Δυο απόψεις, δυο ταξίδια (06.10.2012) PDF Print E-mail

Λεπτό φιλμ υπόλευκης νέφωσης, κάλυπτε όλη την περιοχή των Πρεσπών, χαρίζοντας ήρεμες αποχρώσεις. Αεράκι δροσερό ρυτίδωνε την επιφάνεια της μεγάλης λίμνης. Καθισμένος στο τελευταίο τραπέζι των Ψαράδων, άκουγα εικοσιοκτάρη γέννημα θρέμμα του χωριού, παντελώς ορφανό από τα 22 του. Ο λόγος του κατέληξε με την πρόταση:

«Έχω καημό, με την περιοχή που διώχνει τον κόσμο της».

Λίγες ώρες αργότερα, στο El. Venizelos περιμένοντας την επιβίβαση στο Airbus με προορισμό το Παρίσι για το σαλόνι του αυτοκινήτου, μετά από δύο αναβολές και υπό το κράτος της 24ωρης πανελλαδικής απεργίας, ακούω κυρία γύρω στα πενήντα να απευθύνεται σε ζευγάρι όμορφων νέων, γνωστών της:

«Αν δεν φύγω μια φορά τον μήνα έξω, δεν ζω. Πεθαίνω.» Δεν ήταν χιούμορ.

Το επόμενο ξημέρωμα, βημάτιζα γοργά προς την Portes de Versailles όπου φιλοξενείται η έκθεση αυτοκινήτου. Βροχή, κρύο, φύλα καστανιάς στο πεζοδρόμιο και μποτιλιάρισμα στην boulevard Victor. Η έκθεση ήταν το ακριβώς αντίθετο. Ένας εκτυφλωτικός χώρος, όπου ανέπνεε η Ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία.

Το φετινό «Παρίσι», άνοιξε ακόμα πιο πολύ την ψαλίδα ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει στις μητροπόλεις της Δύσης και σε αυτό που διαδραματίζεται στην Ελλάδα, σε αυτοκινητικό, τουλάχιστον, περιβάλλον. Ακολουθούμε αντίστροφες πορείες. Εκείνοι αναδύονται εμπορικά, εμείς βυθιζόμαστε οικονομικά.

Αν το παρατηρήσουμε το φαινόμενο ορθολογικά, θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι δικαίως συμβαίνει. Στην Ελλάδα, η απληστία και η έλλειψη πρόνοιας, ανάγκασε μια ολάκερη αγορά, να κατασπαράξει τις πωλήσεις του μέλλοντος στο βωμό του εφήμερου σήμερα. Ήρθε και η ύφεση, κατέφθασε και η αστοχία (τόσο διακριτικά το θέτω) των κυβερνώντων και αυτή η ίδια η αγορά καταβαραθρώθηκε, σαν μια επί πλέον ένδειξη της ευρύτερης οικονομικής αποτυχίας.

Άλλες 50τόσες ώρες αργότερα, άφηνα το Παρίσι με όλο το σεβασμό που χρωστάμε στην Γαλλική επανάσταση, στην Κομμούνα, στην Γ’ Γαλλική Δημοκρατία, στην belle époque, τους στο Μάη τους.

Είχα μια πελώρια επιθυμία να γυρίσω στον τόπο μου, Έναν μυστήριο, έντονο νόστο. Για το ‘21μας, τις χαμένες πατρίδες, το Δεκέμβρη, για τους Προμηθείς μας, για τις κουβέντες του νέου από τους Ψαράδες, για την παράνοια αυτού του κομματιού γης, όπου το τόσο άσχημο συνυπάρχει με το τόσο εύμορφο, όπου το τόσο φτηνό, ρηχό, εφήμερο εμπεριέχεται, ανερμήνευτα, στο μεγαλειώδες.


υ.γ. Για τις Πρέσπες, τους Ψαράδες, τους κατοίκους τους, θα επανέλθω...