Αντιαμερικανισμός, αντιγερμανισμός και απορρίμματα (22.12.2012) PDF Print E-mail

O αντιγερμανισμός, στις μέρες μας, είναι μια τάση δικαιολογημένη. Εβδομήντα χρόνια νωρίτερα, στα ζοφερά χρόνια της κατοχής, ήταν και μια θέση επιβεβλημένη. Στην περίοδο του εμφυλίου, την εποχή του περίφημου “Στρατηγέ μου ιδού ο στρατός σας” Έλληνα υπουργού προς τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ (James Alward Van Fleet), ήταν επίσης δικαιολογημένη ως πολιτική τάση o αντιαμερικανισμός, τον οποίον, η στρατιωτική δικτατορία του '67, μετακύλισε σε σημαντικό τμήμα των επομένων γενεών.

Οι σημερινοί πενηντάρηδες τον βίωσαν μαζικά και θερμά στις πρώτες μεταδικτατορικές συγκεντρώσεις και πορείες προς την Αμερικάνικη πρεσβεία. Έπειτα ήρθε “Το ανήκωμεν εις τη Δύσιν” του Εθνάρχη, ακολούθησε το «Ευχαριστούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής» του εκσυγχρονιστή και φτάσαμε στις μέρες με τα σηκωμένα μεσαία δάκτυλα του γερμανικού focus και τις ασφυκτικές πιέσεις.

Συνεπώς είναι απολύτως κατανοητή και τις περισσότερες φορές εξ' ίσου δικαιολογημένη τούτη η πολιτική, εθνική στάση. Δεν βαρύνεταιι όμως σε τίποτα ο “Γερμανός κατακτητής”, ο “Αμερικάνος ιμπεριαλιστής”, “ο Ευρωπαίος λομπίστας” η ακόμα και ο “Έλληνας διεφθαρμένος πολιτικός” για την έλλειψη κοινωνικής καλλιέργειας.

Μέρα βροχερή και κρύα έξω από την είσοδο την πρώην Βασιλικών κτημάτων στη Δεκέλεια. Παλιό εγκαταλελειμμένο φυλάκιο βαμμένο στα γαλανόλευκα, κλειδωμένη πόρτα και μεγάλος κάδος απορριμάτων. Υπερφορτωμένος, ξεχειλισμένος από κάθε είδους σκουπίδι και η γη, γύρω του στολισμένη με άλλα απορρίμματα. Ακριβώς απέναντι, σε δύο μέτρα απόσταση, μια ταμπέλα που έγραφε: «Τατόι, προικισμένο από τη φύση, διαμορφωμένο από τον άνθρωπο».

 

 

Μπορούμε να αντιληφθούμε ότι τα απορριμματοφόρα της Κοινότητας Κρυονερίου που είναι «χρεωμένη» η περιοχή, κατά πως μαρτυρά ο κάδος τουλάχιστον, δεν κάνουν τόσα δρομολόγια όσα προβλέπονται λόγω μειωμένων κονδυλιών, περικοπών κλπ. Εντάξει, αντιληπτό. Αυτό όμως που δεν γίνεται κατανοητό είναι η συμπεριφορά των εκδρομέων, οι οποίοι επιπροσθέτως για να βρεθούν εκεί προφανώς έχουν κάποιο φυσιολατρικό ένστικτο. Υποτίθεται ότι τους αρέσει να βηματίσουν, να βρεθούν στο δάσος.

 

Μια μέρα νωρίτερα στο χώρο στάθμευσης του κοπηλατοδρομίου του Σχοινιά τρείς χάρτινες συσκευασίες πεταμένες πάνω στο πεζοδρόμιο μαζί με δυο πλαστικά ποτήρια κάνουν μια παρόμοια δήλωση. Ο άδειος κάδος απορριμάτων μόλις 20 μέτρα μακρύτερα ενώ σε όλο το μήκος του πεζοδρομίου απουσίαζαν τα μαντεμένια καπάκια των φρεατίων, αντικείμενα, υποθέτω, κλοπής που κάποιος τα αφαίρεσε και τα πούλησε.

Δεκτή λοιπόν η οργή ενός πολίτη για την πορεία ενός τόπου που δεν είναι πια κυρίαρχη χώρα αλλά hedge fund, κατανοητός ο θυμός για την θέση της πατρίδας σε αυτό το παγκόσμιο οικονομικό πείραμα, μεγάλη πίκρα για ένα είδος ανάλγητης συμπεριφοράς, προς εμάς αλλά:

Πόσο δύσκολο είναι, αντί να πετάξεις μια σακούλα σε έναν κάδο που δεν χωράει τίποτα, να την πάρεις μαζί σου μέχρι τον επόμενο κάδο ή στο σπίτι σου;

Πόσο επίπονο έργο είναι να κάνεις 20 βήματα και να αφήσεις τα σκουπίδια σου σε έναν άδειο κάδο αντί να τα πετάξεις στο πεζοδρόμιο;

 

Δεν είναι ούτε θέμα σπουδών, μήτε ζήτημα του μισητού “ξένου παράγοντα”, ούτε καν των “αργυρώνητων πολιτικών”.

Είναι υπόθεση οικογενείας, Σπιτιού. Μητέρας και Πατέρα. Οι πρεσβύτεροι θα θυμούνται ότι οι πιτσιρικάδες αργούσαν να αποκτήσουν όνομα στις γειτονιές της Αθήνας. Δεν σε ρωτούσαν ποιος είσαι, αλλά ποιανής (μάνας) είσαι, υποδηλώνοντας την καταγωγή, ή καλύτερα την προέλευση ως στίγμα υπευθυνότητας της συμπεριφοράς σου. Ατυχώς από εκεί ξεκινούν όλα, εκεί επιστρέφουν και δυστυχώς αυτός είναι ένας πολύ πιο αδύναμος κρίκος απ’ ότι αρχικά φάινεται.

Μια πεταμένη σακούλα με σκουπίδα στο δάσος, ένα πακέτο τσιγάρα στο δρόμο, μια συσευασία στο πεζοδρόμιο δεν είναι παρά είναι δείγμα ενός πληθυσμού, περισσότερου παραδομένου, παρά προδομένου.