμάτα, άριστης κατασκευής που συντόμευσε και διευκόλυνε κατά πολύ την πρόσβαση στην δεύτερη πολυπληθέστερη πόλη της Πελοποννήσου. Με ελάχιστο κυκλοφοριακό φορτίο, σχεδόν άδεια, είναι να απορείς γιατί δεν ολοκληρώθηκε πρώτα το καταραμένο κομμάτι Κορίνθου  - Πατρών που εξυπηρετεί υπέρμετρο πλήθος τροχοφόρων που αποτελεί την πολύφερνη πύλη προς τη Δύση.

Με αυτές τις σκέψεις  φτάσαμε σε αυτό που αποκαλούμε παράλιο μέτωπο, την ώρα που ο φθινοπωρινός ήλιος ταξίδευε ταχύτατα να κρυφτεί πίσω από το δυτικό πελοποννησιακό ποδάρι. Μια πόλη ζωντανή. Πολίτες κάθε ηλικίας σε κάθε δραστηριότητα. Ποδηλατούν, τρέχουν, κολυμπούν, περπατούν και βέβαια αράζουν στα τόσα καφενεία.

Αργότερα, βραδινό, σε αυλή ταβερνείου, βγαλμένη από παραδοσιακό παραμύθι της δεκαετίας του '60, ψηλά στην οδό Καλλιπάτειρας, νοτισμένη από τις πρόσφατες βροχές, κάτω από τα κλίματα που έριχναν τη μαραμένη πια φυλλωσιά τους.

Κατόπιν στην παλιά αγορά. Πλημμυρισμένη από κάθε λογής κόσμο, που έχει κατακλύσει όλα τα φαγάδικα, έχοντας καταλάβει ακόμα και τη πέτρινη περίμετρο των Αγίων Αποστόλων. Εκεί που τον Μάρτιο του '21, ο Κολοκοτρώνης, ο Παπαφλέσσας, ο Νικηταράς, συμμετείχαν στην  πανηγυρική δοξολογία για την απελευθέρωση της πόλης από τον Τουρκικό ζυγό.

Δέκα αιώνες ορθωνόταν αυτός ο μικρός ναός, μέχρι εκείνο το βράδυ της Πέμπτης 13 Σεπτεμβρίου του '86, όταν τα 6,2 Ρίχτερ που έπληξαν την περιοχή, που στοίχισαν 22 ψυχές, που μετέτρεψαν σε δευτερόλεπτα το 70% των κτισμάτων της πόλης σε ακατάλληλα, σώριασαν και τον τρούλο της καταγής. Αναστηλώθηκε όμως, όπως και το ηθικό των κατοίκων της πόλης, που θρήνησαν τις  απώλειες τους αλλά με μια στιβαρή τοπική αυτοδιοίκηση το ξεπέρασαν.

Το επόμενο πρωινό, στον ίδιο χώρο δεν είναι εύκολο να ξεφύγεις από το μεγάλο πλήθος των επαιτούντων Ρομά. Ζεστό φθινοπωρινό πρωινό. Από τα καταστήματα την τιμητική τους έχουν ασφαλώς τα καφενεία και εκείνα της κινητής τηλεφωνίας.

Δίπλα τους, πάνω τους, κτίρια ταλαιπωρημένα από το χρόνο, από τα καιρικά φαινόμενα, παρατημένα, από ποιός ξέρει τι προβλήματα. Στην οδό Σκρα, στην Αριστομένους, στην Αναγνωσταρά, για να μιλήσουμε για το κέντρο. Αρχοντικά, ξενοδοχεία, εμπορικά. Μαρτυρίες άλλης εποχής, στέκουν πεισματικά όρθια, θυμίζοντας μας το παρελθόν.

Στο ίδιο, περίπου, κλίμα και ο έρημος σιδηροδρομικός σταθμός της πόλης, που δεν υποδέχεται πια τραίνα. Ανάμεσα στις ράγες σύγχρονο λεωφορείο,  με τη λέξη eurolines γραμμένη με πηχυαία γράμματα στα πλευρά του.

Εξυπηρετεί τη γραμμή Καλαμάτα – Τίρανα – Καλαμάτα με κόστος 72 €, και το μισό αν πρόκειται για απλή μετάβαση χωρίς επιστροφή. Μια κοπέλα στα εκδοτήρια, συνομιλεί στο τηλέφωνο με την μητέρα της στα αλβανικά. Οι πινακίδες στο γκισέ και στους εξωτερικούς χώρους, επίσης στην αλβανική γλώσσα.


Ανάμεσα στην τύχη αυτού του σταθμού και εκείνου  της Μεσσήνης, που στεγάζει αναψυκτήριο, διερωτώμαι ποιος είναι ο πιο άτυχος. Η ιστορία του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας, είναι άλλη μια θλιβερή περίπτωση λανθασμένων κινήσεων.

Μόλις 60 χιλιόμετρα μακρυά, στα Δυτικά παράλια περιμένει η περίφημη παραλία της Βοϊδοκοιλιάς. Μια τοποθεσία ξεχωριστής ομορφιάς, που ακόμα αντιστέκεται στην όποια «αξιοποίηση». Χωρίς ομπρέλες, ξαπλώστρες, καφέ, χωρίς κανένα σύγχρονο τουριστικό εργαλείο, παραμένει άδολη όπως χιλιάδες χρόνια υποδεχόμενη τους περιηγητές, τους κολυμβητές που επιθυμούν αυτό ακριβώς.

Στους εκατό επισκέπτες της, εκείνο το Σάββατο στα μέσα του Οκτωβρίου οι 90 ήταν Γερμανόφωνοι. Έτσι δικαιολογείται η ύπαρξη πινακίδων για λάδι, ελιές, κρασί, στα γερμανικά.



Η επαπειλούμενη νεροποντή δεν έφθασε, πέρα από μερικές στάλες που έπεσαν αργά το μεσημέρι. Επειδή δεν είναι μια παραλία που έχεις εύκολη ή συχνή πρόσβαση, τουλάχιστον για τους κατοίκους του λεκανοπεδίου, για αυτό και στις πέντε ώρες που βρεθήκαμε εκεί, αφιερώθηκαν αποκλειστικά Εκεί. Δεν άνοιξε ούτε ένα βιβλίο, δεν ακούστηκε ούτε μια νότα.

Χαζεύαμε το τοπίο, τα αβαθή νερά, περπατήσαμε στα αμμώδη υψώματα. Ακόμα και όταν απειληθήκαμε από τα βαριά σύννεφα που στεφάνωναν τον ουράνιο θόλο σχεδόν στο σύνολο του, παραμείναμε εκεί, διότι καλύτερα να βρέχεσαι σε μια παραλία, παρά πάνω σε μοτοσυκλέτα. Περιέργως το τόξο πάνω από την παραλία (μας), παρέμεινε φωτεινό. Τα σύννεφα άδειασαν το φορτίο τους στα περισσότερα από τα 60 χιλιόμετρα μέχρι την Καλαμάτα, δροσίζοντας αρκετά τις πρώτες βραδυνές ώρες.

Δείπνο στο ίδιο μοτίβο, σε  μικρή αυλή, κατάμεστη από βουκαμβίλιες πίσω από το εγκαταλελειμμένο κτίριο του Μεγάλου Μύλου. Το σκοτεινό επιβλητικό κτίριο, στέκεται ανάμεσα σε ένα σύγχρονο πολυκατάστημα και ένα γυμναστήριο. Από αριστερά νεολαίοι τρέχουν πάνω σε ελαστικούς διαδρόμους σε ένα ολοφώτιστο περιβάλλον και από δεξιά μητέρες ψωνίζουν φτηνά κινέζικα προϊόντα. Στο κέντρο το κουφάρι του Μύλου, άλλος ένας μάρτυρας από το παρελθόν, γεμάτος από όνειρα, εργασία, δημιουργία αλλά και θάνατο. Λίγο ή πολύ αντικατοπτρίζει την ιστορία, την εξέλιξη  της πόλης.

Το νοτιαδάκι της επόμενης μέρας δεν ήταν από τις καλύτερες καιρικές συνθήκες για μια βουτιά στην παραλία της Μεσσήνης (Μπούκα). Μολοντούτο ο ζεστός ήλιος σε έσπρωχνε στα δροσερά νερά της. Για αυτά που είδα και με προβλημάτισαν στην περιοχή, περισσότερα εδώ: Περί τουριστικής....

Στην επιστροφή, δεν μπορούσα να μην δω τις σημαίες τις VW να κυματίζουν στο αεροδρόμιο της πόλης  «Βασίλης Κωνσταντακόπουλος». Η παρουσίαση του νέου Passat στο παγκόσμιο δίκτυο αντιπροσώπων του εργοστασίου λάμβανε χώρα στο Costa Navarino και καθημερινώς για εννέα εβδομάδες έρχονταν και αποχωρούσαν κλιμάκια επισκεπτών.

Πυκνές, για την εποχή, και οι αφίξεις δρομολογίων τσάρτερς για αλλοδαπούς επισκέπτες που προφανώς προτίμησαν αυτό το χρονικό πλαίσιο, για το οικονομικότερο της υπόθεσης.



Επιστροφή μέσω του παλιού δρομολογίου: Τρίπολης, Αχλαδόκαμπου, Μύλων, Άργους. Με ελάχιστο κυκλοφοριακό φορτίο, ασφαλώς μακρύτερο σε χιλιόμετρα και αργότερο σε χρόνο κάλυψης, αλλά έτσι άδειο και βαμμένο στα χρώματα της δύσης είχε γοητεία. Μοναχικά, γλυκά χιλιόμετρα με το πανίσχυρο L-twin μοτέρ της Multistrada να βρίσκεται στο στοιχείο του, καθώς αντηχούσε το στακάτο του θόρυβο ανάμεσα στα Αρκαδικά βράχια.

Τριάντα χρόνια πριν, στον ίδιο δρόμο, δεν έβρισκα καμία γοητεία έτσι όπως ήταν φορτωμένος με κίνηση, χωρίς τη μαζική διαπλάτυνση που δέχτηκε το στριφτερό του κομμάτι πέριξ του Αχλαδόκαμπου. Αλλά έτσι είναι αυτά. Γκρινιάζεις γιατί θέλεις τρεις ώρες να πας από την Αθήνα στην Τρίπολη ή περισσότερες από τέσσερις στην Καλαμάτα, κι όταν ο χρόνος μειώνεται σχεδόν στο μισό, γκρινιάζεις για το αδιάφορο της διαδρομής ή για το κόστος των διοδίων.



Τώρα για αυτό το τελευταίο ας προσθέσω, ένα κομμάτι παραπόνου. Όχι τόσο για το υψηλό κόστος, στο φινάλε υπάρχει η επιλογή του παλιού δρόμου, όσο για το δυσανάλογο μεταξύ αυτοκινήτου και μοτοσυκλέτας. Δεν υπάρχει λογική στο να πληρώνει το αυτοκίνητο 16€ στα οκτώ διόδια από Αθήνα (συμπεριλαμβανομένης και της Αττικής οδού) έως την Καλαμάτα και η μοτοσυκλέτα 11€ (10,70 για την ακρίβεια). Είναι αυθαίρετο και υπερβολικό.

Μοτοσυκλέτα είπαμε και θα ήταν άδικο να μην σημειώσουμε κάτι για το δίτροχο με το οποίο καλύψαμε 700 χιλιόμετρα σε 50 ώρες. Επιβλητικό, με 1.198 κ.εκ., με 150 διαθέσιμους ίππους και τη συμβολή της τελευταίας, μέχρι στιγμής, λέξης της ψηφιακής τεχνολογίας.
Με τέσσερα προγράμματα (αστικό, τουριστικό, εντούρο, σπορ), διαχείρισης του κινητήρα, με δυνατότητα επιλογής της παραγόμενης ισχύος (100 ή 150 ίππους) και με ρύθμιση (4 επιλογές) των αναρτήσεων ανάλογα με το φορτίο, αναδεικνύεται σε μια ακαταμάχητη μοτοσυκλέτα μεγάλων αποστάσεων. Κυρίαρχο προσόν της ο συνδυασμός αστέρευτης δύναμης, υψηλής ασφάλειας με το ιδίωμα της να κρατά αναβάτη και επιβάτη ξεκούραστους για πολλά χιλιόμετρα.

Για να μην επαναλαμβάνω θέματα γνωστά, στο site της εταιρείας, υπάρχει πλήρης τεχνική περιγραφή της λειτουργίας του κινητήρα, για το overlaping των βαλβίδων, το πως εξημερώθηκε ο αγωνιστικός προσανατολισμός του κινητήρα Testastretta 11° από το Superbike 1198.
Μαζί με αυτά, συναντάμε την πλήρη παραμετροποίηση του (combined) ΑΒS και του DTC ανάλογα με τις διαθέσεις και τις επιθυμίες του αναβάτη, τα ρυθμιζόμενα Sachs εμπρός και πίσω με τα 170 χλστ. διαδρομής, τους δυο πλευστούς δίσκους 320 χλστ. με 4πίστονες, ακτινικές δαγκάνες Brembo για εμπρός και τον μονό δίσκο 245 χλστ. με 2πίστονη δαγκάνα πίσω. Τέλος τα θερμαινόμενα σκριπ, θα είναι χρήσιμα τις παγωμένες μέρες.

Τα 234 κιλά της ακούγονται πολλά, και ακούγονται ακόμα περισσότερα αν προστεθούν δυο αναβάτες και μπαγκάζια, οπότε αγγίζουμε τα 450(!), αλλά όσα και να είναι το γκάζι πάντα περισσεύει, ενώ όταν οι τροχοί  κυλούν, τα κιλά εξαφανίζονται.
Γεγονός είναι πάντως πως λόγω διαστάσεων θα ταιριάξουν καλύτερα οι μεγαλύτεροι σωματότυποι. Αν θίξουμε το θέμα της κατανάλωσης με δύο άτομα και φορτίο σε λογικές ταχύτητες αγγίζει τα 6λτ/100 χλμ. Δεν κατεβαίνει χαμηλότερα αλλά είναι παράλογο να θέλει κανείς να κινήσει όλη τούτη τη μάζα με αυτές τις δυνατότητες με μικρότερη κατανάλωση.

Δεν υπάρχει αμφιβολία. Η Multistrada S, όπως ότι όλη η σειρά των Ducati απευθύνεται σε ιδιαίτερους χρήστες. Κάτι η σχεδίαση, κάτι το χωροδικτύωμα, κάτι ο ιδιαίτερος ήχος και προφανώς το δυσπρόσιτο της απόκτησης, έχουν δημιουργήσει ένα μύθο. 
Ένα μύθο στον οποίο, πολλοί  είναι διατεθειμένοι να υποκύψουν