Peter Yates (1929 – 2011) (13.01.2011) PDF Print E-mail

Λίγο πριν από τα 82 του, αποχώρησε από τα εγκόσμια ο Βρετανός σκηνοθέτης Peter Yates. Γεννημένος το 1929 στο Hampshire της νότιας Αγγλίας, γιος στρατιωτικού, αφού αποφοίτησε από την Βασιλική ακαδημία Δραματικών τεχνών ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία, πρώτα σαν ηθοποιός και ακολούθως ως βοηθός σκηνοθέτη. Μια μάλιστα από τις ταινίες στην οποία εργάστηκε ως βοηθός ήταν και τα «Κανόνια του Ναβαρόνε» τα εξωτερικά γυρίσματα της οποίας έγιναν στη Ρόδο.

Την σκηνοθετική του καριέρα ξεκίνησε το ’62 με επτά επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς «the Saint», (ο Άγιος), γνωστή, τουλάχιστον στους πρεσβύτερους, με πρωταγωνιστή τον Roger Moore.

Πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ο Yates στην μεγάλη οθόνη ήταν η παραγωγή «Summer Holiday» το ’63 ενώ μέχρι το τέλος του αιώνα έβαλε τη σκηνοθετική του υπογραφή σε 29 συνολικά ταινίες, από τις οποίες απέσπασε τέσσερις συνολικά υποψηφιότητες για Oscar.

Ελληνικό, ήταν και το περιεχόμενο της 18ης , κατά σειρά, ταινίας του με την κινηματογραφική μεταφορά του, όχι και τόσο ισομερούς βιβλίου, του «ημέτερου» Νικ Γκατζογιάννη, «Ελένη».

 

Σε πολλούς εραστές της 7ης τέχνης όμως, η ταινία «σταθμός» του Yates ήταν το «Bullitt». Γυρισμένη το ’68 στο San Francisco, ήταν ένα αστυνομικό θρίλερ με πολιτικές προεκτάσεις. Το κόστος της ήταν 5,5 εκατομμύρια U.S. $, αλλά έφερε οκταπλάσια καθαρά έσοδα στα ταμεία της Warner Bros. Εμβληματική φυσιογνωμία της παραγωγής ο Steve McQuenn στο ρόλο του υπαστυνόμου Frank Bullitt. Κάθε άλλο παρά άγνωστος έως τότε ο «King of Cool», αλλά χωρίς αμφιβολία, εκείνη η ταινία ξεκίνησε την εντυπωσιακή εξέλιξη του, που στα μέσα της επόμενης δεκαετίας τον ανέβασε στη θέση του πιο υψηλά αμειβομένου ηθοποιού του Hollywood, δηλαδή του κόσμου.

Ο Yates στήνει υποδειγματικά την πλοκή του, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην ερμηνευτική λιτότητα του McQueen ο οποίος, παρά το γεγονός ότι σφυροκοπείται από τα παιχνίδια του αμοραλιστικά φιλόδοξου πολιτικού Walter Chalmers (εξαίρετος στο ρόλο ο Robert Vaughn) αντέχει δίχως εξάρσεις, χωρίς να χάνει τη ψυχραιμία του, ακόμα και όταν όλα  δίπλα του καταρρέουν. Το ρόλο της συντρόφου του Cathy, η νεότατη τότε (24) αλλά εσαεί γοητευτική, Jacqueline Bisset. Ο Yates την αξιοποίησε και στο Deep, εννέα χρόνια αργότερα δίπλα στον Nick Nolte.

Στο «Bullitt» πάντως, ο προσφάτως απολεσθείς (9 Ιανουαρίου) Βρετανός σκηνοθέτης φέρνει στο κινηματογραφικό πανί ένα από τα πιο ξεχωριστά κυνηγητά αυτοκινήτων αρκετά πριν γίνουν μόδα στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Στους «πρωταγωνιστικούς μεταλλικούς» ρόλους μια σκούρα πράσινη Mustang V8 GT 390 CID Fastback, που οδηγεί ο «Bullitt» και μια μαύρη Dodge Charger 440 Magnum στην οποία επιβαίνουν δύο εκτελεστές.

Για τα 9΄:42΄΄ που διαρκεί το κυνηγητό, δαπανήθηκαν τρεις εβδομάδες γυρισμάτων στους ξεχωριστούς δρόμους του San Francisco, με πολλές λήψεις από αντίστοιχες κάμερες, ενώ χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 2 ζεύγη όμοιων αυτοκινήτων. Τις δύο Mustang παρεχώρησε η Ford στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συμφωνίας που είχε συνάψει με την Warner. Tα δύο αυτά αυτοκίνητα είχαν υποστεί αρκετές μετατροπές στον κινητήρα, στα φρένα και στην ανάρτηση. Η αρχική σκέψη να γυρίσουν τις σκηνές ανάμεσα σε Mustang και Galaxie sedan εγκαταλείφθηκε άμεσα όταν έγινε αντιληπτό ότι τα Galaxie ήταν πολύ βαριά και δύστροπα στους περίεργους δρόμους της πόλης με τις μεγάλες ανωφέρειες, κατωφέρειες και άλματα. Έτσι αγοράστηκαν από την παραγωγή οι δύο Dodge, στις οποίες επίσης έκαναν αρκετές μετατροπές στις αναρτήσεις για να αντέξουν τη δοκιμασία αλλά δεν επενέβησαν στους κινητήρες.

Στις σκηνές της καταδίωξης ο McQueen, δεν είχε ανάγκη από κασκαντέρ, οδήγησε ο ίδιος, αφού ήταν γνωστό πως είχε το τάλαντο, εξ απαλών ονύχων, ενώ στιγμιαία εμφανίζεται, ως οδηγός ταξί, ο Robert Duvall. Τέλος οι αρχές της πόλης δεν επέτρεψαν στο συνεργείο να κινηματογραφήσει πάνω στην γέφυρα Golden Gate.

Η μια από τις Mustang που χρησιμοποιήθηκε κατεστράφη μετά τα γυρίσματα, ενώ η άλλη πουλήθηκε σε έναν εργαζόμενο της Warner. Το όχημα άλλαξε αρκετές φορές ιδιοκτήτη, κάποια στιγμή ενδιαφέρθηκε McQueen να το αποκτήσει αλλά δεν τα κατάφερε. Υπάρχει η φήμη ότι βρίσκεται στο κάπου στο Ohio σε μη λειτουργήσιμη κατάσταση.

Ο βαθύς, στακάτος, γνήσια Αμερικάνικος ήχος του V8, συνοδεύει ακόμα τα αυτιά των σινεφίλ, όπως και η αποφασιστική ηρεμία, η ακαταμάχητη αυτοκυριαρχία του Frank Bullitt.

Κάτι περισσότερο από 30 χρόνια μετά την απώλεια του McQueen ο σκηνοθετικός του μέντορας, τον ακολούθησε.
Στο πανί όμως, άντε και στο γυαλί που προβάλλονται τα
dvd, θα παραμείνουν αιώνια παρόντες.