Mille Miglia (24.12.2008) PDF Print E-mail

Αναψηλάφηση ενός μύθου.

Όσο πιο πολύ ασχοληθείς με αυτό το παρελθόν, όσο πιο πολύ σκύψεις σε αυτή την ιστορία, τόσο πιο μεγάλη νιώθεις τη νοσταλγία, τόσο πιο πολύ φουντώνει μέσα σου ο θαυμασμός για εκείνη την περίοδο, για εκείνους τους ανθρώπους.

Ασπρόμαυρα και φλου όλα ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες των βιβλίων, πυροδοτώντας τις πιο ευαίσθητες φαντασίες. Ήρωες άλλης εποχής, που στα μάτια των σύγχρονων αποκτούν διαστάσεις μυθικές. Για τα δεδομένα της εποχής μας, που θεότητα είναι η ασφάλεια, το Mille Miglia, φαντάζει σαν την μεγαλύτερη αυθάδεια, σαν την ύψιστη αμαρτία.

Ένας αγώνας μήκους 1.600 χλμ, σε ανοικτό δρόμο, απ΄ όπου είχαν ξηλωθεί οι φανοστάτες, και η διαδρομή ξεχώριζε από τους θεατές, τα γεφύρια, τα σημάδια της φύσης.

Η πρώτη δημόσια αναφορά περί Μille Μiglia αναδύθηκε την 4η Δεκεμβρίου του 1926 στην Ιταλική αθλητική εφημερίδα Gazzetta dello Sport από μια παρέα τεσσάρων φίλων. H αρχική ιδέα ήταν του κόμη Aymo Maggi, 23 μόλις ετών τότε, αντιπροέδρου της αυτοκινητικής λέσχης της Brescia και οδηγού αγώνων, την οποία μοιράστηκε με τρεις φίλους του: τον 21χρονο κόμη Franco Mazzoti, πρόεδρο της λέσχης που έτρεχε με αυτοκίνητα και με ταχύπλοα σκάφη ενώ αργότερα υπήρξε ένας εξαίρετος αεροπόρος, τον πρεσβύτερο της παρέας, τον 34χρονο Renzo Castagneto μέλος της λέσχης και επικεφαλής μοτοσικλετιστών που έτρεχαν σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων και τον Giovanni Canestrini, πρώην πιλότο του πρώτου πολέμου και έναν από τους πρώτους Ιταλούς συγγραφείς για το Motor sport.

Κοινή τους επιθυμία ήταν να καταστήσουν την Brescia κέντρο του Ιταλικού μηχανοκίνητου κόσμου, να παρακινήσουν τις αυτοκινητοβιομηχανίες σε δράση, να πιέσουν την κυβέρνηση να βελτιώσει το οδικό δίκτυο και τελικά να στήσουν ένα γεγονός που θα έφερνε σε μια απόλυτη δοκιμασία τόσο τους ανθρώπους όσο και τις μηχανές

Η ιδέα ήταν, ένας από πόλη σε πόλη αγώνας από την Brescia στην Ρώμη και πίσω στη Brescia συνολικού μήκους περίπου 1600 χλμ οπότε ο F. Mazzoti έθεσε το ερώτημα: Γιατί να μην το αποκαλέσουμε Copa de Mille Miglia; Υπήρξε κάποιος σκεπτικισμός σχετικά με το μίλι, που ήταν καθαρά αγγλοσαξονικό, αλλά ο Μουσολίνι αποφάσισε να αφήσει έτσι το όνομα του αγώνα αφού το μίλι είχε Ρωμαϊκή προέλευση και ο δικτάτορας ποτέ δεν έκρυψε την επιθυμία του να προσπαθήσει να αναβιώσει το μεγαλείο της αρχαίας Ρώμης.

Για να διοργανωθεί, αυτός ο πρώτος αγώνας του 1927, επιστρατεύθηκαν πέραν των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων, 25.000 στρατιώτες, οι οποίοι φύλαξαν τη διαδρομή. Πασιφανές ότι τέτοιου είδους κινητοποιήσεις γίνονται με σχετική άνεση μόνο υπό ολοκληρωτικά καθεστώτα.

Για να δώσουμε μάλιστα και την πολιτική διάσταση του θέματος, όπως αναφέρει και ο Μike Lawrence στο βιβλίο του Mille Μiglia, ο αγώνας υπήρξε, συνέβη, δημιουργήθηκε τόσο διότι το φασιστικό κόμμα έτσι ήθελε, όσο και ο Duce ο ίδιος επιθυμούσε να έχει μια προσωπική ανάμειξη στο γίγνεσθαι των Motor sport θεμάτων της Ιταλίας με την ίδια έννοια που ο Fuhrer υποστήριζε τις προσπάθειες της Auto Union και της Mercedes. Oι αγώνες αυτοκινήτου ως μοντέρνο σπορ έδιναν στους δικτάτορες άλλη μια λάμψη εξουσίας, άλλη μια φανερή γοητεία απέναντι στις ανεκπαίδευτες μάζες, ενώ ταυτόχρονα «έσπρωχναν» και τις πωλήσεις αυτοκινήτων δηλαδή την εγχώρια βιομηχανία σε θετικότερα νούμερα!

Όλα αυτά βέβαια δεν μειώνουν σε τίποτα την προσπάθεια της παρέας των 4 φίλων που είχαν τη σωστή ιδέα, στον σωστό τόπο, την σωστή χρονική περίοδο, δημιουργώντας, ένα μύθο

Στατιστικά και άλλα 

Από το 1927 που διοργανώθηκε για πρώτη φορά έως το 1957, έλαβαν χώρα 24 αγώνες. Για αυτούς χρησιμοποιήθηκαν 12 διαφορετικές διαδρομές, ενώ ο αγώνας του 1940, που έγινε μόλις 6 εβδομάδες πριν τα Γερμανικά στρατεύματα μπουν στο Παρίσι δεν είχε την κλασσική φόρμα αλλά ήταν ένα σιρκουί 6 γύρων των 103 μιλίων ο καθένας γύρω από τη Brescia και θα έπρεπε για λόγους τάξεως τουλάχιστον στατιστικά να μην λογίζεται ως Μille Μiglia, αφού δεν είχε τίποτα κοινό με τις υπόλοιπες διοργανώσεις.

Όλοι οι προπολεμικοί αγώνες είχαν φορά αντίθετη από τους δείκτες του ρολογιού, αλλά οι περισσότεροι μεταπολεμικοί ήταν «δεξιόστροφοι», ενώ το μήκος τους ποίκιλε από 945 έως 1139 μίλια. Ξεκινούσε από την Brescia έφθανε έως την αιώνια πόλη και ξαναγύριζε στη Brescia για να τερματίσει. Το μεγαλύτερο τμήμα ήταν μακριές πονηρές ευθείες αλλά υπήρχε και το διπλό πέρασμα των Απεννίνων. Την πρώτη φορά από την Πεσκάρα στη Ρώμη και τη δεύτερη από την Φλωρεντία στην Μπολόνια που έκρυβε πολλές παγίδες στα ορεινά περάσματα της Radicosa pass και της Futa pass. Άλλη μια τυχαία διαφορά μεταξύ των προ και μεταπολεμικών αγώνων ήταν ότι οι περισσότεροι αγώνες πριν το 40 έτυχαν πολύ καλών καιρικών συνθηκών αντίθετα οι περισσότεροι μεταπολεμικοί ήταν βροχεροί. Δεν άργησε να αποκτήσει ένα όνομα συνώνυμο με εκείνο της απόλυτης δοκιμασίας, έτσι από τις 57 συμμετοχές του ’34 φθάσαμε στις 521 του ’55.

Ο νικητής του 1954 Alberto Ascari

Το ιδιόμορφο του αγώνα ήταν ότι τα μικρά, τα πρώτα νούμερα έπαιρναν τα πιο αδύνατα αυτοκίνητα τα οποία ξεκινούσαν πρώτα, ενώ οι ισχυρότερες κατηγορίες έπονται τόσο στους αριθμούς συμμετοχής όσο και στη σειρά εκκίνησης. Ο αγώνας μεταπολεμικά τουλάχιστον που είχε γίνει γρηγορότερος άρα και χρονικά μικρότερος, ξεκινούσε λίγο πριν ή μετά τα μεσάνυκτα έτσι ώστε οι τελευταίοι εκκινήσαντες να φύγουν με το πρώτο φως της μέρας και να τερματίσουν πριν πέσει το σκοτάδι. Αυτό σήμαινε βέβαια πώς πέρα από τις δυσκολίες της διαδρομής οι ταχύτεροι είχαν να αντιμετωπίσουν και το προσπέρασμα των αργότερων πράγμα όχι τόσο εύκολο πάντα, αφού π.χ. μια τετράλιτρη Ferrari με Νο συμμετοχής 705 αντιμετώπιζε μια Isetta με το Νο 3 σε μια τυφλή παρατεταμένη περίπου σαν σταματημένο εμπόδιο κάπου στη μέση του δρόμου!

Ιδιαιτερότητες 

Αυτό που ξεκίνησε σαν μια ιδέα των 4 φίλων το 1927, πάτησε πάνω σε ένα απολυταρχικό καθεστώς, επέζησε της λαίλαπας του μεγάλου πολέμου και έσβησε εκείνο το πρωινό τις 12ης Μαίου του ’57 ήταν όντως κάτι ξεχωριστό.

Ήταν μια πρόκληση, η απόλυτη ίσως πρόκληση. Για την αξιοπιστία των αυτοκινήτων αλλά κυρίως για το ψυχικό σθένος των οδηγών. Στην ουσία ήταν ένα G.P. σε έναν άγνωστο ανοικτό δρόμο, αφού στα G.P. της Αργεντινής, του Μonaco, του Ζandvoort, του Aintree του ’55 οι νικητές σημείωσαν μ.ω.τ. κατά πολύ μικρότερες από τον νικητή εκείνης της χρονιάς του Μille Miglia, το ίδιο και το ’57 το ίδιο και τις περισσότερες χρονιές που ο αγώνας ήταν «στεγνός».

Επειδή όμως είναι αδύνατον να θυμάσαι 1600 χλμ διαδρομής όσες φορές και να περάσεις αναγνωριστικά, και επειδή οι σημειώσεις και η διαδικασία επικοινωνίας μεταξύ του πληρώματος τις εποχές εκείνες ήταν πρωτόγονες και κάθε άλλο παρά αξιόπιστες, η συνολική επίδοση βασιζόταν στα κεφάλαια θάρρος, ψυχικό απόθεμα, καθαρό ταλέντο και τρέλα του πληρώματος.

Από αυτή την άποψη δεν είναι τυχαίο ότι μόνον δύο μη Ιταλοί κέρδισαν, αν μάλιστα ισχυριστούμε ότι ο Rudolf Caracciola μπορεί να γεννήθηκε στο Remagen και είχε γερμανική παιδεία αλλά λόγω καταγωγής (Ιταλοί γονείς μετανάστες) και ονόματος ήταν κατά το ήμισυ Ιταλός τότε ο μοναδικός “veritable” αλλοδαπός νικητής δεν ήταν παρά ο S. Moss.

Eπίσης οι μοναδικές φορές που κάποιο μη Ιταλικό όχημα κέρδισε ήταν το ’31 και το ’55 όταν η Mercedes δεν άφησε περιθώρια με την SSKL και την 300 SLR αντίστοιχα.

Πολυνίκης του αγώνα η Alfa Romeo με 11 νίκες, από το ’28 ώς το ’47, αλλά πραγματικός πρωταγωνιστής ήταν ο Enzo Ferrari και η αγωνιστική του ομάδα, αφού πέρα από τις 8 νίκες που σημείωσαν τα αυτοκίνητά του ανάμεσα στο ’48 και το ’57 ήταν και ο αποκλειστικός υπεύθυνος των αγωνιστικών προσπαθειών της Alfa Romeo από το ‘33 και εντεύθεν, μέχρι να αρχίσει να κερδίζει με αυτοκίνητα που έφεραν το δικό του όνομα...

Εξαίρεση στην κυριαρχία του ήταν μόνον το ΄54 όταν ο αγαπημένος του Al. Ascari με Lancia άφησε την Ferrari του V. Marzzoto δεύτερη και βέβαια το ’55 όταν οι θυελλώδεις Moss - “Jenks” δεν άφησαν περιθώρια στα Ferrari των Castelloti, Tarrufi και P. Marzzoto που εγκατέλειψαν κυρίως με προβλήματα στα ελαστικά...

Προγραμματισμένοι έλεγχοι διαδρομής διαρκείας λίγων δευτερολέπτων, ανεφοδιασμοί καυσίμων και αλλαγή ενός σετ πίσω ελαστικών ήταν οι μόνοι λόγοι που έκαναν τις συμμετοχές να σταματούν για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα στις 11, 12 ή 18 ώρες του αγώνα.

Όταν το απόγευμα της Κυριακής τερμάτιζαν στην Brescia ήταν εξουθενωμένοι τόσο σε φυσικό επίπεδο όσο και σε ψυχικό. Δεν ήταν μια απλή δοκιμασία. Ήταν η απόλυτη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο μέγας J.M. Fangio, ο μοναδικός μαέστρος, δεν τα κατάφερε και κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν προσπάθησε, όπως το ’53 που έφερε την Alfa Romeo δεύτερη πίσω από την Ferrari του G. Marzzoto, με σπασμένο ακραξόνιο και στα τελευταία χιλιόμετρα έστριβε μόνον ό ένας από τους δύο κατευθυντήριους τροχούς, ή ακόμα το ’55 όταν μόνος (άνευ συνοδηγού) έχασε από το Moss στον αγώνα που ο Βρετανός έσπασε τα χρονόμετρα σημειώνοντας μουαγέν 157 χλ/ωρ.

εικόνα του Louis Klementaski από τον αγώνα του ΄53

Πρός τιμή του Tazio που πέθανε τον Αύγουστο του ’53 οι διοργανωτές συνέστησαν ένα εσωτερικό κύπελο το Nuvolari G.P. που ήταν το τελικό κομμάτι από Cremona, Mantua, Brescia, καθώς περνούσε από την γενέτειρα του Tazio, Mantua. Eκει ήταν η αποκορύφωση της τρέλας αφού για 40 λεπτά ο ρυθμός ήταν της τάξης των 198 χλ/ ωρα (μουαγέν Moss ’55)

Όλα αυτά δύσκολα θα είχαν αίσιο τέλος. Το δυστύχημα του μαρκήσιου Alfonso de Portago το ΄57 ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών αφού πέρα από τον Ισπανό ευγενή και τον Αμερικανό συνοδηγό του E. Nelson έχασαν τη ζωή τους 13 θεατές, πέντε εκ των οποίων μικρά παιδιά. Συνέβη στο “κομμάτι της φρίκης”, κοντά στη Mantua όταν de Portago και Gendebien αμφότεροι με Ferrari έπαιζαν την τέταρτη θέση. Είτε από κλαταρισμένο ελαστικό, είτε από κατάρρευση της ανάρτησης (είναι αδιευκρίνιστο) ο μαρκήσιος έχασε τον έλεγχο με περισσότερα από 250 χ/ω, έπεσε πάνω σε ένα τηλεγραφικό στύλο και εκτινάχθηκε πάνω σε μια ομάδα θεατών. Το φωτογραφικό ρεπορτάζ, η οδύνη και τα κλάματα των μητέρων δεν άφησαν κανέναν ασυγκίνητο. Ήταν το τέλος.

Σήμερα...

Καθώς έχουν όλα απομακρυνθεί από αυτές τις ιδέες, τις πρακτικές είναι δύσκολο ακόμα και να εντοπίσεις σημάδια αυτού του περίεργου, αλλόκοτου παρελθόντος.

Οι δρόμοι, οι πόλεις, έχουν τόσο πολύ αλλάξει μορφή, τα αστικά κέντρα έχουν απλωθεί, οι νέοι αυτοκινητόδρομοι έχουν αλλοιώσει το περιβάλλον και είναι πολύ δύσκολο να συνειδητοποιήσεις το εγχείρημα. Απαιτείται φαντασία.

Η piazza della Vittoria στη Brescia στις μέρες μας

Ιχνηλατώντας όμως, όσο μπορούσαμε το ανατολικό κομμάτι του αγώνα, από την Ancona ώς την Brescia συνειδητοποιήσαμε το μεγαλείο εκείνων των πιλότων, αναλογιζόμενοι τις οδικές συνθήκες της εποχής τους και το υλικό που είχαν στη διάθεσή τους.

Σήμερα όλα αυτά φαντάζουν αδύνατα, απίστευτα. Όλα αυτά που δεν γνωρίσαμε και τα πληροφορηθήκαμε ως ιστορία από τον τύπο της εποχής και τα βιβλία. Είναι μια εποχή με άλλες διαστάσεις.

 

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό car & driver  τεύχος Ιουνίου 2003