Αυγουστιάτικες ιστορίες – (Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018) PDF Print E-mail

Ο εξέχων μήνας της ανάπαυσης, των διακοπών. Επίσης της ραστώνης και ας μην λησμονούμε τα μπάνια του λαού. Μια  μικρά ανάπαυλα από το καθημερινό τρελάδικο που πολλές φορές περνά και αυτή τα σύνορα του λογικού.


Δεκατέσσαρες εικόνες που γίνονται μικρές αφηγήσεις από τον φετινό, και όχι άμοιρο προβλημάτων, Αύγουστο.

 

Σαρωνικός. Είναι εντυπωσιακό, ενθαρρυντικό και ταυτόχρονα επικίνδυνο, πόση κακοποίηση μπορεί να αντέξει αυτός ο κόλπος. Μεταπολεμικά δέχτηκε όλη την πίεση του υδροκεφαλισμού της πρωτεύουσας. Όλα τα αμαρτήματα της γης των ανθρώπων, όλο το κόστος της προχειρότητας της ανάπτυξης υπέμενε και υπομένει. Και παρ’ όλη την βαρβαρότητα χαρίζει ακόμα, εικόνες σπάνιας ομορφιάς.

 

Στο «Ζέφυρο», των αναζωογονημένων νυκτερινώς τουλάχιστον Πετραλώνων, με τις στάλες να έρχονται απρόσκλητες στη δεύτερη παράσταση. Έτσι τα δυο μονάχα ζευγάρια που βρέθηκαν μεταμεσονύκτια εκεί, βρήκαν καταφύγιο από την σύντομη βροχούλα στον μικρό, σχεδόν στεγασμένο χώρο. Η εξωτερική μεταλλική σκάλα, στο φόντο μαρτυρία μια άλλης εποχής, όπως και ο M. Mastroianni με την Μ. Vlady που ιερουργούσαν στο νοτισμένο πανί. Από πάνω ο φορτωμένος ουρανός, με μια περίεργη ανταύγεια από τα φώτα της πόλης.

 

Δυο κομμάτια από το παρελθόν. Το ένα δεν υπάρχει καν. Υπάρχει το κενό του. Σταδίου και Αιόλου, όπου μέχρι τον Δεκέμβριο του ’80, βρισκόταν το πολυκατάστημα Κατράτζος. Θύμα και αυτό πυρκαγιών που κατέκαυσαν μια σειρά από ελληνικά πολυκαταστήματα, χωρίς ποτέ να εξιχνιαστούν τα αίτια, ή να βρεθούν οι εμπρηστές. Στην μεσοτοιχία προβάλει ξεθωριασμένη, η ρεκλάμα τσιγάρων, απολύτως κολάσιμη στις μέρες μας. Παραμένει εκεί, σαν ένα μεγάλο ταμπλώ αταξίας στην πολιτική, τάχα, ορθότητα της εποχής μας.

Στην Αράχωβα, εκεί που κάποτε βρισκόταν η διαβόητη ταβέρνα του Καραθάναση, αντικρίζουμε κάτι με λατινικά γράμματα, που είναι κλειστό και τμήμα της πρόσοψης του έχει καταληφθεί από την πραμάτια του παρακείμενου καταστήματος. To o tempora αρκεί.

 


Στο κλεινόν άστυ, στα τελειώματα της μικρής στενής οδού Νορμανού που συνδέει την Ηφαίστου με την Ερμού, τα φιλοτεχνημένα ρολά στο ρυθμό του γκράφιτι, τα παρατημένα πλαστικά κύπελα, η παλαιότητα του χώρου δημιουργούν μια εικόνα που κάπως ξεφεύγει από το πραγματικό.

Αργά απόγευμα Παρασκευής η ψαραγορά της Αθηνάς, έχει χάσει την ορμή της, οι φωνές και ο θόρυβος έχουν υποχωρήσει. Ελάχιστες παρουσίες, αρκετή αταξία και πολλές δουλειές για να επανέλθει σε μια σειρά.

 

Γαλαξίδι. Δυο αιώνες μετά την άνθηση και έναν μετά την παρακμή η Ναυτική Πολιτεία έχει φορέσει τα τουριστικά της και παραμένει μια όμορφη πινελιά με φόντο τους ορεινούς όγκους της Ρούμελης.

 

Μέχρι το νερό. Οι φωτιές της 23 Ιουλίου που ξέσπασαν στα Γεράνεια, υπερκέρασαν την πλατιά νέα εθνική οδό, πέρασαν εύκολα την παλιά και κατακαίοντας τα πάντα, σταμάτησαν στο παράλιο μέτωπο της Κινέτας. Σπίτια κάηκαν, περιουσίας εξατμίστηκαν, αλλά ευτυχώς, ζωές δεν χάθηκαν .

 

Αργά το απόγευμα, στην ορεινή Κορινθία, το κορίτσι της πόλης, θαμπώνεται από την ομορφιά και την γονιμότητα της μηλιάς. Μια ψηφιακή αποτύπωση, για να θυμάται τούτη τη αειφόρο στιγμή της φύσης, αργότερα, στις συχνά ασφυκτικές συνθήκες της πόλης.

 

Μεταφέρω αυτολεξεί, μια μικρή περιγραφή από το αριστούργημα του Φίλιππου Κουτσαυτή «Αγέλαστος πέτρα»:

«... η γέφυρα δόθηκε στην κυκλοφορία στα τέλη του ’94. Τον Γενάρη αργά το απόγευμα τα φορτηγά ρίχνουν την σκιά τους, πάνω στα λιγοστά μάρμαρα του Ελληνιστικού πύργου που τώρα κείτεται κατά γης. Ήταν κάποτε όρθιος ο πύργος με τα λευκά πεντελικά μάρμαρα, για αυτό ονομάστηκε Ασπρόπυργος...»

 

Λίγες εκατοντάδες μέτρα βορειότερα, βρίσκεται εγκαταλελειμμένος πια, άλλος ένας σταθμός με παρελθόν. Κάποτε, περνούσαν τα δρομολόγια που συνέδεαν την πρωτεύουσα με την Πελοπόννησο. Ένα δίκτυο που έφτανε μέχρι την Κυπαρισσία και την Καλαμάτα, αλλά τώρα σταματά στο Κιάτο. Το χάδι της ανάπτυξης ή όταν η καθημερινότητα ξεπερνά παλαιότερες ανάγκες.

 

Λίγο πριν φύγει το τελευταίο φως, το γλυκό νερό του Κηφισού, στο ύψος της Αλιάρτου, είναι μια ξεχωριστή πίστα για σκί, ας το πούμε θαλάσσιο, αφού δεν τελείται στη θάλασσα. Ο δεινός σκιέρ, κρύβει με την χρωματισμένη από το φως της δύσης, ομπρέλα του το σκάφος που τον έλκει. Σε αυτό το σύντομο, ταχύ, τεχνικό ταξίδι του πάνω στην επιφάνεια του ποταμού.

 

Τα συστατικά στο βαθύ μεταλλικό μπολ, είναι έτοιμα να χτυπηθούν, καθώς τα τρία αυγά ξεχωρίζουν με το έντονο χρώμα του κρόκου τους, στο λευκό γαλακτερό φόντο. Όταν αργότερα η τυρόπιτα θα βγεί από το φούρνο μοιράζοντας εκλεκτές ευωδίες  θα έχει έρθει η ώρα για την επίτευξη του στόχου της. Πλήρωση του στομάχου και τέρψη του ουρανίσκου.

 

Εφόσον αξιωματικά αποτελεί μια από τις ελάχιστες παγκόσμιες σταθερές, δεν θέλεις να συμβεί μια αυγουστιάτικη λαμπερή μέρα, με το μελτεμάκι να θροΐζει τις βελόνες από τα κωνοφόρα.  Σε τέτοια περιστατικά ταιριάζει μια μέρα ενός βροχερού Νοέμβρη, ενός παγωμένου Φλεβάρη. Αυγουστιάτικα σε πονάει περισσότερο. Δεν διαλέγεις όμως. Σε διαλέγουν. Όπως τις περισσότερες φορές σε αυτή τη ζωή.