Δύο επισκέψεις στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας, με διαφορά δεκαπέντε ετών, δίνουν πλούσια στοιχεία για μια σειρά από σκέψεις και εντυπώσεις.
Αργά το απόγευμα, ανήμερα Δεκαπενταύγουστο, του 2001, μέρα Τετάρτη, μόλις είχα φτάσει στη Βουδαπέστη, γνωστή μου κυρίως, απ' ότι είχε συμβεί τον Νοέμβριο του ΄56. Ως η πρώτη μαζική, σημαντική αντίδραση στον Σοβιετικό επεκτατισμό. Και το πλήρωσε. Σε αυτό που είχε περισσέψει από τον Σταλινισμό.
Αυτά είχα καταλάβει για κάτι που δεν έζησα, ως πρόκριμα όμως σε κάτι σύγχρονό μου, στην αντίστοιχη επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία του Alexander Dubček. Ο κόσμος της ανατολικής Ευρώπης ήταν ένα αφάνταστα ενδιαφέρον πεδίο για ένα παιδί που γινόταν έφηβος στα τέλη της δεκαετίας του '60.
Σχεδόν μισόν αιώνα αργότερα, και μια ντουζίνα χρόνια μετά την κατάρρευση του φερόμενου και ως «iron curtain», σε μια Ευρώπη που άλλαζε ραγδαία, έφτανα στο ξενοδοχείο Stadion, φορτωμένος με εξοπλισμό για να καλύψω φωτογραφικά, το επικείμενο Grand Prix. Από το δωμάτιό μου είδα αναμμένα τα φώτα του Nepstadion.
Ήταν για το φιλικό της Ουγγαρίας με την Γερμανία, σε ένα παιχνίδι που δεν είχε τίποτα κοινό από το τελικό του παγκοσμίου Κυπέλλου του '54, τον Ιούλιο στην Βέρνη όταν το αουτσάιντερ Δ. Γερμανία κέρδισε την περίφημη Ουγγαρία με 3 – 2.
Την Ουγγαρία των Csibor. Kocsis, Puskas, Bozsic, Lóránt κλπ. που δυο μήνες νωρίτερα είχε φιλοδωρήσει με επτά τεμάχια την κραταιά Αγγλία, εκεί μέσα στο Nepstadion. Την Ουγγαρία που έφτασε μέχρι τον τελικό του Μουντιάλ του 1954, μετρώντας ένα αήττητο σερί 36 αγώνων.
Την Ουγγαρία που τον Νοέμβριο του '53 είχε κερδίσει την επί τριετία αήττητη Αγγλία μέσα στον ναό του Wembley με 6-3 αναγκάζοντας τους Άγγλους να πουν ότι: «ήταν σαν να παίζουμε με εξωγήινους», ή «Ήταν σαν να έτρεχαν άλογα του αγροκτήματος με αραβικά καθαρόαιμα»
Οι Φοβεροί Μαγιάροι της ομάδας του '53. Πρώτη σειρά από αριστερά: Mihály Lantos, Ferenc Puskás, Gyula Grosics πίσω σειρά: Gyula Lóránt, Jenő Buzánszky, Nándor Hidegkuti, Sándor Kocsis, József Zakariás, Zoltán Czibor, József Bozsik, László Buda
Ο Gusztáv Sebes κι ο Márton Bukovi (το '65 - 67 ήρθε και στον Ολυμπιακό), άνοιγαν νέους δρόμους στο ποδόσφαιρο, αλλά για το αποκαλούμενο και ως «Θαύμα της Βέρνης» είχαν ακουστεί τόσα πολλά. Για την αναπάντεχη ήττα των Ούγγρων, που στο 8' ήταν ήδη 2 – 0 μπροστά και για μια περίεργη αντοχή που έδειξαν οι ΔυτικοΓερμανοί.
Εκείνη η ομάδα, γνωστή και ως «οι φοβεροί Μαγιάροι» χάθηκε, διαλύθηκε, έσβησε και μέσα στη δίνη της Σοβιετικής εισβολής στην Ουγγαρία. Όταν η Honved, στη σύνθεση της οποίας έπαιζαν οι πιο πολλοί διεθνείς, συναντήθηκε στο San Mames με την Athletico Bilbao, στις 22 Νοεμβρίου του '56, στο πλαίσιο του κυπέλλου Πρωταθλητριών ομάδων Ευρώπης, οι παίκτες αρνήθηκαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Οι δρόμοι τους χώρισαν. Οι Kocsis, Czibor μετακόμισαν στην Ισπανία για να παίξουν στην Barcelona. O Puskás πήγε στη Ρεάλ Μαδρίτης, ενώ ο Hidegkuti επέστρεψε στην Ουγγαρία.
Το πρόγραμμα της Αγγλικής Ομοσπονδίας για τον αγώνα της Αγγλίας με την Ουγγαρία τον Νοέμβριο του '53 (αριστερά). Η αφίσα της άτυπης ρεβάνς που δόθηκε 23 Μαίου του '54, στο Nepstadion (δεξιά).
Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 1953. Οι δυο ομάδες εισέρχονται στο ιστορικό Wemblay. Επικεφαλής των Μαγυάρων ο Ferenc Puscas και δίπλα του ο αρχηγός των Άγγλων Billy Whright. Σε δυο περίπου ώρες, οι Ούγγροι θα έφευγαν θριαμβευτές με το εμφατικό 3 – 6.
Δυο εβδομάδες αργότερα, στους Ολυμπιακούς αγώνες της Μελβούρνης, η τύχη έφερε αντιμέτωπες την Σοβιετική Ένωση και την Ουγγαρία στον ημιτελικό του πόλο. Οι δυο ομάδες συναντήθηκαν την ώρα που στην Ουγγαρία 200.000 πολίτες εγκατέλειπαν τις εστίες τους για να μην συλληφθούν, 2.500 Ούγγροι ήταν νεκροί από τους εισβολείς, ενώ οι Σοβιετικοί μετρούσαν και αυτοί 720 νεκρούς.
Το κλίμα ήταν πολύ τεταμένο, πράγμα για το οποίο είχαν φροντίσει οι Ούγγροι. Οι παίκτες αντάλλασσαν γροθιές και το παιχνίδι ήταν ακραία βίαιο. Ο Ervin Zador είχε ήδη σκοράρει δυο φορές, και η Ουγγαρία ήταν μπροστά 4 – 0, με το παιχνίδι να πλησιάζει στο τέλος του. Ο Zador μαρκάριζε τον Σοβιετικό Valentin Prokopov, με τον οποίο βρίζονταν συνέχεια. Ο Prokopov τον γρονθοκόπησε με αποτέλεσμα να ανοίξει βαθιά πληγή με μεγάλη αιμορραγία στο δεξί μάτι του Zador. Πολλοί θεατές σε έξαλλη κατάσταση κατέβηκαν δίπλα στο νερό, τίναζαν τις γροθιές τους, φώναζαν και έφτυναν τους Σοβιετικούς. Η αστυνομία παρενέβη για να συγκρατήσει το μαινόμενο πλήθος. Το παιχνίδι έμεινε στην Ιστορία με τον χαρακτηρισμό «Αίμα μέσα στο νερό».
Ανήμερα του Αη Νικόλα, 6 Δεκεμβρίου του '56, στον ημιτελικό του πόλο των Ολυμπιακών αγώνων του '56, ο Ervin Zador αφού έχει σκοράρει δις, έχει δεχτεί τη γροθιά του Valentin Prokopov. Αποχωρεί αιμόφυρτος, δεν θα αγωνιστεί στον τελικό, αλλά η Ουγγαρία θα κερδίσει το χρυσό.
Στον τελικό, οι Ούγγροι, νίκησαν την Γιουγκοσλαβία 2 – 1 και στέφτηκαν χρυσοί Ολυμπιονίκες. Ο Zador λόγω του τραύματος του δεν αγωνίστηκε. Οι περισσότεροι παίκτες ζήτησαν πολιτικό άσυλο και δεν γύρισαν στην πατρίδα τους. Ο Zador στα 21 του χρόνια βρέθηκε στην Αμερική. Θα επισκεπτόταν την πατρίδα του μετά από 43 χρόνια, το '99! Όλα τούτα σκεφτόμουν εκείνο το Δεκαπενταύγουστο του 2001 που απρόσμενα και απρογραμμάτιστα περνούσα στον αγωνιστικό χώρο του Nepstadion μετά από ελάχιστες διατυπώσεις. Στην σύνθεση της Γερμανίας ο πρώτος έγχρωμος ποδοσφαιριστής που είχε γεννηθεί στην Αφρική. Ο Γκανέζος επιθετικός Gerald Asamoah, που έπαιξε στην Nationalmanschaft μετά από τους επίσης μαύρους Erwin Kostedde και Jimmy Hartwig οι οποίοι όμως είχαν γεννηθεί στην Γερμανία. Για τους Εθνικοσοσιαλιστές Γερμανούς, εμφανείς, αφανείς και λοιπούς συνοδοιπόρους τους, θα ήταν κάπως βαρύ.
Το γεγονός της βραδιάς όμως, ήταν ότι το εναρκτήριο λάκτισμα το έδωσε, μπροστά σε 28.000 θεατές, ο καλπάζων συνταγματάρχης, ο θρυλικός Πάντσο, ο Ferenc Puskas. Υποφέροντας ήδη από Αλτσχάιμερ, στα 74 του, σκιά της πελώριας ποδοσφαιρικής φιγούρας, ήρθε σχεδόν υποβασταζόμενος, σκορπώντας συγκίνηση. Στην Ελλάδα έχουμε επιπλέον λόγους να τον θυμόμαστε, αφού οδήγησε το τριφύλλι στο Wembley στις 2 Ιουνίου του '71 στον τελικό του κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης, 19 μόλις χρόνια μετά την μεγαλειώδη παρουσία του ως παίκτη και σκόρερ στη νίκη της Ουγγαρίας επί της Αγγλίας στο ίδιο γήπεδο. Αρκετά τυχερός βέβαια που έφθασε στο 21ο αιώνα αφού ο συμπαίχτης του Gyula Lóránt, εγκατέλειψε τα εγκόσμια στα 58 του την τελευταία μέρα του Μαίου του '81 ενώ καθόταν στον πάγκο του Π.Α.Ο.Κ. σε ντέρμπυ με τον Ολυμπιακό που κέρδισε με 1 - 0 ο δικέφαλος. Λίγα χρόνια νωρίτερα είχε χαρίσει στον Π.Α.Ο.Κ. τον μοναδικό μέχρι στιγμής τίτλο πρωταθλήματος που κατέχει.
Ο Πάντσο θα ταλαιπωρηθεί, άλλα πέντε καλοκαίρια εγκαταλείποντας τα εγκόσμια τον Νοέμβριο του 2006, λίγο πριν τα 80 του από πνευμονία. Το Nepstadion (στο στάδιο του λαού), που χτίστηκε, από το '48 έως το '53, με πολύ εθελοντική εργασία και την συνεισφορά των Ούγγρων στρατευμένων, στα πρότυπα του κοινωνικού σοσιαλιστικού αλτρουισμού θα μετονομαστεί, το 2002, σε στάδιο Ferenc Puskas προς τιμήν του πιο σπουδαίου Μαγυάρου ποδοσφαιριστή. Για να πούμε όλη την ιστορία του, βέβαια, πριν ενσκήψει ο υπαρκτός στην χώρα του Bella Bartok, είχε επιβληθεί, κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, ειδική αθλητική φορολογία με σκοπό να ανεγερθεί εθνικό στάδιο. Ουδέποτε τα συλλεχθέντα κονδύλια διατέθηκαν για τον σκοπό αυτό.
Αύγουστος 2001. Την επόμενη του φιλικού της Ουγγαρίας με την Γερμανία, το Nepstadion, παραμένει σιωπηλό και σκοτεινό την ώρα της δύσης.
Πριν την μετονομασία του, φιλοξένησε σε συναυλίες τον Luis Armstrong ('65), τους Queen ('86) σε μια από τις τελευταίες παρουσίες επί σκηνές του Freddie Mercury, ενώ το '88 ήταν η μοναδική κομμουνιστική χώρα που φιλοξένησε την τουρνέ Human Rights Now!, με τους καλλιτέχνες Tracy Chapman, Youssou N'Dour, Peter Gabriel, Sting, Bruce Springsteen & The E Street Band. Hobo Blues Band. Όταν το «σιδηρούν παραπέτασμα» (όπως το είχε αποκαλέσει ο W. Churchill) κατέρρευσε, κληροδοτώντας την ανθρωπότητα με άλλα, μάλλον, μεγαλύτερα προβλήματα παρήλασαν οι U2 ('93), o M. Jackson ('96), ενώ φιλοξενήθηκαν οι Πανευρωπαϊκοί αγώνες στίβου του '98.
Αύγουστος 2001. Ουγγαρία. Ο Μ. Schumacher (εδώ στην εικόνα στην επτά) νίκησε και με την 2η θέση του R. Barichello, η Scuderia εξασφάλισε τον τίτλο κατασκευαστών. Πίσω από τον νικητή, διακρίνεται ο αδελφός του Ralf, που τερμάτισε 4ος με την Williams BMW.
Πριν όμως, οι Μαγιάροι, γνωρίσουν τα αγαθά του μεταπολεμικού καπιταλισμού, ο Β. Ecclestone τους αποκάλυψε τον φανταχτερό κόσμο της F1. H Ουγγαρία ήταν το πρώτο κομμουνιστικό κράτος που οργάνωσε, το '86 αγώνα F1 και έκτοτε ουδέποτε σταμάτησε. Η ιστορία μας λέει ότι μισό αιώνα πριν το '86, η Βουδαπέστη είχε φιλοξενήσει έναν ακόμα αγώνα F1 στο Népliget (πάρκο του λαού), που είχε κερδίσει η εμβληματική φιγούρα του Tazio Nuvolari ανάμεσα στις ισχυρότατες Γερμανικές συμμετοχές. Αργότερα, η Ουγγαρία δεν θα απέφευγε το σφάλμα της ολίσθησης στο ναζιστικό στρατόπεδο.
Αύγουστος 2001. Ουγγαρία. Ένας θεαματικός χειριστής, για κάποιους υπερτιμημένος που παρά τον παγκόσμιο τίτλο του δεν άφησε ισχυρό αγωνιστικό στίγμα. Ήταν όμως τύπος. Ο υπερστροφικός Jacques Villeneuve. Σε εκείνον τον αγώνα είχε τερματίσει 9ος με την BAR Honda. Ένας από τρείς μόνον πιλότους που είναι τιτλούχος στην F1, στο Championship Auto Racing Teams και έχει κερδίσει και τα 500 μίλια της Ινδιανάπολης. Όχι και τόσο τυχαίο, ότι οι άλλοι δύο είναι επίσης από την Αμερικάνικη ήπειρο. Ο Mario Andretti και ο Emerson Fittipaldi.
Έτσι εξήντα πέντε χρόνια μετά τον θρίαμβο του Tazio και δεκαπέντε μετά το πρώτο Ουγγρικό GP, φωτογράφιζα τον αγώνα που κατοχύρωσε στην Scuderia τον τίτλο κατασκευαστών εκείνης της χρονιάς και στον M. Schumacher τον δεύτερο συνεχόμενο τίτλο του με την Ferrari, τον τέταρτο συνολικά. Μέχρι το τέλος της σεζόν θα συγκέντρωνε σχεδόν διπλάσιους βαθμούς (123 με 65) από τον δεύτερο D. Coulthard.
Μεσολάβησαν άλλα δεκαπέντε χρόνια, για την επόμενη επίσκεψη στην Βουδαπέστη. O Schumi, βιώνει ένα απίστευτο Γολγοθά. Τρείς μόνον πιλότοι που τότε είχαν συμμετάσχει, βρίσκονται ακόμα εν δράσει. Περιέργως και οι τρείς τους εστέφθησαν στο μεσοδιάστημα παγκόσμιοι πρωταθλητές. Ο Fernando το '05 στα 24 του και το '06, ο Kimi το '07 στα 28 του και ο Jenson στα 29 του, το '09. Στις μέρες μας επίσης έχει δώσει μοναδικά δείγματα, ο γιός ενός συμμετέχοντα τότε (12ος με Arrows) του Jos Verstapen, Max, πιθανόν παγκόσμιος εν αναμονή.
Κυριακή λοιπόν, με ουρανό γκρί, ετοιμόβροχο, φτάνουμε στο αεροδρόμιο που φέρει το όνομα του σημαντικότερου Ούγγρου συνθέτη του Φ. Λιστ. Στο δρόμο για το κέντρο της πόλης, που καταλύσαμε, η έδρα της περίφημης Φερεντσβάρος, που στις μέρες μας φέρει το όνομα Groupama Arena. Έχοντας ήδη ιδεολογικές διαφωνίες για το πως η έδρα ενός κλαμπ βαφτίζεται με το όνομα του χορηγού, δεν κατάφερα να μην θυμηθώ δυο επώδυνες αθλητικές εμπειρίες από την Ουγγρική ομάδα. Η πρώτη από το Φθινόπωρο του '71 όταν ο, για διάφορους λόγους, πολύ συμπαθής (μου) Πανιώνιος αφού έχει αποκλείσει την Αθλέτικο Μαδρίτης κληρώνεται με την Ουγγρική ομάδα. Συντρίβεται με 0 – 3, στην Ν. Σμύρνη και 6 – 0, στην Ουγγαρία.
Tην νύχτα που ο Πανιώνιος του Joe Mallett απέκλεισε την Αθλέτικο Μαδρίτης. Από αροισιτερά: Γιώργος Δέδες, Βίκτωρας Θεοφιλόπουλος, Θανάσης Ιντζόγλου και ο αρχηγός Στάθης Χάιτας.
Η δεύτερη πριν 20 χρόνια, το φθινόπωρο του '96 όταν απέκλεισε τον Ολυμπιακό από το Ουέφα (3 -1) στη Βουδαπέστη (2 – 2) στο λιμάνι, οπότε σε ένα χώρο που άλλαζε δραματικά το ύφος και το ήθος του, ακούστηκε τραγουδιστά εις τα τσιμέντα των γηπέδων το αντιΟλυμπιακό δίστιχο: «Έχετε στον κώλο ένα βάρος, Φερεντσβάρος Φερεντσβάρος», το οποίο βέβαια, απαντήθηκε με ανάλογο τρόπο και ούτω καθ' εξής.
Αργά το απόγευμα, βολτάραμε στο Δούναβη, που δεν είναι καθόλου γαλάζιος, χωρίς να μπορώ να ξέρω αν ήταν γαλάζιος όταν ο Johan Strauss o υιός έγραφε το ομόνυμο βάλς, το οποίο παρεμπιπτόντως έχει χαρακτηρισθεί και ως το βάλς των βαλς. Κατεβάζοντας ιλύ ποιός ξέρει από που, ο Δούναβης, ήταν σε μια απόχρωση του καφέ, ενώ ο γκρίζος ουρανός, έστελνε σκόρπιες σταγόνες που ευτυχώς δεν πλήθυναν τις ώρες τις βόλτας.
Το θλιμμένο του καιρού, έκανε ακόμα πιο δυσκολοχώνευτο το βαρύ, το επιβλητικό το κεντροευρωπαϊκό, της δόμησης της Ουγγρικής πρωτεύουσας. Αντιθέτως ουδόλως, δυσκολοχώνευτο ήταν το δείπνο, που μας προσφέρθηκε, στο γνωστό στυλ του γαστρονομικού επιπέδου που πρέπει να ντιλάρεις με παχιά σκώτια χήνας (foie gras δια τους γνωρίζοντας), ζεστές λεμονάδες που σερβίρονται δίκην κονσομέ, και άλλες μικροποσότητες που, πάντα δια τους κατέχοντες, διακρίνονται για την ποιότητά τους. Η νύχτα έκλεισε, δροσερά, στον ήχο που σκορπούν τα παγάκια μέσα σε διαφανή αλκοολούχα.
Και να το επόμενο πρωινό, ανήμερα του αγίου Πνεύματος, οδεύαμε προς το Hungaroring, για την πανευρωπαϊκή παρουσίαση της Μ2. Δεκαπέντε, σχεδόν, χρόνια μετά, πάλι πάνω σε μια επέτειο της ορθοδοξίας.
Αισθητικά το αυτοκίνητο κινείται στο μοτίβο των Μ. Με δυο λέξεις ο χαρακτηρισμός είναι πολιτισμένα επιθετικό. Αυτή είναι η μηχανολογική του δομή. Εν αρχή ο εξακύλινδρος σε σειρά κινητήρας βενζίνης Μ TwinPower Turbo , με 370 ίππους, μέγιστη ροπή 465 Nm, και επιπλέον 35 Nm με τη λειτουργία overboost, από τις 1.350 μέχρι τις 4.500 σ.α.λ. Ακολούθως το διπλοσύμπλεκτο κιβώτιο επτά σχέσεων M DCT με Drivelogic και το ενεργό διαφορικό M που κατανέμει με μεταβλητό τρόπο τη ροπή ανάμεσα στους δύο πίσω τροχούς. Αν σε αυτά προστεθούν οι διάτρητοι, αεριζόμενοι δίσκοι (380 mm μπροστά, 370 mm πίσω) με τις δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων μπροστά και δύο εμβόλων πίσω, και η έξοχη κατανομή βάρους ανάμεσα στους δύο άξονες, έχουμε μια πρώτη θεωρητική εικόνα.
Μια εικόνα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον κόσμο που αναδύεται, τον ηλεκτρικό, της αυτόνομης οδήγησης και μια εικόνα που σε πείσμα αυτού που χαρακτηρίζεται ως «πολιτικά ορθό», επιμένει να υπάρχει, έστω και αν πολλοί από τους ιδιοκτήτες οχημάτων που φέρουν το χαρακτηριστικό Μ, δυσκολεύονται να ανιχνεύσουν τα όρια της αυτοκινητικής τους ιδιοκτησίας για το τοποθετήσω διακριτικά. Στη θεωρητική προσέγγιση του θέματος, διαβλέπεις ένα είδος διπολισμού. Από την μιά, μία υπερπροστασία με συνεχή, πιο αυστηρή υποταγή στους κανόνες της ασφάλειας και από την άλλη μια ολοένα και πιο διογκούμενη, ανθούσα κατηγορία ισχυρών και παιχνιδιάρικών αυτοκινήτων.
Με τον Ζανώ στην επτά! Τους το πήρε το καθρεπτάκι, μόνον που αυτός έπρεπε να υπογράψει στον DaCosta και όχι το ανάποδο που συνέβη...
Στο προκείμενο τώρα. Η Μ2 είναι κατ' αρχάς μια Μ. Τούτο σημαίνει ότι κουβαλά όλα τα χαρακτηριστικά της σειράς, που καταδεικνύει, ευθύς από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, που χωρίς να έχει κάτι κραυγαλέο, προδιαθέτει για αυτό που είναι. Στο τι είναι είναι, μια πρώτη απάντηση είναι:
Ένα δίπορτο κουπέ, άριστα ζυγισμένο, με εξαίρετο τιμόνι, που καλύπτει τα πρώτα 100km/h από στάση σε 4,3 δευτερόλεπτα, που μπροστά πατάει σε 245/35 R19 και πίσω σε 265/35 R19, που ηχεί σαν πολεμική μηχανή, αλλά πάνω απ' όλα μπορεί να γίνει πλατφόρμα χαράς, παρά τα 1.570 κιλά που ζυγίζει. Ίσως να είναι μια υπερβολή να πηγαίνεις καθημερινώς στη δουλειά σου με μια Μ2. Εκτός αν κατοικείς στο Οινοχώρι και εργάζεσαι στην Παύλιανη. Ίσως να είναι μια ακόμα μεγαλύτερη υπερβολή να την έχεις δια Κυριακάς και εορτάς, ειδικά στην Ελλάδα της εξαετούς ύφεσης. Ας μην το κρίνουμε εμείς. Εξάλλου οι υπερβολές όρισαν τον πολιτισμό αυτού του πλανήτη. Ακόμα και οι αυτοκινητικές. Να ήμαστε καλά, να τις ζούμε.
Μια μικρή ίσως, αλλά σημαντική χωρίς ίσως, σημείωση οφείλω να κάνω για τους ταλαντούχους Έλληνες, που κάλυψαν φωτογραφικά και βιντεοσκοπικά, την εκδήλωση της BMW στην Ουγγαρία. Για τον Γιώργο, τον Χρήστο, τον Γιάννη και τους υπόλοιπους. Μετά από μια γεμάτη, από κάθε άποψη μέρα, φτάναμε στην Αθήνα την ώρα που έφευγε η μέρα και ανέτειλε μια πανσέληνος. Ακόμα και στο πιο αδιάφορο αεροδρόμιο της χώρας είχε μια γλύκα.
|